«ΠΕΡΑ ΒΡΕΧΕΙ»
του
Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ
[ανάρτηση μου στο facebook]
Σήμερα: ώρα τρεις το απόγευμα. Στο «Presse café». Παίρνω μια εφημερίδα και βγαίνω στο εξωτερικό μέρος χωρίς να παραγγείλω γιατί περιμένω έναν φίλο που μόλις ήρθε από την Αθήνα. Ο κοινός μας φίλος Καθηγητής Θεοδόσης Πυλαρινός μου στέλλει τον χαιρετισμό του με ένα βιβλίο. Στο τραπεζάκι που είναι μπροστά μου αριστερά είναι ένα νεαρός με σκουλαρίκι, απορροφημένος στο κινητό του. Έχει μια ελιά πάνω από το αριστερό του φρύδι. Είναι ακίνητος. Κινούνται μόνο τα δάχτυλα του δεξιού του χεριού. Απέναντί του κάθεται μια μαυροφορεμένη. Δεν μπορώ να δω το πρόσωπό της. Κάποτε γυρίζει το κεφάλι της λίγο προς τα δεξιά μα δεν μπορώ να προσδιορίσω την ηλικία της, θά ΄λεγα όμως, πως είναι γιαγιά του. Δεν μιλάνε. Κάθε τόσο απολαμβάνει μια γουλιά απ΄τον καφέ που έχει μπροστά της, φέρνοντας το μικρό φλιτζανάκι που αχνίζει με αργή κίνηση του χεριού προς τα χείλη της. Ο ουρανός γίνεται ολοένα και πιο βαρύς. Σηκώνεται. Με αργά βήματα προχωρεί προς το διαφανές πλαστικό παράθυρο. Προσπαθεί να δει στο βάθος, ανάμεσα από μια σειρά πανύψηλα κυπαρίσσια, ανασηκώνοντας λίγο το σώμα στις μύτες των ποδιών της. Ο νεαρός ούτε που άλλαξε θέση. Αυτή κοιτάζει για λίγο ακόμα κι ύστερα γυρνά για να επιστρέψει στη θέση της. Τότε μου αποκαλύπτει την αριστερή πλευρά του προσώπου της: έχει μια ελιά πάνω από το αριστερό της φρύδι. Κάθεται. Λέει «στην Κερύνεια βρέχει». Ο νεαρός εξακολουθεί να κοιτάζει στο κινητό του και η μόνη κίνηση του προέρχεται από το δεξί του χέρι. Αυτή επαναλαμβάνει πιο δυνατά «στην Κερύνεια βρέχει». «Στην Κερύνεια βρέχει πολύ». Σιωπή. Ύστερα από λίγο μουρμούρισε κάτι ακόμα, που δεν μπόρεσα να καταλάβω…