Ανδρέας Κούνιος
Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ
ΦΥΣΟΡΡόΟΣ*
Τρυφερός, ευαίσθητος, ευάλωτος,
τρωτός αλλά, εκεί όπου το απαιτούν οι περιστάσεις, θυμωμένος, οργισμένος,
εξοργισμένος με το άδικο και, ωστόσο, πάντοτε με την πεζογραφική γλυκύτητα
που χαρακτηρίζει το ύφος του, ο Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ υπογράφει μια
σύνθεση διηγημάτων που όλα, ή σχεδόν όλα, αγγίζουν την αφηγηματική τελειότητα.
Μερικά έχουν δημοσιευτεί και πρωτύτερα, μα εξακολουθούν να διατηρούν τη
φρεσκάδα, τη διαύγεια και, πρωτίστως, το κοφτερό, σαν λεπίδι, βλέμμα τους
επάνω σε γεγονότα και πρόσωπα που έχουν σημαδέψει τον συγγραφέα, κι αν θέλουμε
να είμαστε ειλικρινείς, σημάδεψαν και τη γενιά μας, και την πατρίδα μας, και τη
συλλογική αξιοπρέπεια που την έχουμε κουρελιάσει στο όνομα των υλικών αναγκών,
ξεχνώντας, ξεδιάντροπα, ότι απέναντι μας, σε απόσταση αναπνοής, λυσσομανάει ο
βάρβαρος κατακτητής.
Ο Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ διαθέτει
την σπανιότερη, ίσως, αρετή που φωτίζει τον δρόμο του πραγματικού λογοτέχνη:
παίρνει το μικρό και το μεγαλώνει, κάνει ένα βολβό φυτό, μεταμορφώνει ένα κύμα
σε θάλασσα, αγγίζει ένα πουλί και του χαρίζει φωνή, σκιαγραφεί, με την
πληθωρικότητα του λόγου του, μικρά στιγμιότυπα, ασήμαντα, εκ πρώτης όψεως,
περιστατικά που αιχμαλωτίζουν τον αναγνώστη μέσα στον περίτεχνο ιστό τους.
Διάβασα τα διηγήματα της συλλογής
σ' ένα βράδυ. Η παγωνιά μου τρυπούσε τα κόκαλα, ένιωθα ανυπεράσπιστος ενώπιον
του τσουχτερού ψύχους, όχι μόνο της φύσης, μα και της ψυχής μου και, από
σελίδα σε σελίδα, θερμαινόμουνα, η προσωπική ζεστασιά του συγγραφέα αλλά και
εκείνη που αναδύεται από τα κείμενά του, φλόγισαν το μέτωπο μου, περπάτησα με
τον μάστο-Μιχάλη σε φαράγγια, άκουσα το τραγούδι του γρύλλου, πόνεσα με το
μελαγχολικό γαύγισμα του σκύλου, χώθηκα σε μια φυλακή στην Τουρκία, πάτησα στα
πύρινα καρφιά της Αμμοχώστου, έλυσα ένα σταυρόλεξο με ορισμούς περί προδοσίας,
συνόδεψα τη γριούλα στο λεωφορείο για να μην χαθεί εντελώς, ήπια νερό από
κρυστάλλινα πηγάδια αλλά, ταυτόχρονα, αιμορραγούσα αντικρίζοντας αποστεωμένα
πρόσωπα που τα σημάδευαν οι κάννες του κατακτητή. Για ακόμα μία φορά, ο Νίκος
Νικολάου-Χατζημιχαήλ επαληθεύει τη συγγραφική του δεινότητα, με μια συλλογή
διηγημάτων στα οποία, ο προσεκτικός παρατηρητής, θα διακρίνει, εύκολα, τον
εαυτό του, τους γονείς του, τους παιδικούς του φίλους, τα όνειρα του που εκκολάφθηκαν
σε κάποιο δωμάτιο που το έλουζε το φως της γνώσης και το μοχθηρό βλέμμα του
αιμοδιψούς καταπατητή που τολμά να επικαλείται την ειρήνη.
*Κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις
ΒΑΚΧΙΚΟΝ. Σελίδες: 188