20 Μαρ 2025

ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΥΛΑΡΙΝΟΣ: Η μαγεία του μύθου, "Όταν σωπάσαν τα πουλιά"...

ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΥΛΑΡΙΝΟΣ
Η μαγεία του μύθου, 
"ΟΤΑΝ ΣΩΠΑΣΑΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ"...

Ο ομότιμος Καθηγητής της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο ΘΕΟΔΟΣΗΣ ΠΥΛΑΡΙΝΟΣ [Θεοδόσης Πυλαρινός] συνάντησε το μυθιστόρημά μου ΟΤΑΝ ΣΩΠΑΣΑΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ! Θέλω να τον ευχαριστήσω για την ξεχωριστή διεισδυτική του κριτική ματιά στο βιβλίο μου, που μου έδωσε πολλή χαρά και κουράγιο για να συνεχίσω για το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας. Την εργασία του αυτή προτίθεται να δημοσιεύσει σε λογοτεχνικό περιοδικό σύντομα. Με την άδειά του, δημοσιοποιώ, πιο κάτω, ένα πολύ μικρό απόσπασμα από το κείμενό του.

ΤΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ:

...Πολυπρόσωπο το μυθιστόρημα, [του Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ "Όταν σωπάσαν τα πουλιά"], κάθε πρόσωπο, με κορυφαία μορφή τον Παπασπάθα συμβάλλει στην προσπάθεια αποτύπωσης του κυπριακού χώρου, εξαγιάζοντας συγκεκριμένες περιοχές, αναδεικνύοντας ήθη, την παράδοση, την ιστορία και την κοινωνία της Κύπρου για το ικανό διάστημα των σαράντα πέντε περίπου ετών. Είναι μια εποχή κρίσιμη, ρομαντική στις ελπίδες που καλλιεργεί, νεοφώτιστη γι’ αυτό και αγνή, αβέβαιη και εύπιστη, ακόμα και φανατική. Εποχή, ωστόσο, ηρωική. Όλοι πληρώνουν το τίμημά τους, την ασάφεια, την αβεβαιότητα, τη φθορά της ζωής. Ο ελληνισμός της Κύπρου προβάλλει έκτοτε αδικαίωτος παρά τις θυσίες του, η κυπριακή ταυτότητα παρουσιάζεται, όπως όλα, μέσα από τον μικρόκοσμο των ηρώων.

Παρά τη φυσική ροή της διήγησης, παρά τη συνεπή ακολουθία της ιστορίας, ο ιστορισμός αμβλύνεται και τη θέση του καταλαμβάνει η υπέρβαση της ιστορίας με τη μυθική διάσταση που εκλαμβάνει ο κεντρικός ήρωας, με τα πάθη, τους πόθους, τα σφάλματα και την άρνησή του να ακολουθήσει την πεπατημένη. Γι’ αυτό και θα θεωρηθεί προδότης ή άγιος, Ιούδας αλλά και σωτήρας, ιερέας συνετός αλλά και επιρρεπής στα πάθη της σαρκός, αρνητής του κατεστημένου αλλά και ιδεολόγος πατριώτης, ευεργέτης αλλά και ύποπτος. Διχόνοιες, ανταγωνισμοί, ποικίλες διαφορές (πολιτικές, οικονομικές, θρησκευτικές) δημιουργούν ένα γνησίως μυθολογικό πλαίσιο• και οι απαραίτητοι για τη δραματικότητά τους θάνατοι και οι έρωτες –είναι τολμηρή η κοινοποίηση, με τον πολύ προσεκτικό παρά ταύτα τρόπο του αφηγητή, της ερωτικής ζωής του παπά, εκείνο δε που την εξαγιάζει είναι το γεγονός ότι φαντάζει τρυφερά ανθρώπινη.

Οι επιδόσεις του συγγραφέα είναι γνωστές: δόκιμος διηγηματογράφος, ευαίσθητος ποιητής, με έργα που προσέχθηκαν από την κριτική και διαβάστηκαν. Δοκίμασε τις δυνάμεις του και στο σύνθετο είδος του μυθιστορήματος, αξιοποιώντας τις πρότερες εμπειρίες και επιστρατεύοντας την ποιητική του φλέβα ώστε να αιματώσει το δύσκολο και απαιτητικό μυθιστόρημα. Σύνολο του έργου του, ποιητικό και πεζογραφικό, τον καθιστά συνεχιστή μεγάλων ελλήνων δημιουργών, οι οποίοι είτε κατέστησαν πανελλήνιο και πανανθρώπινο το πυρηνικό υλικό της ιδιαίτερης πατρίδας τους (όπως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης τη Σκιάθο), είτε περιέγραψαν και αθανάτισαν στους αιώνες κρίσιμες εθνικές στιγμές (όπως η Διδώ Σωτηρίου ή ο Στρατής Δούκας, που εστίασαν τον φακό τους στο μικρασιατικό δράμα). Ο Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ τάχθηκε να καταγράψει και να μυθοποιήσει την τραγικότητα της γλυκείας χώρας Κύπρου. Το εν λόγω μυθιστόρημα δικαίωσε και ειδολογικά αυτή την προσφορά του και υπόσχεται, αν διακρίνουμε σωστά, συνέχεια, την οποία εξάλλου εμμέσως ο ίδιος έχει προμηνύσει.


6 Μαρ 2025

Η ΙΩΑΝΝΑ ΜΩΡΑΪΤΗ ΠΛΗΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΜΟΥ

ΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΛΟΓΟ 
ΙΩΑΝΝΑ ΜΩΡΑΪΤΗ ΠΛΗΣΗ

[για το μυθιστόρημά μου]

ΜΕ ΠΟΛΛΗ ΣΥΓΚΙΝΗΣΗ διάβασα σήμερα 5 Μαρτίου 2025, μια επιστολή σταλμένη από την Αθήνα και γραμμένη με το χέρι της συζύγου του Ποιητή, Δοκιμιογράφου, Επιθεωρητή φιλολογικών μαθημάτων και πρώτου μου φιλόλογου στο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου, του αείμνηστου και αγαπημένου καθηγητή μας, Κυριάκου Πλησή. Αν έγραψα ένα καλό μυθιστόρημα σίγουρα οφείλεται και σ'αυτόν, που μου έδειξε τον δρόμο.

Την κυρία ΙΩΑΝΝΑ ΠΛΗΣΗ, που αγάπησε κι αυτή τον τόπο μας, την γνώρισα πριν δέκα περίπου χρόνια, στην παρουσίαση της συλλογής μου "Διθαλάσσου", στο Σπίτι της Κύπρου. Είχε διαβάσει παλαιότερα τα πρώτα μου διηγήματα και με τίμησε με την παρουσία της. Τώρα συνάντησε το μυθιστόρημά μου. 

Κυρία Ιωάννα μου, με συγκινήσατε πολύ με την επιστολή σας. Παίρνω δύναμη για να μπορέσω να συνεχίσω να γράφω.

Αγαπητέ Νίκο,
από τότε που διάβαζα τα διηγήματά σου είχα χαρεί για την αφηγηματική σου ικανότητα και τα είχα απολαύσει. Τώρα με εντυπωσίασε το πρώτο σου ιστορικό μυθιστόρημα. Έφερες μπροστά μου έναν κόσμο που δεν ήξερα σε τόπους πολύ γνωστούς. Μεταφέροντάς μας στη μακρινή εποχή των πρώτων χρόνων της αγγλοκρατίας στην Κύπρο ζωντανεύουν ο άγγλος διοικητής Γιαγκ κι οι Έλληνες κάτοικοι των χωριών και της Αμμοχώστου, μοναδικά πρόσωπα, με τα πάθη και τα παθήματά τους. Δίνεις την ατμόσφαιρα της εποχής, τις δύο πρώτες δεκαετίες του εικοστού αιώνα με εξαιρετικό τρόπο.

Έκανες πολύ καλά που έψαξες τις ρίζες σου και πέρα από την αγάπη σου για τον τόπο σου μετάδωσες και σε μας τους αναγνώστες την έγνοια για τους άλλους, φίλους και ξένους, που είχε ο Παπαγιάννης. Έδεσες άριστα την ιστορία με την πραγματική ζωή των ηρώων.

Σε ευχαριστώ που είχα την ευκαιρία να ξεκαθαρίσω τι έγινε με τους δύο Κυρίλλους, ποιος ήταν ο ρόλος της εκκλησίας. Με την παραστατική αφήγηση του ταξιδιού στην Αμερική του παππού σου Νικόλα και την εργασία του εκεί έδειξες το μεταναστευτικό ρεύμα που κυριαρχούσε.

Και οι πληροφορίες για τον Ευάγγελο Λουίζου είναι πολύτιμες για μένα. Ας μην πολυλογήσω ανατρέχοντας σε σελίδες του βιβλίου, αναφερόμενη σε ανομβρίες, επιδημίες και άλλα δεινά. Αυτό που θέλω να τονίσω είναι ότι πρόκειται για ένα αξιόλογο βιβλίο και να σε συγχαρώ. Περιμένουμε τη συνέχεια κι ας έχεις δώσει αρκετά πεζά σχετικά με το θέμα και ποιήματα θαυμάσια.

Να είσαι καλά, Νίκο και να γράφεις για πολλά-πολλά χρόνια όπως εσύ το θέλεις∙ ε, και να ζωγραφίζεις.

Με πολλή εκτίμηση κι αγάπη
Ιωάννα Πλησή

5 Μαρ 2025

ΨΗΦΙΔΕΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΚΑΙ ΖΩΗΣ

 

Ρήσου Χαρίση: 

Κυριάκος Χαραλαμπίδης
Ψηφίδες Ποίησης και Ζωής

[Από το ιστολόγιό μου ΝΑ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ]


Εν αρχή ο Θεός εποίησεν ένα χαμόγελο. Με αυτό το μότο στα ποιήματα της Πρώτης Πηγής του θέλησε ο εικοσάχρονος φοιτητής της φιλολογίας Κυριάκος Χαραλαμπίδης να ξεκινήσει τη συλλογή του το 1961 και να την κλείσει με αυτό: Πότε λοιπόν θα σωπάσω; Πότε θα γίνω ένα ποίημα;

Αυτά τα δύο αποφθέγματα, χρησιμοποίησε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, έξη δεκαετίες μετά, ένας άλλος ποιητής, ο Ρήσος Χαρίσης για το δικό του βιβλίο / λεύκωμα, το οποίο συνέθεσε με Ψηφίδες Ποίησης και Ζωής, για να μας γνωρίσει την προσωπικότητα του πολύευκτου Ποιητή, Δοκιμιογράφου και Μεταφραστή Κυριάκου Χαραλαμπίδη, να μας γνωρίσει, κυρίως, πώς βλέπει τον κόσμο και πώς οι ειδικοί και οι μη ειδικοί βλέπουν τον ίδιο. Και ποιος μπορούσε να μας τον γνωρίσει καλύτερα εκτός από τον γιο του;

Για τον σχεδιασμό και την καλλιτεχνική επιμέλεια της έκδοσης θα πω μόνο πως οι διαστάσεις του βιβλίου είναι 23x30 εκ. και ότι χρησιμοποιήθηκε καλής ποιότητας χαρτί πέραν των 120 gr. Θα ήταν παράλειψη όμως να μην σημειωθεί ότι σε τούτο το λεύκωμα υπάρχει και κάτι ξεχωριστό αλλά είναι κρυμμένο: ο αναγνώστης μπορεί ν’ ακούει τη φωνή του ποιητή ν’ απαγγέλλει με τον ξεχωριστό τρόπο του σαράντα από τα πιο εκλεκτά του ποιήματα, που τα πιο πολλά από αυτά περιέχονται στο λεύκωμα. Και αυτό γίνεται μέσω της εφαρμογής soundcloud, που οι πλείστοι έχουμε στα κινητά μας τηλέφωνα, πληκτρολογώντας τον τίτλο του ποιήματος ή χρησιμοποιώντας τη γνωστή εφαρμογή QR code.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή: το πρώτο κεφάλαιο αναφέρεται, όπως είναι φυσικό, στα βιογραφικά στοιχεία του ποιητή και έχει σημασία πού έζησε ποιοι ήταν οι δάσκαλοί του, ποιοι τον επηρέασαν, ποιες οι σπουδές του και γενικά η πορεία που ακολούθησε μέχρι σήμερα. Ακόμα και η καταγωγή του και το γεγονός ότι ο πατέρας του ήταν από τους πρώτους εθελοντές του Παγκοσμίου Πολέμου έχει σημασία γιατί γνωρίζοντας αυτά μπορούμε να προσεγγίσουμε την ποίησή του ευκολότερα. Αυτό είναι το ζητούμενο: να γνωρίσουμε τον Ποιητή Κυριάκο Χαραλαμπίδη, ο οποίος κατόρθωσε ν’ ανέβη στα πιο ψηλά σκαλοπάτια τής Ποίησης, να πολυβραβευτεί και να τιμάται όχι μόνον στον τόπο του αλλά και στην άλλη του πατρίδα, ως πανελλήνιος που είναι, και αλλού ακόμα, όπου μιλιέται ή τιμάται η πανέμορφη γλώσσα που του δόθηκε. Το κεφάλαιο κλείνει με πολλές οικογενειακές φωτογραφίες.

Για την ποίηση του Κυριάκου Χαραλαμπίδη έγραψαν τόσοι πολλοί, που για να γίνει αντιληπτό το πλήθος τους είναι καλύτερα να σκεφτόμαστε ποιοι δεν έγραψαν, αλλά και τούτο είναι δύσκολο γιατί φυλλομετρώντας τις σελίδες που αναφέρονται στο θέμα αυτό και βλέποντας τις μονογραφίες, τα αφιερώματα των περιοδικών και τις άπειρες εκδηλώσεις, συνέδρια και ημερίδες για τον ποιητή, τότε πραγματικά δυσκολεύεται κάποιος να βρεί αν κάποιος δεν έχει γράψει ή μιλήσει ακόμα. Σε τούτο το κείμενο θα περιοριστώ μόνο στην αναφορά του Γιώργου Π. Σαββίδη, που έγινε στο αθηναϊκό Βήμα πριν από μισόν αιώνα: «Λογικά η Κύπρος απομένει ο μόνος εξωελλαδικός χώρος από τον οποίο πια μπορούμε να προσδοκούμε μιαν άμεση ανανέωση της ποιητικής μας...». Και τούτο το κεφάλαιο κλείνει με φωτογραφίες από το αρχείο του ποιητή από συνέδρια μαζί με ομότεχνούς του, κριτικούς και γενικά ανθρώπους του πολιτισμού.

Οι επόμενες εκατό σελίδες, ίσως, είναι οι πιο σημαντικές σελίδες αυτού του λευκώματος, γιατί ο λόγος δίνεται στον ποιητή. Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης είναι ένας από τους πιο σπουδαίους δοκιμιογράφους. Όσοι έχουν γνωρίσει το δίτομο έργο του Ολισθηρός Ιστός και το πιο πρόσφατο Εν δορί κεκλιμένος στα οποία συγκέντρωσε τα δοκίμια, τις μελέτες, τα άρθρα και τις συνεντεύξεις του, πολύ εύκολα θα το διαπιστώσει. Είχα την τύχη να ψελλίσω κι εγώ λίγα λόγια σ’ ένα αφιέρωμα περιοδικού για τον ποιητή. Σχολίασα τον τίτλο του βιβλίου Εν δορί κεκλιμένος. Η πρώτη και η καταληκτική παράγραφος εκείνου του κειμένου μου είναι αυτά που θα ήθελα να πω για τούτες τις εκατό σελίδες του λευκώματος:

Ένα πρωτόγονο ανθρωποειδές, πριν από μερικά εκατομμύρια χρόνια, στην καθημερινή του περιδιάβαση για αναζήτηση τροφής, παρατηρούσε τα κοχύλια, τα όστρακα και κάθε τι που είχε παράξενο σχήμα, ιδιάζουσα επιφάνεια και πρωτόγνωρο χρώμα. Τα έπαιρνε στο χέρι του, τα μελετούσε με μεγάλη περιέργεια και κάποτε τα κουβαλούσε στη σπηλιά του. Κάθε μέρα τα περιεργαζόταν, άπλωνε τα χέρια δείχνοντάς τα στους αδιάφορους συγκατοίκους του, μα κάποια μέρα, μετά από πολύν καιρό, τα έβαλε στη σειρά και με πολλές προσπάθειες βρήκε τρόπο και τα κρέμασε στον λαιμό του. Τότε μια παράξενη χαρά τον πλημμύρισε. Ένα ψέλλισμα ευχαρίστησης βγήκε από τα σωθικά του, καθώς στα χείλη του χαρασσόταν ένα χαμόγελο[1]. Κάτι είχε αλλάξει: από τροφοσυλλέκτης κι ύστερα κυνηγός έγινε και κυνηγός της ομορφιάς. Έγινε άνθρωπος και τότε... κάθε πράγμα, κάθε σχήμα, κάθε χρώμα απόκτησε πια το όνομά[2] του. Και από τότε, κονταροχτυπιέται όχι μόνο για την εξασφάλιση της τροφής του, αλλά κονταροχτυπιέται και με τον ίδιο τον εαυτό του ακόμα κονταροχτυπιέται για την ομορφιά...

    ...έτσι κι ο ποιητής: όπως τον άνθρωπο που έβαλε σε τάξη τις χάντρες και πέρασε στον λαιμό του το περιδέραιό του, έτσι κι αυτός βάζει σε τάξη τις δικές του χάντρες δεν αφήνει ψίχουλο να πέσει κάτω. Κι αυτά τα ψίχουλα, οι λέξεις δηλαδή, τοποθετούνται με μαεστρία στη θέση που επιλέγει και τα μετατρέπει σε πετράδια, που λάμπουν πια σε περίτεχνα κοσμήματα τα κοσμήματα του Λόγου. Το σύνολό τους αποτελεί τον αμητό της σοφίας όχι μόνο της δικής του, αλλά και της σοφίας, γενικότερα, του ανθρώπου, από την εποχή της εξανθρώπισής του. Το δικό του δόρυ δεν είναι από το ξύλο της εύκαμπτης μελίας αλλά από διαλεχτές λέξεις, τοποθετημένες με τέτοιον τρόπο στη σειρά ώστε να σημαίνουν βαθύτερα νοήματα, να τις οδηγεί πιο πέρα το δικό του δόρυ είναι το σώμα του Λόγου του. Μιλώ, βέβαια, για τον ποιητή μας, τον Κυριάκο Χαραλαμπίδη, τον κεκλιμένο στο δόρυ του, στο δόρυ που τόσοι και τόσοι επαΐοντες μίλησαν με θαυμασμό. Τον ευχαριστούμε, που μοιράζεται μαζί μας το δυνατό κρασί του, ακολουθώντας τη λόγια παράδοση αιώνων, που φτάνει μέχρι τον Όμηρο, που όντας τυφλός, είναι κι αυτός εν δορί κεκλιμένος.

Ένα πολύ χρήσιμο χρονολόγιο παρατίθεται στο τέλος του βιβλίου, που ξεκινά από τη χρονιά γέννησης του Κυριάκου Χαραλαμπίδη μέχρι και το 2024, χρονιά έκδοσης του Λευκώματος. Πιστεύω πως το χρονολόγιο θα ήταν ακόμα πιο χρήσιμο αν παράλληλα με τα γεγονότα από τη ζωή και τη δημιουργία του δίδονταν πληροφορίες για γεγονότα από τη ζωή και την πνευματική κίνηση στην Κύπρο, την Ελλάδα και τον υπόλοιπο κόσμο. Το χρονολόγιο δίδεται και μεταφρασμένο στα αγγλικά, καθώς και μια επιλογή είκοσι πέντε ποιημάτων από διάφορες συλλογές.

Αξίζουν συγχαρητήρια στον Ρήσο Χαρίση για την εργασία του αλλά και στους άλλους συντελεστές της μνημειώδους αυτής έκδοσης, το ζεύγος Πέτρο και Αυγή Παπαπέτρου και τον Στέλιο Γιωργαλλίδη της χορηγού Κεντρικής Ασφαλιστικής.

Ο Κυριάκος Χαραλαμπίδης δεν γνωρίζω αν έγινε, τελικά, ένα ποίημα. Εκείνο που γνωρίζω είναι ότι δεν έχει σωπάσει ποτέ και ζει μέσα στην Ποίηση!

5 Μαρτίου 2025

 ----------σημειώσεις----------    

[1] Ο Κυρ. Χαραλαμπίδης, στην πρώτη του ποιητική συλλογή, Πρώτη Πηγή, 1961, προτάσσει στα ποιήματα: «εν αρχή ο Θεός εποίησεν ένα χαμόγελο».

[2] Γιώργος Σεφέρης, Δοκιμές, Ίκαρος, Δ΄ έκδοση, σελ. 139: Στερνός σκοπός του ποιητή δεν είναι να περιγράφει τα πράγματα αλλά να τα δημιουργεί ονομάζοντάς τα είναι νομίζω και η πιο μεγάλη χαρά του.




--------------------

Είχα την τύχη να φιλοτεχνήσω το δίπλωμα της βράβευσής του για τη συλλογή του ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΟΥΣΑ

1 Μαρ 2025

ΑΝΘΙΣΜΕΝΕΣ ΑΜΥΓΔΑΛΙΕΣ ΣΤΟΝ ΜΑΧΑΙΡΑ


ΑΝΘΙΣΜΕΝΕΣ ΑΜΥΓΔΑΛΙΕΣ ΣΤΟΝ ΜΑΧΑΙΡΑ
[Λεπτομέρεια από τον πίνακα του Γ. Πολ. Γεωργίου, "Ες αεί", εμπνευσμένο από τη θυσία του Γρηγόρη Αυξεντίου, στις 3 του Μάρτη το 1957].


Κυριάκου Χαραλαμπίδη
ΤΟ ΚΛΕΙΔΙ

(Σημείωση τοῦ ποιητῆ: Τίτλος: Τὸ χρυσὸ κλειδὶ τῆς Λευκωσίας. Τὸ πρόσφερε ὁ Δήμαρχος τῆς πόλης στὴ Βασίλισσα τῆς Ἀγγλίας, ὅταν ἐπισκέφθηκε τὴν Κύπρο στὸ πλαίσιο τῆς Διάσκεψης Κορυφῆς τῆς Κοινοπολιτείας (21-25.10.1993). Ἡ ἐπίδοση τοῦ κλειδιοῦ στὴ «βασίλισσα τῆς ἀγχόνης», ὅπως χαρακτηριστικὰ τὴν ἀποκάλεσαν, ξύπνησε μνῆμες ὀδυνηρές, προκάλεσε διαμαρτυρίες καὶ ζωηρὲς συζητήσεις).

Οἱ φρόνιμοι κι οἱ νούσιμοι μᾶς λέγανε: Φιλᾶτε 
χέρι ξερὸ οἱ ἀδύναμοι∙ δὲν πρέπει νὰ ξεχνᾶτε 
πὼς χρεία εἶναι νὰ σκύβουμε, νὰ κρύβουμε τὴ σκέψη 
καὶ στὴν τρανὴ Βασίλισσα νὰ δίνουμε κλειδί. 

Τί σημασία ἔχει ποὺ ἡ Regina 
δὲν ἔστεργε στὰ νιᾶτα της μιὰ στάλα χάρη 
σὲ φλογεροὺς ἀγωνιστές; φούρκιζε τὴν ψυχή τους. 
Σάμπως κι ὅταν ὑπέγραφε γνώριζε κὰν γραφή; 
Ἄλλοι σπουδάζανε γι' αὐτήν, ἄλλοι γι' αὐτὴν νοιαζόντανε, 
λουζόντανε, κοιμόντανε, σμίγανε τοὺς ἀντράδες, 
σὲ πόλεμο πηγαίνανε καὶ φυσικὴν ἀνάγκη. 
Ὅλοι γι' αὐτὴν ὑποταγήν, γιὰ λόγου της ξοδεύονταν. 

Ἔτσι λοιπὸν ἀνοίγοντας ὁ γελωτοποιός της 
τὴν τρομερὴ δεφτέρα του, τὴν Γκίνες καλουμένη, 
διαβάζει αὐτά: Ἡ θεόπεμπτη (περίχυτος ἰσχύος) 
κατήντησε, ὡς βασίλισσα τῆς Ἰγγλετέρας, νὰ εἶναι 
ἡ πλουσιότερη στὴ γῆ θνητή ‒μπὰ σὲ καλό της! 

Δὲν τὴν ἀρκοῦσε ποὺ ἤτανε μὲ νύφες καὶ μ' ἐγγόνια 
ἤθελε καὶ χρυσᾶ κλειδιὰ μὲς στὰ κλουβιά της. 
Καὶ πῶς ἀλλιῶς θ' ἀνέδιδε ὀσμὴν τῆς βασιλείας; 
Πῶς νὰ φουσκώσει τὸ ψωμὶ τῆς Κοινοπολιτείας; 

Βρῆκε τὴ λύση ἡ καψερὴ∙ ἔφαγε τὸ φεγγάρι 
καὶ πέταξε τὰ φλούδια του στὴ θάλασσα τῆς Κύπρου. 
Σκίζει τὸν κόρφο της γοργά, ἀπόδειξη νὰ λάβει: 
Χρυσὸ κλειδὶ ν' ἀναδυθεῖ στὴ θέση του κυμάτου 
νὰ πάρει χρῶμα κι ἄρωμα λόγιομου αἱμάτου 
νὰ στάζουν χάρες καὶ χαρὲς τὰ χείλια καὶ τὰ στήθια 
τῆς τρομερῆς λευκῆς θεᾶς τοῦ σκοταδιοῦ. 

Μὴ γελαστεῖτε, ἁπλοϊκοὶ νησιῶτες τοῦ προβάτου, 
νὰ δῶστε χάλκινο κλειδὶ καὶ μᾶλλον σκουριασμένο. 
Μὴ σᾶς ξεμοναχιάσουνε καὶ σᾶς συμπαρασύρουν 
μισὸ νὰ δώσετε κλειδὶ μιᾶς πόλης μοιρασμένης. 
Ὀργὴ καὶ πάθη, τραύματα παρωχημένα κι ἄλλα 
πολλὰ καὶ σειρηνοειδῆ τραγούδια τῆς ψυχῆς σας 
νεκρῶστε τα πρὶν εἶναι ἀργά, πρὶν ἐγκιβωτισθεῖτε. 
Ἐμεῖς σοφὰ ὁμιλήσαμε∙ ἡ ἐκλογὴ δική σας. 

Τ’ ἄκουσε ὁ κλειδοκράτορας τῶν Οὐρανῶν ὁ Πέτρος 
καὶ σιγανομουρμούρισε ἕνα χαλκὸ τραγούδι: 
Φεγγάρι ἐδῶ, φεγγάρι ἐκεῖ, «νάσος τὰς Ἀφροδίτας», 
πόσο μακραίνουν τὰ μαλλιὰ σὰν κλίμακα Ἰωάννου! 
Πόσο μ' ἀγγίζει τὸ φιλὶ στὴν ταπεινὴ καρδιά μου, 
κι ἂν πέφτει σκύβω πιάνω το νά 'ρθῶ στὰ σύγκαλά μου. 

Ὀκτώβρης 1993 

[Κ. Χ., "Μεθιστορία", ΑΓΡΑ 1995, σελ. 109]