27 Ιουλ 2021

"...ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΗΜΟΣ ΜΑΣ"

 
 
"...ΑΥΤΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΚΑΗΜΟΣ ΜΑΣ"
 
Το 1983, ο Σύνδεσμος Μητέρων Εκτοπισθέντων Μαθητών Αμμοχώστου, εξέδωσε ένα μικρό βιβλιαράκι με κείμενο και επιμέλεια του Θεοδόση Νικολάου. Στο τέλος του κειμένου, πρόσθεσε τέσσερις σελίδες από το Χρονικό του Μαχαιρά, με την ανεπανάληπτη βυζαντινίζουσα γραφή του. Φαινόταν κάπως ασύνδετο με το κείμενο και τον ρωτούσαν γιατί το έβαλε. Κάποια στιγμή μου είπε: "Θα έρθει μια μέρα που θα καταλάβουν".
 
 Θ ε ο δ ό σ η   Ν ι κ ο λ ά ο υ

 Η Πνευματική Φυσιογνωμία της Αμμοχώστου

και Εξήγησις του Λεοντίου Μαχαιρά

Όπως μια προσωπογραφία θα ξεκινήσει από ένα πρόχειρο με μολύβι σχεδίασμα, και σιγά – σιγά θα προβάλλει η μορφή έντονη με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της, έτσι αρχίζει και η πνευματική φυσιογνωμία της Αμμοχώστου.

Ως το 1878, χρονιά που παίρνουν την Κύπρο οι Άγγλοι, η πνευματική ζωή ήταν ανύπαρκτη. Οι άνθρωποι ζούσαν, προσπαθώντας να επιβιώσουν, γύρω από τις εκκλησίες του Αγίου Νικολάου, της Αγίας Ζώνης, του Τιμίου Σταυρού. Ωστόσο το μικρό καντήλι με το λιγοστό του φως, με τη φλόγα του ασθενική να τρεμοσβήνει, δεν έσβησε. Οι παπάδες και οι ιερομόναχοι, οι εφημέριοι των εκκλησιών, κράτησαν τη φλόγα του αναμμένη. Και όταν ήρθαν καλύτεροι καιροί, εκείνη η φλόγα γίνεται φως που διαχέεται και καταυγάζει ολόκληρη την πόλη που άρχισε ήδη να αναπτύσσεται και να επεκτείνεται προς όλες τις κατευθύνσεις.

Την πνευματική ανέλιξη της Αμμοχώστου μπορούμε να τη δούμε σε τρία στάδια. Το πρώτο στάδιο αρχίζει το 1878 και φτάνει ως το 1924, το δεύτερο στάδιο από το 1924 ως το 1945 και το τρίτο, από το 1945 ως το 1974.

ΠΡΩΤΟ  ΣΤΑΔΙΟ (1878 – 1924)

Όταν οι Άγγλοι πήραν στην κατοχή τους την Κύπρο, το Βαρώσι ήταν ένα χωριό με πληθυσμό περίπου 2000, χωσμένο μέσα στις απέραντες εκτάσεις των κήπων του με τις πορτοκαλιές και τα άλλα οπωροφόρα δέντρα. Η αγορά ένας δρόμος, με λίγα εμπορικά, λίγα πανδοχεία, πολλά αγγειοπλαστικά εργαστήρι (κουζαρικά), καφενεία με ναργιλέδες και σερμπέτια, που ένωνε την ενορία του Αγίου Νικολάου με την ενορία της Αγίας Ζώνης.

Η εκπαίδευση τώρα αρχίζει να γίνεται ανεξάρτητη από την εκκλησιαστική επιρροή. Μπορεί τα σχολεία στην αρχή να λειτουργούσαν σε υποστατικά των εκκλησιών, όπως το σχολείο της Αγίας Ζώνης, αλλά οι διδάσκαλοι δεν ήταν πια κληρικοί.

Κέντρα τώρα της πνευματικής ζωής είναι τα σχολεία, και πνευματικές εκδηλώσεις πρέπει να θεωρήσουμε τις απαγγελίες, τους διαλόγους και τα τραγούδια των μαθητών στις διάφορες εθνικές και σχολικές γιορτές. Είναι τα Αρρεναγωγεία με Διευθυντές τους Πολύβιο Παπαδόπουλο και Μιχαήλ Κούμα, και το Παρθεναγωγείο με την Ελένη Χατζηπέτρου. Η Ελένη Χατζηπέτρου ίδρυσε και το Φιλόπτωχο Σύλλογο (1905) που αργότερα εγκαθίδρυσε την εορτή των Ανθεστηρίων με τη θεαματική παρέλαση των ανθοστόλιστων αρμάτων και την Πομπή των Παναθηναίων.

Το 1911, τριαντατρία χρόνια ύστερα από την Αγγλική κατοχή, ένα μεγάλο γεγονός σημαδεύει την ιστορία της πόλης μας. Η ίδρυση του Συλλόγου με το όνομα «Αναγνωστήριον Ανόρθωσις». Εδώ θα αρχίσουν να γίνονται διαλέξεις, δημιουργείται η πρώτη μαντολινάτα της πόλεως, η πρώτη βιβλιοθήκη. Από την Αθήνα και τα άλλα κέντρα το Ελληνισμού καταφθάνουν εφημερίδες και περιοδικά που διαβάζονται με πραγματική δίψα από τα μέλη του Συλλόγου. Η Ανόρθωσις καλλιεργεί το εθνικό αίσθημα και πρωτοστατεί σε κάθε εθνική εκδήλωση.

 Σ’ αυτή την περίοδο εκδίδονται και οι πρώτες τοπικές εφημερίδες με πολιτικό, σατιρικό και φιλολογικό περιεχόμενο όπως το «Πύξ Λάξ» (1903 – 1908) του Ζαχαρία Γ. Σωτηρίου, η «Σαλαμίς» (1907 – 1911) του Λ.Γ. Ζαλουμίδη, η «Αμμόχωστος» (1912-1921) και πάλι του Ζαλουμίδη, η «Μικρούλα» (1918 0 1919), λόγω του μικρού σχήματος της, του Λ.Γ. Λοϊζου, και το περιοδικό η «Νέα Εποχή» του Γιάννη Σταυρινού Οικονομίδη. Ξεχωριστή όμως θέση ανάμεσα σ’ αυτά τα έντυπα κατέχει η φιλολογική δεκαπενθήμερη Εφημερίδα των Κυριών «Εστιάδες» (1913) με διευθύντρια και συντάκτη την Περσεφόνη Παπαδοπούλου που ως παιδαγωγός άφησε έντονη τη σφραγίδα της στην εκπαίδευση και στην Κύπρο, αλλά και στην Ελλάδα. Ήταν Διευθύντρια της Παιδαγωγικής Ακαδημίας Πατρών.

 ΔΕΥΤΕΡΟ  ΣΤΑΔΙΟ (1924 – 1945)

Η κατασκευή του λιμανιού, η εγκαθίδρυση της σιδηροδρομικής επικοινωνίας με τη Λευκωσία, η ίδρυση κυβερνητικών τμημάτων και η εγκατάστασή τους σε μεγαλοπρεπή κτήρια, η ανάπτυξη του εμπορίου κ.α. μετατρέπουν το Βαρώσι σε πόλη με μεγάλες προοπτικές αυξήσεως του πληθυσμού και οικοδομικής επεκτάσεως.

Το 1924 το Υπουργείο Παιδείας και Θρησκευμάτων της Ελλάδος αναγνωρίζει το πλήρες εξατάξιο Γυμνάσιο της πόλεως, που είχε αρχίσει τη λειτουργία του από το Σεπτέμβριο του 1923, ως ισότιμο με τα άλλα εξατάξια Γυμνάσια της Ελλάδας. Καθηγητές και Γυμνασιάρχες με πνευματικό ανάστημα επανδρώνουν το νέο σχολείο, και ταυτόχρονα επεκτείνουν τις πνευματικές τους δραστηριότητες στην πόλη.

Αναφέρω τον Δημήτριο Χαμουδόπουλο. Ο Χαμουδόπουλος είναι μια σημαντική πνευματική φυσιογνωμία του Ελληνισμού. Άριστος διδάσκαλος, παιδαγωγός και επιστήμονας, γνώστης της ελληνικής και ευρωπαϊκής φιλολογίας, ευφραδής ρήτορας και ομιλητής, έδωσε τα πρώτα χαρακτηριστικά στην προσωπογραφία της Αμμοχώστου. Πρόσφυγας από τη Σμύρνη, ήταν και ένας εξαίρετος ποιητής.

Τραγουδά:

Φτωχός, διωγμένος ραψωδός πατρίδος ορφανής

Μες στη καρδιά μου φύλαξα την πολυπικραμένη

Την αγωνία και το χαμό της ώρας της στερνής

Που απλώθηκε στη δύστυχη τη γη τη ρημαγμένη.

Οι στίχοι είναι από το ποίημά του «Αφροδίτη Παρηγορήτρα» όπου εκφράζει την ευγνωμοσύνη του για την ελπίδα που βρήκε στην πόλη μας «μες στο αντάρεμα του μαύρου σπαραγμού». Τα ποιήματά του εξέδωσε λίγους μήνες μετά το θάνατό του η γυναίκα του με τον τίτλο «Λησμονημένοι Σκοποί{ (1928).

Από τους εκπαιδευτικούς επίσης ο Αρσένιος Νικολαϊδης (1890 – 1964) δημοσίευσε αφηγήματα και ιστορικές μελέτες σε εφημερίδες και περιοδικά. Ο Μιχαήλ Κούμας εμπνευσμένος από τις παραδόσεις του τόπου μας έγραψε τα «Κυπριώτικα Διηγήματα» (1928). Ο Κυριάκος Παύλου Ρωσσίδης συγκεντρώνει σε βιβλίο μικρά κείμενά του με τον τίτλο «Τίποτε απ’ ΄Όλα» (1933).

Το 1930 ιδρύθηκε και το Λύκειο Ελληνίδων Αμμοχώστου από τη Μαρία Π. Ιωάννου. Ο χώρος του Λυκείου γίνεται ένα άλλο ακόμη βήμα από όπου θα δίδονται διαλέξεις και συναυλίες από σημαντικούς καλλιτέχνες και λογοτέχνες στις εβδομαδιαίες φιλολογικές του συγκεντρώσεις καθιερώνει επίσης τις παραστάσεις του θεάτρου για παιδιά: το παιδικό θέατρο.

Την ίδια εποχή ιδρύεται ακόμη ένα σχολείο Μέσης Παιδείας, η «Ανωτέρα Αγγλική και Εμπορική Σχολή Βαρωσίων» του Αντώνη Σιακαλλή. Επίσης το Σωματείο «Ανόρθωσις» μετονομάζεται σε «Μουσικοφιλολογικός και Φιλαθλητικός Σύλλογος η Ανόρθωσις» και συνεχίζει την πλούσια δράση του. Το 1933 εκδίδει με πρόλογο του Κώστα Προυσή την ποιητική συλλογή του Παύλου Λιασίδη «Τα Φκιόρα της Καρκιάς μου».

Χαρακτηριστικό επίσης στο στάδιο αυτό, όπως και στο προηγούμενο, είναι η έκδοση τοπικών εφημερίδων. Εκδίδονται «Το Ελεύθερον Βήμα – Κόπανος» (1921 – 1930) του Ι.Σ. Δικωμίτη, η «Πρόοδος» (1925) του Λ.Γ. Ζαλουμίδη, η «Δημιουργία» (1926-1929) του Κυριάκου Παύλου Ρωσσίδη με υποδιευθυντή το Λ.Γ. Ζαλουμίδη, και τέλος η «Ακρόπολις» των Αναστάση Οικονομίδη και Ανδρέα Χ. Γαβριηλίδη.

Ο Λουκάς Γ. Ζαλουμίδης είναι μια γραφική φυσιογνωμία, με άνθος στην κομβιοδόχη, τακτικός ρήτωρ στην επέτειο της Εθνικής μας παλιγγενεσίας με τη συνήθη αρχή «Ανέτειλε και πάλιν...», με πλούσια εκδοτική δράση.

Οι εκδοτικές του προσπάθειες εν τέλει θα τον εξαντλήσουν οικονομικά, γιατί όπως χαρακτηριστικά παρατήρησε ο καθηγητής κάποτε των Γαλλικών στο Γυμνάσιο, μανιώδης συλλέκτης γραμματοσήμων, βιολιστής και ζωγράφος, νομικός και φιλοσοφών στη ζωή Μιχαλάκης Χατζηδημητρίου, «Ο Ζαλουμίδης έβκαλεν εφημερίδαν το τζαιρόμ που ο κόσμος εν ήξερεν να δκιεβάσει».

Ταιριάζει στο σημείο αυτό να αναφέρουμε πως μια συγκεντρωτική έκθεση των έργων του Χατζηδημητρίου στην Πινακοθήκη του Δήμου Αμμοχώστου, λίγο πριν το 1974, έδειξε πως η ενασχόλησή του με την τέχνη δεν ήταν καθόλου περιστασιακή.

Σημαντική μορφή, όχι μόνο για την πόλη αλλά γενικότερα για την Κυπριακή λογοτεχνία, είναι ο Νίκος Σ. Βραχίμης (1914-1961). Έργα του σε βεβλία είναι το «Eldorado» (1934), οι «Μεταπτώσεις» (1939), τα «Αποσπάσματα» (1941) και «Ο Άγνωστος» (1944). Πολλά επίσης άλλα ποιήματα και διηγήματά του είναι δημοσιευμένα στα περιοδικά «Κυπριακά Γράμματα», «Φιλολογική Πάφος» και «Κυπριακά Χρονικά». Ο Ν.Σ. Βραχίμης είναι από τους πρώτους Κύ0πριους ποιητές που προσπάθησε να γράψει με τη σύγχρονη αίσθηση και τεχνοτροπία. Στην πεζογραφία του διασπά το μύθο, και με τη χρήση του εσωτερικού μονολόγου περιγράφει ψυχικές καταστάσεις, ελευθερωμένες από τη χρονική αλληλουχία συνταιριάζοντας πεζά στοιχεία της καθημερινότητας με στοιχεία ποιητικής εξάρσεως.

Στα χρόνια του Β’  Παγκοσμίου Πολέμου φροντισμένες και αξιόλογες ήταν οι θεατρικές παραστάσεις που έδωσε ο Φώτος Χατζησωτηρίου με έργα δικά του και ξένα ιδρύοντας την «Ελεύθερη Σκηνή».

ΤΡΙΤΟ  ΣΤΑΔΙΟ (1945 – 1974)

Με το τέλος του πολέμου αρχίζει μια νέα εποχή για την Αμμόχωστο. Ο πληθυσμός αυξάνει και η πόλη επεκτείνεται τόσο ώστε οι ενορίες της να ενώνονται η μια με την άλλη. Ανακαλύπτεται τώρα και η θάλασσα. Κτίζονται πολλά παραλιακά σπίτια και αποπερατώνονται και τα πρώτα ξενοδοχεία. Στο στάδιο αυτό η πόλη εγκαταλείπει την ονομασία της Βαρώσια από την τουρκική λέξη varos: προάστειο, και υιοθετεί την ελληνική ονομασία Αμμόχωστος.

Προσωρινή ύφεση στην πνευματική ζωή παρουσιάζεται κατά τα έτη του απελευθερωτικού αγώνα 1955 – 1959. στα χρόνια αυτά μόνη μέριμνα ήταν ο αγώνας. Με την ανεξαρτησία όμως τα πνευματικά ενδιαφέροντα συνεχίζονται με μεγαλύτερο ακόμα ενθουσιασμό.

Τα σχολεία συνεχίζουν τις πνευματικές τους εκδηλώσεις με χορωδίες, ορχήστρες και θεατρικές παραστάσεις. Οι παραστάσεις των αρχαίων τραγωδιών του Α΄ Γυμνασίου Αμμοχώστου: Ιφιγένεια η εν Ταύροις, Ικέτιδες, Μήδεια, Οιδίπους Τύραννος, στο Ηραίο ή στα Προπύλαια του σχολείου ή στο αρχαίο θέατρο της Σαλαμίνας είχαν ξεπεράσει κατά πολύ τα μαθητικά επίπεδα, και ήταν παραστάσεις με αξιώσεις στον πνευματικό χώρο.

Ο Φιλόπτωχος Σύλλογος, η Ανόρθωση και το Λύκειο Ελληνίδων συνέχισαν τις εκδηλώσεις τους. Αξιόλογο θέαμα ήταν η αναπαράσταση του Κυπριακού Γάμου και το Λύκειο Ελληνίδων.

Ο Δήμος Αμμοχώστου επίσης έρχεται τώρα να επεκτείνει τις δραστηριότητές το στον πνευματικό τομέα. Ιδρύει τη Δημοτική Βιβλιοθήκη και τη Δημοτική Πινακοθήκη. Η Πινακοθήκη συγκεντρώνει ωραιότατα έργα των Κυπρίων και των Ελλαδιτών ζωγράφων: του Κόντογλου, του Τσαρούχη, του Χατζηκυριάκου – Γκίκα, του Μόραλη, κ.α.

Πολλοί ποιητές, πεζογράφοι, μουσικοί, ζωγράφοι έζησαν στην πόλη μας και δημιούργησαν αξιόλογο έργο. Δεν θα αναφερθώ όμως ονομαστικά στο έργο τους γιατί ακόμα συνεχίζουν τη δημιουργία τους.

Ανάμεσά μας έζησε και δημιούργησε το μεγάλο του έργο ο ζωγράφος Γ. Πολ. Γεωργίου (1901 – 1972). Ο Γ. Πολ. Γεωργίου έδωσε με τη ζωγραφική του τη αληθινή αλλά συγχρόνως τραγική ψυχή της Κύπρου. Και αργότερα με τον απελευθερωτικό μας αγώνα απεικόνισε σε μεγάλους πίνακες το τραγικό μεγαλείο της ψυχής αυτής σ’ όλη της την αρχοντιά. Τα «Φυλακισμένα Μνήματα», τα «Κύπρια Σάγα», Ο Αχυρώνας στο Λιοπέτρι», το «Γρηγόρη, ες αεί», είναι έργα με επικές διαστάσεις και επιτεύγματα μοναδικά. Έργα του κοσμούν πολλές γκαλερίες και Μουσεία στην Ευρώπη και την Αμερική. Η διεθνής κριτική μίλησε με ενθουσιασμό για τον Γεωργίου, και τον αναγνωρίζει ως σημαντικότατο ζωγράφο.

Η πόλη μας είχε την ευτυχία και τη χαρά να φιλοξενήσει σημαντικούς πνευματικούς ανθρώπους, κι ανάμεσα σε πολλούς άλλους, τους ποιητές Γιώργο Σεφέρη και Οδυσσέα Ελύτη. Καλεσμένοι στην Κύπρο από το φίλο τους κ. Ευάγγελο Λ. Λουίζο έμειναν στον «σπίτι που πάει να γίνει φυτό», όπως έγραψε ο Σεφέρης, για το ωραίο αρχοντικό της οδού Ηρακλέους. Το γεγονός έχει μεγάλη σημασία, γιατί καρπός αυτής της παραμονής είναι τα ποιήματα του Σεφέρη «....Κύπρον, ου μ’ εθέσπισεν....» ή όπως αργότερα μετονομάστηκε το βιβλίο του «Ημερολόγιο Καταστρώματος Γ΄», που αναφέρονται στον κόσμο της Κύπρου. Αλλά και στον Ελύτη ανιχνεύουμε τις εμπειρίες της Κύπρου όπως στη «Μαρία Νεφέλη» και σε άλλα του κείμενα.

Ένα άλλο χαρακτηριστικό που διαμορφώνει τη φυσιογνωμία της πόλεως είναι η Βιβλιοθήκη του Δημ. Ν. Μαραγκού μοναδική για τον πλούτο της σε βιβλία που αναφέρονται στην Κύπρο, βιβλία δυσεύρετα και πανάκριβα.

Το πιο σημαντικό όμως γεγονός που ολοκληρώνει τη φυσιογνωμία της πόλεως είναι η ίδρυση του «Επιστημονικού και Φιλολογικού Συλλόγου Αμμοχώστου ΕΦΣΑ, το 1960 . Ψυχή του Συλλόγου ο ιδρυτής και Πρόεδρός του Δρ Κυριάκος Χατζηιωάννου. Ο Δρ Χατζηιωάννου, διαπρεπής εκπαιδευτικός, και επιστήμονας με διεθνή ακτινοβολία, συγγραφέας του μεγαλόπνοου και πολύτομου έργου «Η Αρχαία Κύπρος εις τα Ελληνικάς Πηγάς», κατόρθωσε να δημιουργήσει με τον ΕΦΣΑ αληθινή πνευματική ζωή και πνευματική κίνηση.

Διαλέξεις, ομιλίες, συζητήσεις, εθνικοί εορτασμοί που δεν έμοιαζαν σε τίποτα με ό,τι είχαμε συνηθίσει, τιμητικές εκδηλώσεις ήταν οι δραστηριότητες του Συλλόγου. Διαπρεπείς λογοτέχνες και επιστήμονες, ξένοι και ντόπιοι, ακούστηκαν από το βήμα του ΕΦΣΑ που μπορούσε να συγκριθεί με ένα Ελεύθερο Πανεπιστήμιο.

Και σαν φυσικό αποτέλεσμα όλης αυτής της εργασίας ήρθε η έκοση του Δελτίου του ΕΦΣΑ. Σύγγραμμα ετήσιο που συγκέντρωνε όλες τις δραστηριότητες της χρονιάς. Το Δελτίο είναι πηγή και βοήθημα γι ατη συγγραφή φιλολογικών και επιστημονικών πραγματειών. Την έκδοση που διέκοψε η Τουρκική εισβολή που έκοψε και την ανάσα της πόλεως.

 ΜΕΤΟΙΚΕΣΙΑ

 Με τη μεγάλη πληγή που άνοιξε η Τουρκική εισβολή του 1974 οι κάτοικοι της Αμμοχώστου με πόνο ψυχής, απαρηγόρητοι και συντετριμμένοι βρήκαν καταφύγιο στις ελεύθερες περιοχές του νησιού. Άλλοι έχασαν το νόημα της ζωής, και άλλοι μέσα στα ερείπια της ψυχής τους είδαν το φωτεινό σημάδι της ελπίδας.

 Η πνευματική Αμμόχωστος σιγά σιγά άρχισε να αναστηλώνεται και να συνεχίζει τη δημιουργία της στη διασπορά. Και η πόλη έγινε όραμα, που δεν μπορούν να φθείρουν μήτε οι αρουραίοι, μήτε τα φίδια, μήτε τα στοιχεία της φύσεως, που όπως πληροφορούμαστε πανηγυρίζουν θριαμβευτικά μέσα στα άδεια σπίτια και στους έρημους δρόμους.

Τι να έγιναν οι πίνακες του Γεωργίου και το πανέμορφο σπίτι του; Τι να έγινε το αρχοντικό του Λουϊζου, τα βιβλία του Μαραγκού, οι τάφοι των προσφιλών μας προσώπων, τα κρίνα που ανθοβολούν και ευωδιάζουν μέσα στην καιόμενη αμμουδιά του Αυγούστου;

Στον τόπο της μετοικεσίας μας πολλοί μπορεί να απόκτησαν μεγαλύτερες περιουσίες απ’ αυτές που είχαν στην Αμμόχωστο, πολλοί μπορούν να ζουν κάτω από καλύτερες συνθήκες τώρα. Ο πόνος όμως είναι γιατί χάσαμε το σημείο που στεκόμασταν, αυτό το σημείο που είναι απαραίτητο για ν’ αντλήσεις τη δύναμη να κινήσεις το πλούτος της ψυχής σου και το μεγαλείο της ζωής. Αυτό που είναι αμετακίνητο και σταθερό μέσα στην κίνηση και την παροδικότητα των εγκοσμίων. Αυτός είναι ο καημός μας.

 Εξήγησις του Λεοντίου Μαχαιρά

 Ο καλός ρήγας, ως γοιόν ηξεύρετε και ο δαίμων της πορνείας όλον τον κόσμον πλημελά, τον εκόμπωσεν τον ρήγαν και έππεσεν εις αμαρτίαν με μίαν ζιτίλ αρχόντισσα ονόματι Τζουάνα Λ’ Αλεμά, γυναίκαν του σιρ Τζουάν τε Μουντολίφ του Κυρού της Χούλου, και αφήκεν την αγκαστρωμένην μηνών η’ και πηγαίνωντα ο ρήγας την δεύτερην φοράν εις την Φραγγιάν, έπεμεν και έφερέν την εις την αυλήν η ρήγαινα. Και το να έλθη ομπρός της, ετίμασεν τη αντροπιασμένα λογία, λαλώντα της: «Κακή πολιτική, χωρίζεις με από τον άντρα μου!» και η αρχόντισσα εμούλλωσεν. Και η ρήγαινα ώριζεν τες βάγες της και έριξάν την χαμαί, και έναν γδιν και εβάλαν το απάνω εις την κοιλιάν της και εκουπανίζαν πολλά πράγματα, δια να ρίξει το βρέφος. Και ο Θεός εγλύτωσέν το και δεν έππεσεν. Θωρώντα πως την ετυράνιζεν όλην την ημέραν και δεν έππεσεν, ώρισεν και εσφαλίσαν την εις έναν σπίτιν ως πιθαύριον και ότας εξημέρωσεν ώρισεν και εφέραν την ομπρός της, και εφέραν και έναν χερομύλιν, και απλώσαν την χαμαί και βάλαν το εις την κοιλίαν της και αλέσασιν δύο κοφίνια σιτάριν απάνω εις την κοιλιάν της, και εκρατούσαν την, και δεν έππεσεν το παιδίν. Και ‘ποίκεν της πολλά κακά, και μυρίσματα, τζίκνες, βρώμους, και άλλα κακά, και όσα ωρδινιάζαν οι γιλλούδες και οι μαμμούδες. Και το παιδίν περίτου εδυνάμωννεν εις την κοιλιάν της. Ώρισεν τη να πάγη έσσω της, και επαράγκειλεν της υποταγής της, όσον γεννήση το παιδίν να το φέρουν της ρήγαινας. Και ήτουν εγίνην, και δεν ηξεύομεν τίντα εγίνην το βρέφος το καθαρόν και άπταιστον.

Και μοναύτα ώρισεν η κακή ρήγαινα και επήραν την κακότυχην την λειχούσαν εις την Κερυνίαν, και εβάλαν της εις την γούφαν ήτουν ματωμένην και εκεί εφεντίασεν πολλά, από πάσα πράμαν φεευοένη από τον καπετάνον, δια να τελειώση τον κακόν ορισμόν της άθεης και κακής ρήγαινας. Και διαβαίννοντα 3 ημέρες ο πρίντζης έπεψεν και άλλαξεν τον καπετάνον και έβαλεν άλλον καπετάνον, τον σιρ Ούγκε τ’ Ατιαμέ, ο ποίος ήτον συνγκενής της αρχόντισσας. Και ο κουβενρούρης ώριζεν τον κρυφά να την αναπαύση δια την αγάπην του ρηγός. Ο ποίος σιρ Λουκές εγέμωσεν την γούφαν μίαν κάνναν χώμαν και έβαλεν κάτω πελεκάνον και εκάρφωσάν την με τα σανίδια και έδωκεν της ρούχα και εκοιμάτον και ‘δείσαν καλά και το φαν της και το πιείν της. Τούτα ούλα τα μαντάτα εφτάσαν εις την Φραγγίαν εις τ’ αυτία του ρηγός της Κύπρου.

 Ο ρήγας έγραψεν της ρήγαινας πολλά θυμωμένα:»Έμαθα το κακόν το εποίκες της αγαπημένης μας κυρά Τζουάνας Λ Αλεμά. Δια τούτον τάσσομαι σου, ότι ανισώς και έλθω εις την Κύπρον με καταυγόδιον βοηθώντος Θεού, θέλω ου ποίειν τόσον κακόν όπου να τρομάξουν πολλοί. Δια τούτον πρι να έλθω ποίσε το χειρόττερον το να μπορήσης. Και άνταν επερίλαβεν η ρήγαινα τα χαρτία, εμήνυσεν του καπετάνου της Κερυνίας να έλθη εις την Λευκωσίαν και εμηνύσεν του να φέρη και την γεναίκαν του κρυφά να την ζητήση της ρήγαινας την άνωθεν ταμέ Τζουάνα να την εβγάλη από την γούφαν. Και ούτως εγίνετον, και εβγάλαν την από την γούφαν, και είπαν της: «Εμείς επήγαμεν εις την ρήγαιναν και επαρακαλέσαμέ την και έβγαλεν σε, και ευχαρίσου της». Και επέψαν την εις την χώραν. Η ρήγαινα ώρισεν και εφέραν την ομπρός της, και έρισεν και επέψαν της ό,τι της επήραν αππέσσω της. Και είπεν της η ρήγαινα: Αν θέλης να ήμεστεν φίλαινες και να ‘χης την αγάπην μου, έμπα εις κανέναν μοναστήριν». Η ποία κυρά Τζουάνα είπεν της: «Εις τον ορισμόν σου, κυρά μου. Όρισ’ με εις ποίον μοναστήρι να πάγω». Και ώρισε τη να πάγη εις την Αγίαν Φωτεινήν, η λεγόμενη Σάντα Κλέρα. Η άνωθεν καβαλλαρία εποίκεν χρόνον έναν εις την γούφαν της Κερυνίας και εις το μοναστήριν, και η ομορφία δεν επερκατέβην. . . . . .

Ως γοιόν έρχετον ο ρήγας εις την θάλασσαν, ήρτεν του μία  φουρτούνα μεγάλη, κι επήρεν τάμαν όντα να’ρτη με το καλόν εις την Κύπρον να γυρέψη όλα τα μοναστήρια της χώρας να τα προσκυνήση.

Και επέσωσεν με το καλόν και ήρτεν εις την Λευκωσίαν. Και επήγε να προσκυνήση τα μοναστήρια. Πρώτα επήγεν εις το μοναστήριν της Σάντα Κλέρα και έδωκεν του μισέρ Τουάνη Μουφρή πολλά καρτζά και εβάψαν μιτά του. Και επήρεν ορισμόν από την γουμένην και ενέβησαν εις τα κελλία των καλογριών. Αφόν επροσκύνησεν και ανέβην και εις το κελλίν της τάμου Τζουάνας Λ’ Αλεμάν, και εκείνη εγονάτισεν να φιλήση το χέριν του ρηγός, και ο ρήγας επερίλαβέν την με μεγάλην αγάπην, και ώρισεν και εδώκαν της ονομίσματα και γρόσια αργυρά. Και ώρισεν της μοναύτα να ρίξη το μοναχικόν σχήμα και να πάγη έσσω του, γιατί χωρίς το θέλημάν της τα εφόρησεν δια τον ορισμό της ρήγαινας.


 
 
 

 

25 Ιουλ 2021

Η ΚΥΠΡΟΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ

 

Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ

Γ. Χατζηκωστή: Η Κύπρος στην ιταλική λογοτεχνία

[από το ιστολόγιό μου : ΝΑ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ]

Μια μελέτη για την παρουσία του νησιού μας στην ιταλική λογοτεχνία, κυκλοφορεί από τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων. Συγγραφέας της είναι ο γνωστός φιλόλογος Γ. Χατζηκωστής, με συνεπέστατη –εδώ και μισόν αιώνα– εκδοτική δραστηριότητα, η οποία καλύπτει ιστορικά θέματα, χρονικά, βιογραφίες, ανθολογήσεις, μεταφράσεις, δοκίμια, μελέτες, λογοτεχνικές κριτικές και άλλα. Δεν γνωρίζω το σύνολο των εκδόσεών του, αλλά αν κρίνω από αρκετές καλαίσθητες που έχω στη βιβλιοθήκη μου, η πλειονότητα, αν όχι όλες, είναι αυτοεκδόσεις με δική του επιμέλεια και φροντίδα, μια και δεν δηλώνεται ούτε στον κατάλογο των έργων του, η εμπλοκή κάποιου εκδοτικού οίκου.    

Από τις πρώτες κιόλας αράδες του βιβλίου, στο προλόγισμα τού συγγραφέα, δεχόμαστε το πρώτο ξάφνιασμα: από τις αρχές τού δεκάτου τετάρτου αιώνα, με τα πρώτα κιόλας βήματα της ιταλικής λογοτεχνίας με τον Δάντη, η Κύπρος είναι παρούσα. Κατά τη διάρκεια τής ογδοντάχρονης περιόδου που προηγήθηκε της τουρκικής κατάκτησης το 1571, και πιο πριν ακόμα, κατά τη διάρκεια της Φραγκοκρατίας, είχαν εγκατασταθεί στο νησί πολλοί Ιταλοί –έμποροι, γεωργοί, τεχνίτες κτλ– οι οποίοι έρχονταν σε καθημερινή επαφή με τον ελληνικό πληθυσμό και γινόταν μια πολιτιστική ανταλλαγή. Το κυπριακό ιδίωμα επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό –σε αντίθεση με την γαλλική γλώσσα– γιατί ενσωματώθηκαν σ’αυτό περίπου δύο χιλιάδες ιταλικές λέξεις, από τις οποίες τα δύο τρίτα χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα. Σχετικές είναι οι μελέτες του συγγραφέα «Η παρουσία της ιταλικής γλώσσας στο ελληνικό κυπριακό ιδίωμα, Λευκωσία, 2011» και «Η παρουσία της ελληνικής γλώσσας στην ιταλική, Λευκωσία, 2007».

Η παρούσα μελέτη καλύπτει, όχι εξαντλητικά, μια περίοδο από το 1300 μέχρι και τις μέρες μας, δηλαδή πέραν των 700 περίπου χρόνων. Ξεκινώντας από τον Δάντη και τον Πετράρχη θα συναντήσουμε τον Βοκκάκιο, τον Πολιτσιάνο και τον Αριόστο. Στη συνέχεια, μετά τον Τζιράλντι, Μαρίνο και Φώσκολο, φτάνουμε στον εικοστό αιώνα και στους σύγχρονούς μας Ντ’ Αννούντσιο, Ιανέλλι και Καρνέλο, σίγουρα όμως, θα υπάρχουν πιο πολλοί Ιταλοί λογοτέχνες με μικρές ή μεγαλύτερες αναφορές για την Κύπρο. Εδώ δίνουμε λίγες μόνο χαρακτηριστικές λεπτομέρειες, τις οποίες επισημαίνει ο συγγραφέας στο έργο των λογοτεχνών αυτών, στο βιβλίο όμως, δίνονται όλες οι αναφορές από το έργο τους, βιογραφικά στοιχεία και η εικόνα τής εποχής στην οποία  έζησαν.

Ο Δάντης, ο μεγαλύτερος Ιταλός ποιητής, στο πιο γνωστό έργο του την Θεία Κωμωδία αναφέρεται στην Κύπρο, έμμεσα ή άμεσα, έξι φορές, γεγονός που θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό, αφού ο Όμηρος, όντας Έλληνας και γεωγραφικά πιο κοντά στο νησί, αναφέρει την Κύπρο μόνο τέσσερις φορές. Και ο Πετράρχης στο έργο του αναφέρεται στην Κύπρο, στο ποιητικό του Άσμα του Θριάμβου του Έρωτα, που τη χαρακτηρίζει ως τερπνό και τρυφερό νησάκι, σε ένα άλλο πεζό του όμως, δίνεται εντελώς αντίθετη εικόνα. Από όλους τους λογοτέχνες, πιο πολλά γνωρίζουμε για τη σχέση του Πετράρχη και του Πετραρχισμού στην Κύπρο και αυτό από τη μελέτη της Θέμιδος Σιαπκαρά-Πιτσιλλίδου Ρίμες Αγάπης, Αθήνα 1976.

Η Κύπρος δεν μπορούσε να απουσιάζει από το πιο εκτενές και γνωστό έργο του Βοκκάκιου το Δεκαήμερον. Στο έργο αυτό η Κύπρος, διάφορες πόλεις της, οι άνθρωποί της, η φύση και τα πολύβουα λιμάνια της αναφέρονται σε αρκετές από τις εκατόν ιστορίες του. Από τις σύγχρονες ελληνικές εκδόσεις όμως, απουσιάζουν παντελώς οι μύθοι στους οποίους αναφέρεται η Κύπρος για τον απλούστατο λόγο ότι ανθολογούνται οι πιο πικάντικες με ερωτικό περιεχόμενο. Ο Πολιτσιάνο, κι αυτός, στον αιώνα του, ο μεγαλύτερος Ιταλός ποιητής, στο ερωτικό του Στροφές αναφέρεται εκτεταμένα στην Κύπρο. Το ίδιο και ο Αριόστο, στο, επίσης ερωτικό του ποίημα Άσματα (4.842 οκτάστιχες στροφές), αναφέρεται στην Κύπρο. Η μεγάλη έκπληξη του βιβλίου για μένα –κάτι που δεν γνώριζα– είναι ο Τζιράλντι. Ένα από τα 112 διηγήματα τού έργου Εκατόμυθοι αυτού του παραμυθά, έχει τίτλο Ο Μαύρος της Βενετίας, ιστορία που ο Σαίξπηρ δραματοποίησε με ελάχιστες διαφοροποιήσεις στο γνωστό έργο του Οθέλλος.

Τον κύκλο των λογοτεχνών πριν τον εικοστό αιώνα, κλείνει ο Μαρίνο και ο Φώσκολος οι οποίοι αναφέρονται και αυτοί στην Κύπρο, είναι όμως ενδιαφέρον για το πώς βλέπουν την Κύπρο και οι νεότεροι, Ιταλοί λογοτέχνες: έγραψαν όλοι με αγάπη για το νησί και τη γλώσσα. 

 

 

23 Ιουλ 2021

ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ


 

ΑΓΑΠΗΜΕΝΗ

ΤΟΥ

 ΝΙΚΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ-ΧΑΤΖΗΜΙΧΑΗΛ

Ο μέρες μου κα ο νύχτες μου εναι βάσταχτες δν ντέχω τ βουβό σου κλάμα πο πνίγεται στ βογγητό τῆς φουρτουνιασμένης θάλασσας μέσα μου καθς κούω τὰ σκυλι πο λυχτον κα σο ταράζουν τν πνο κι να πουλ φάντασμα φτεροκοπ κα βροντοφωνάζει πάντα τ διο πονεμένο μοτίβο πάνω π τὶς κκλησις πάνω π' τ χαλάσματα πάνω π τ σπασμένα τζάμια τ σάπια ξύλα τος πεσμένους σοβάδες τος σκουριασμένους σωλνες τος πεταμένους τσίγκους λίγο πι πάνω π τος ρουραίους λίγο πι κάτω π τν μαρο οραν λίγο πι πάνω π τ φίδια λίγο πι κάτω π τν κόλαση λίγο πι πάνω π τν μμο λίγο πι κάτω π' τ μαρο σκοτάδι κα σ ν ξαγρυπνς βουρκωμένη καθισμένη στ χρυσ μμουδιά σου κούγοντας τ κμα πο δν συχάζει ποτ σκάει στ πόδια σου κα θυμσαι τος ρκους πο δίναμε γι αώνια γάπη μόνο πο νας σκοτεινς μοχθηρς κα βάρβαρος Αγουστος τος σκόρπισε στος τέσσερεις νέμους κι φησε σένα μοναχ ν περιμένεις τ φς μις αγς ν ξημερώσει κι φησε μένα μοναχ ν περιμένω τ φς τς δικς σου αγς ν φωτίσει τ πρόσωπό μου μ γ θ συνεχίσω ν σο μιλάω σιγαν πως πάντα κα θ σ κετεύω ν μ περιμένεις γιατί κάποτε θ ρθει νοιξη κα θ' νθίσουν ο λεμονις κα τότε θ τρέξω κοντά σου ν σ παρασύρω σ' ναν τρελ χορ πο μόνο μες ξέρουμε ν χορεύουμε θ τραγουδ το τραγούδι τν κυμάτων σου θ ναπνέω τν νάσα τν νθν σου τ πράσινο τν φύλλων σου τ κόκκινο τν ρόδων σου τ χρυσ τς μμουδις σου τ λευκ το γιασεμιο σου κα τ' νομά σου πι ψιθυριστ θ προφέρω μ σ ζηλέψουν πάλι. Τ΄αυτιά μου εἶναι κλειστὰ στὸ κάλεσμα τοῦ σκύλου!

Νὰ μὲ περιμένεις ἀγαπημένη! Νὰ μὲ περιμένεις ἀγαπημένη! Νὰ μὲ περιμένεις ἀγαπημένη! 

 

20 Ιουλ 2021

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΣΗΜΑΝΤΩΝ

Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΩΝ ΑΣΗΜΑΝΤΩΝ

Η ΝΙΚΗ ΤΩΝ ΗΛΙΘΙΩΝ

 τοῦ Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαὴλ

 Κάθε Ἰούλιο, ὅταν πλησιάζει ἡ μαύρη ἐπέτειος τοῦ ἄφρονος πραξικοπήματος καὶ τῆς βάρβαρης τούρκικης εἰσβολῆς, ἀλλὰ κι ὅταν γίνεται ἀναφορὰ στὰ «πρῶτα βήματα τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας», θυμᾶμαι μὲ συγκίνηση ἕνα ἀπὸ τὰ τέσσερα χρονογραφήματα ποὺ εἶχε ἐπιλέξει ὁ πατέρας μου, τὰ ὁποῖα ἀπέκοψε ἀπὸ ἐφημερίδες τῆς ἐποχῆς, τὰ κόλλησε σὲ κόλλες τοῦ «τεστέ», ὅπως λεγόντουσαν, καὶ τὰ σχολίασε. Καὶ ὅλα αὐτά, μετὰ ἀπὸ μιὰ ἀπορία τῆς μεγαλύτερης ἀδελφῆς μου, ποὺ εἶχε σχετικὴ ἄσκηση γιὰ τὸ σχολεῖο. Ὁ πατέρας μου, ἕνας ἄνθρωπος τοῦ δημοτικοῦ σχολείου σ' ἕνα μικρὸ χωριό, ἀλλὰ πολυδιαβασμένος, ἄρα καὶ μορφωμένος, ἔπαιρνε καθημερινὰ τρεῖς ἐφημερίδες καὶ τὶς διάβαζε∙ εἶχε τὴν ἱκανότητα νὰ διαβάζει πίσω ἀπὸ τὶς γραμμὲς καὶ νὰ σχολιάζει. Τὸ χρονογράφημα ἔχει τίτλο «Ἡ Σημασία τῶν Ἀσημάντων», εἶναι τοῦ Ν. Ἀλάσιου, φιλολογικὸ ψευδώνυμο τοῦ Ἄντη Περνάρη, καὶ δημοσιεύτηκε στὴν ἐφημερίδα Ἐθνική, στὶς 11 Σεπτεμβρίου 1959. Τὰ ἄλλα τρία ἦταν «ἀθηναϊκά», τοῦ Σακελλάριου, τοῦ Παπαδούκα καὶ τοῦ Μελά.

 «Ἡ Σημασία τῶν Ἀσημάντων» εἶναι μιὰ ἱστορία γιὰ μιὰ ἀσήμαντη ξεχασμένη καστρόπορτα ποὺ ἀφάνισε τὸ Βυζάντιο, γιὰ ἀσήμαντα μυρμήγκια ποὺ γκρεμίζουν σπίτια, γιὰ ἀσήμαντα μαμουνάκια ποὺ χάλασαν ἀποβάθρες, ποὺ τὸ κῦμα χτυπῶντας τις ἐπὶ αἰῶνες δὲν εἶχε κατορθώσει νὰ τοὺς ἀφήσει κανένα σημάδι∙ ἐκεῖνες τίς μέρες εἶχε πέσει μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο μιὰ γέφυρα στὴν Ἰαπωνία. Στὴν τελευταία παράγραφο ὁ συγγραφέας διερωτᾶται: «τέτοια μυρμήγκια, τέτοια μαμουνάκια κι ἐμεῖς, μὴ δὲν ὑποσκάψαμε τὰ θεμέλια μιᾶς ὁλόκληρης αὐτοκρατορίας; Καὶ μὴ δὲν μποροῦμε ὅλοι μαζὶ καὶ καθένας χωριστὰ νὰ κάνουμε μεγάλο καλὸ ἢ μεγάλο κακὸ στὴ δημιουργούμενη τώρα Δημοκρατίας μας; Ἄς μὴ λέμε λοιπόν, «τί σημασία ἔχω ἐγώ, ἕνα ἄτομο;» ...Ἀσήμαντο δὲν εἶναι οὔτε τὸ παραμικρὸ χαλίκι στὸ χτίσιμο ἑνὸς οἰκοδομήματος. Κι ἐμεῖς τώρα δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε ὅτι καλούμαστε νὰ οἰκοδομήσουμε».

 Τὸ σχόλιο, τώρα, τοῦ πατέρα σὲ περίληψη: «τὸ χρονογράφημα δημοσιεύτηκε στὴν ἐφημερίδα Ἐθνικὴ ποὺ ὑποστήριζε ἕνα μικρὸ καὶ ἀσήμαντο κόμμα, σὲ ἀντίθεση μὲ τὸ μεγάλο κόμμα ποὺ εἶχε ὑποστηρίξει καὶ ἀναδείξει τὸν Μακάριο ὡς Πρόεδρο τῆς Δημοκρατίας. Τὸ χρονογράφημα γράφεται μὲ τὴν εὐκαιρία ποὺ καλεῖται ὁ λαὸς νὰ οἰκοδομήσει τὴ Δημοκρατία, γιὰ νὰ ὑπενθυμίσει στοὺς κρατοῦντες ὅτι καὶ ἡ ἀσήμαντη μειοψηφία ἔχει τὴ σημασία της καὶ πρέπει νὰ προσεχτεῖ».

 Κι ἐγώ, ἑξῆντα χρόνια μετὰ ποὺ γράφτηκε αὐτὸ τὸ χρονογράφημα διερωτῶμαι: μήπως ἦταν αὐτὰ τὰ μικρὰ μαμουνάκια ποὺ γκρέμισαν, δεκατέσσερα χρόνια μετά, τὴ Δημοκρατία; Ἀρχίζοντας, βέβαια, τὴν ὑπόσκαψη ἀμέσως μὲ τὴν ἵδρυσή της. Ποὺ δὲν τὰ πρόσεξαν, ποὺ δὲν τοὺς ἔδωσαν σημασία; Δίνω τὴν ἀπάντηση μόνος μου: ἀσφαλῶς καὶ ἦταν αὐτά. Αὐτὰ τὰ μικρὰ καὶ ἀσήμαντα μαμουνάκια, ποὺ ξεχώρισαν ἀπὸ τὴν τάξη τῶν ἀγωνιστῶν τοῦ πιὸ ἡρωικοῦ ἔπους τῆς Κύπρου, τοῦ ἔπους τῆς ΕΟΚΑ, ἔδρασαν χωρὶς λογική, δημιούργησαν τὴν ΕΟΚΑ Β΄, (ἀλήθεια γιατί δημιούργησαν μαχητική, στρατιωτικὴ ὀργάνωση καὶ δὲν εἶχαν δημιουργήσει πολιτικὴ ὀργάνωση ΠΕΚΑ Β΄;), συμμάχησαν μὲ τὴ λαομίσητη, χωρὶς μυαλὸ, καὶ προδοτικὴ χούντα τῶν Ἀθηνῶν, ἔπεσαν στὴν παγίδα τῶν σατανικῶν σχεδίων τοῦ Κίσσιγκερ καὶ παρέδωσαν, τελικά, τὴ μισὴ πατρίδα στὸν βάρβαρο Ἀττίλα, ὁ ὁποῖος σκότωσε, βασάνισε, βίασε, λεηλάτησε, σκόρπισε τὸν ὄλεθρο καὶ τέλος μάς ἔδιωξε ἀπὸ τὰ σπίτια μας. Σήμερα, σαρανταεφτὰ χρόνια μετὰ ὁ εἰσβολέας πατᾶ πόδι στὴν ΑΟΖ τῆς Κύπρου, καταστρέφει τὴν πολιτιστική μας κληρονομιά, ἐξισλαμίζει τὴν κατεχόμενη γῆ μας, πατᾶ τὸ πόδι στὴν Ἀμμόχωστο, δὲν δέχεται νὰ συνομιλήσει καὶ ἀπειλεῖ ὅλον τὸν κόσμο, ὁ ὁποῖος σφυρίζει ἀδιάφορα, πετῶντας κάποια μισόλογα, ποῦ καὶ ποῦ, τάχατες ὑποστήριξης.

 Συνάντησα, λίγα χρόνια μετὰ τὴν καταστροφή, ἕναν συμμαθητή μου, «ἀντάρτη» τῆς ΕΟΚΑ Β΄, ποὺ δημιουργοῦσε μὲ τοὺς φίλους του ἐπεισόδια στὴν Ἀμμόχωστο. Μὲ πλησίασε ὁ ἴδιος καὶ χωρὶς νὰ τὸ ζητήσω ἄρχισε νὰ ἀπολογεῖται: «νόμιζα», εἶπε, «ὅτι βοηθοῦσα τὴν πατρίδα μου». Τοῦ ἔκανα μιὰ ἐρώτηση μόνο: «πῆρες δολάρια;». Ἡ ἀπάντησή του: «κάθε μῆνα καὶ κολλαριστὰ σὲ φάκελο».

 Μετὰ τὴν καταστροφὴ πήραμε κάποια μαθήματα; Ἡ ἱστορία διδάσκει; Κάναμε κάτι γιὰ νὰ διορθώσουμε τὸ κακό; Ὄχι. Προσπαθοῦν νὰ ἐπιρρίψουν τὴν εὐθύνη σὲ ἄλλους. Ἄς μὴ μιλήσουμε γιὰ τὰ προσωπικὰ συμφέροντα καὶ τὴ διαφθορά. Ἔγραψα πρὶν λίγες μέρες: διερωτῶμαι ποιό θὰ εἶναι τὸ μέλλον μας, ἀλλὰ καὶ γενικότερα τὸ μέλλον τοῦ ἑλληνισμοῦ, ἀλλὰ φαίνεται πὼς μόνο ἀπὸ τύχη θὰ ἐπιβιώσουμε... ἡ τύχη ὅμως, χτυπᾶ μόνο προετοιμασμένα μυαλὰ κι ἐμεῖς κάθε ἄλλο παρὰ προετοιμασμένοι εἴμαστε. Κάποιοι φίλοι ἐπαναπαύονται: «ἡ Ρωμιοσύνη θὰ χαθεῖ ὄντας ὁ κόσμος λείψει» ἢ «ἡ Ἑλλάδα ποτὲ δὲν πεθαίνει». Τὴ συνεχῆ συρρίκνωση δὲν τὴ βλέπουν! Ὑπάρχουν καὶ κάποιοι ἀνάμεσά μας, ποὺ ἀγωνίζονται μὲ πάθος, καὶ μῖσος θὰ ἔλεγα, ἐναντίον τῆς πατρίδας μας, ἐξυπηρετῶντας τὰ συμφέροντα τοῦ κατακτητῆ. «Εἶναι λίγοι καὶ ἀσήμαντοι», παρατηροῦν κάποιοι. Ναί, μπορεῖ νὰ εἶναι λίγοι, τὸ κακὸ ὅμως, ποὺ κάνουν εἶναι πολὺ μεγάλο. Ναί, ὑπάρχουν κάποια μικρὰ μυρμηγκάκια, κάποια μικρὰ μαμουνάκια ποὺ ὑποσκάπτουν ὅ,τι ἔχει ἀπομείνει ὄρθιο σ΄ αὐτὸ τὸν τόπο. Χθὲς βράδυ, οἱ βανδαλισμοὶ στὸ Συγκρότημα ΔΙΑΣ μας ἔχει ἀφήσει ἄφωνους. Σὲ κάποια στιγμὴ θὰ καταρρεύσει ό,τι ὑπάρχει ὄρθιο. Κληθήκαμε νὰ οἰκοδομήσουμε τὴ Δημοκρατία μας κι ἐμεῖς τὴν ἀποδομήσαμε.

Πότε θὰ κατανοήσουμε τὴ σημασία τῶν ἀσημάντων; Ἄν ἡ ἱστορία δὲν διδάσκει, τότε δὲν μᾶς ἀπομένει καμιὰ ἐλπίδα.