27 Φεβ 2020

Ο ΦΥΣΟΡΡόΟΣ στο FRACTALART






Απόστολος Θηβαίος 
fractalart.gr, 27 Φεβρουαρίου 2020

Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ 
«Φυσορρόος», εκδ. Βακχικόν

Είναι όμορφες ζωγραφιές οι λέξεις. Σχήμα των χειλιών, χειρονομίες της ψυχής προορισμένες να φθάσουν και να αγγίξουν. Μονάχα έτσι θα μπορούσε κανείς να ερμηνεύσει τα απόφωνα του τίτλου που κοσμείται έξοχα από μια ολάνθιστη γιρλάντα το πολύχρωμο, λαογραφικό αέτωμα του Νίκου Νικολάου – Χατζημιχαήλ. Τα βιβλία για να αναμετρηθούν με την εποχή τους, θα πρέπει να επικαλούνται είτε καινούριες και εύχρηστες φόρμες ή στοιχεία εικαστικής αξίας που να τα κατοχυρώνουν τόσο ως αντικείμενο όσο και ως ουσία.

Ο συγγραφέας της συλλογής διηγημάτων που προτείνεται από τις εκδόσεις Βακχικόν με τίτλο Φυσορρόος αφήνει τα ίχνη του να τα παρασύρει ο άνεμος, ξορκίζοντας τον σπαραγμό και την αθωότητα.  Σαν δυο ακρότατα όρια που περιέχουν όλες τις ανθρώπινες στιγμές. Σαν να νιώθουμε τον άνεμο μέσα από τις σελίδες του βιβλίου να σαρώνει πόλεις και δωμάτια περίκλειστα, να αναπαράγει την ηχώ από νωπούς, αναγκαίους αποχαιρετισμούς. Κάθε φυγή είναι θάνατος. Τέλος οριστικό του τόπου, της αγαπημένης γωνιάς, του τρυφερού αγγίγματος, του θολού προσώπου. Στις ατμόσφαιρες του Ν.Ν. Χατζημιχαήλ λάμνει το προσωπικό βίωμα, η τρυφερότητα μιας αρχαίας μνήμης που μοιάζει απόψε με λέμβο σωστική. Υπάρχει μια γλώσσα στον Φυσορρόο μια μυστική διάλεκτος, υπάρχουν κλειδιά που ανοίγουν πόρτες και παράθυρα στους ίσκιους. Ώσπου να ευφρανθεί η μνήμη και να ζωντανέψει ο άρρητος δεσμός.

Στην μονοσέλιδη, ερμηνευτική παραπομπή όρων της ντοπιολαλιάς που χρησιμοποιεί, ο συγγραφέας δεν αποκαλύπτει το εργαστήριό του. Φωτίζει τα μέσα του τα πιο προσωπικά, εκθέτει τα εργαλεία της ψυχής του, παλιά τιμαλφή που όσο περνούν τα χρόνια προσαυξάνουν την αξία τους, μικρές γεννήτριες μιας λειτουργίας που καλείται ψυχική. Ονόματα λέξεων και λέξεις μαγικές βγαλμένες από την μήτρα καπνισμένων εικόνων, φωσάκια παραμυθιών που φωτίζουν παλιούς δεσμούς, ζώα και πράγματα ενός άλλου κόσμου, αντικείμενα μιας ιστορίας λαϊκής που γίνεται κάποτε μυθολογία και έτσι υπάρχει. Σαν στίχοι των περιβολιών, αιώνια νέοι.

Ποια είναι η Χατζηροδού, τι χρώμα ταιριάζει σε μια μοτοσικλέτα, πόσες λαβές στηρίζουν έναν κρατήρα, ποια να είναι η τεχνοτροπία μιας βενετσιάνικης πύλης; Ποια μυστική διεργασία καθιστά δυνατό το αφάνταστο, εκείνο που με την άλλη του αξία κεντρίζει τις ζωές μας; Ο συγγραφέας της συλλογής Φυσορροός που φθάνει απόψε με το ανοιξιάτικο εξώφυλλό του εδώ σε αυτό το πεντάγραμμο, κινείται ανάμεσα στην αθωότητα και τον χαμό. Η μνήμη του είναι ένας άλλος Άμλετ, ο Ν. Ν. Χ. Καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να του δώσει ξανά την χαμένη σάρκα, την σβησμένη λαλιά του. Πόζες σκληρές και σύντομες παραβολές γεννημένες από το προσωπικό, το βαθύ και άσβηστο χάδι του χρόνου. Λέξεις, ιδέες και σκηνές κατεχόμενες, πλημμυρίζουν τις σελίδες της συλλογής, δίχως να χάνουν το μέτρο μιας αγίας επαρχίας, εξαίσια ζωγραφισμένης από τον ποιητή και όχι τον συγγραφέα. Μες στα κλειστά συρτάρια ο δημιουργός αναδεύει στάχτες και παλιά εγχειρίδια. Ήχοι από πολύβουα ροδάνια και το αργό, μεταφυσικό πέρασμα του καιρού που αθροίζεται στις ρυτίδες των ματιών μας προικίζουν με όσα χρειάζονται τις πολαρόιντ του Νίκου Νικολάου – Χατζημιχαήλ. Και εκείνες φυλλορροούν ως τις καρδιές μας, γίνονται τραγούδια, μεγεθύνονται. Μας αφορούν, εκπληρώνοντας το άλλο, σπουδαίο στοίχημα της ποίησης που δεν είναι διάφορο από την επικοινωνία και την ψυχική συναλλαγή.


ΕΔΩ
▼ 
fractal art


ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΘΗΒΑΙΟΣ



25 Φεβ 2020

Ο ΦΥΣΟΡΡόΟΣ στο PHILENEWS



Ευχαριστώ τον κ. Γιώργο Σαββινίδη [Yiorgos Savvinidis] για τη σημερινή ανάρτησή του στο Philenews, τον διαδικτυακό "Φιλελεύθερο". Είναι μια κριτική ματιά του Ζήνωνα Ζαννέτου, για τον "ΦΥΣΟΡΡόΟ", το τελευταίο μου βιβλίο.

 ΕΔΩ




 



20 Φεβ 2020

Ο ΦΥΣΟΡΡΟΟΣ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ "ΕΝ ΒΙΒΛΙΩ"



ΦΥΣΟΡΡόΟΣ
Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ, Εκδόσεις Βακχικόν
του
Αλέξανδρου Δαμουλιάνου

Η ζωή συνεχίζεται, ο κόσμος χαίρεται όπως σήμερα κι εγώ να γυρνάω στο παρελθόν, να χτυπάω το πόδι κάτω και να νομίζω ότι η γη υποχωρεί, οι θαμπές εικόνες ξεκαθαρίζουν, αλλά τώρα κάνω πως δεν καταλαβαίνω, δεν με ενδιαφέρει γιατί…». Όταν το, πριν γενεί ο κόσμος και οι διάδοχες έννοιές του, χαοτικής μα και αρμονικής καταγωγής ερώτημα, αν η ροή των πάντων και του τίποτα πηγαίνει όπου της υπαγορεύει ο άσωτος εαυτός της, ο φόβος της, δηλαδή, να γίνει κατανοητή, σε αυτοεξευτελιστικό βαθμό, από τη θνητότητα, ή ακολουθεί κάθε ανιδιοτελές λάθος της μοίρας, απαντάται από τη Λογοτεχνία, Πένες σαν του κύριου Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ αποκτούν δικαιωματικά ηγετική σημασία στη φιλοσοφική επανάσταση ζωής και θανάτου, απέναντι στις ρηχόμυαλες εκδοχές τους.

«Ένα κομπολόι καμωμένο από κουκούτσια ελιάς». Στα τριάντα έξι, Τσεχωφικής λεκτικής δυναμικής, διηγήματα της συλλογής «ΦΥΣΟΡΡόΟς», από τις Εκδόσεις Βακχικόν, το «ακροφανές» σημείο, όπου όλες οι ευαισθησίες και οι σκληρότητές του «Έζησα» συμφιλιώνονται ειλικρινώς προτού ανταλλάξουν μεταξύ τους φύσεις, αιωρείται στα επουράνια πελάγη του μοναδικού τρόμου του Θεού, ενός «γιατί», που Του απορροφά την εξουσία της δημιουργίας ανθρώπων-κόσμων, παραδείσων-κολάσεων, έως να βρει μια γη ξένη και να ενσωματωθεί σ’ αυτήν.

«Σε κάποια στιγμή σηκώνεται. Με μικρά βήματα προχωρεί προς το θαμπό πλαστικό παράθυρο». Το κόκκινο είναι η απάντηση του δαίμονα στο παρελθόν του και το θαύμα που δεν προσμένει τον εαυτό του. Ένας μαραθωνοδρόμος χρόνος, ο οποίος πασχίζει να προλάβει την κύρια αντανάκλασή του στον δρόμο προς, κάθε φορά, τον επόμενο αιώνα. Γλώσσα, μαστίγιο της έγνοιας, που αναθρέφει τόσες και τόσες λαλιές.

«Αυτή κοιτάζει για λίγο ακόμα κι ύστερα στρέφεται για να επιστρέψει στη θέση της». Μια μεγαλειώδη γιορτή αποτελεί το εν λόγω ανάγνωσμα, όπου η Γραφή βαπτίζεται και πάλι «χώμα» δικό μας, που το πατούμε και πεθαίνουμε για χάρη του. Συγχαρητήρια και καλοτάξιδο κύριε Νίκο Νικολάου-Χατζημιχαήλ.


ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Τα καλύτερα διηγήματα του συγγραφέα, από τα πιο συγκλονιστικά που έχουν γραφτεί για τη δεύτερη μεγάλη συμφορά που έπληξε τον ελληνισμό, δηλαδή την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ένα αντιπολεμικό παραλήρημα ενός βαριά τραυματισμένου του ’74. Η μάνα του αγνοούμενου που χάνει τα λογικά της και "γυρίζει" στο χωριό της με έναν συγκλονιστικό τρόπο, και σε άλλο ο ορισμός της εσχάτης προδοσίας, μέσα από τα κλειδιά ενός σταυρόλεξου. Ένας γέρο-γητευτής προσπαθεί με γητειές να σβήσει την τούρκικη σημαία στον Πενταδάκτυλο. Ένα σπαρακτικό διήγημα για τις 37 ημέρες που πέρασε ο πατέρας του συγγραφέα στην κόλαση των βασανιστηρίων του Αττίλα. Η περιγραφή της Αμμοχώστου, της πόλης φάντασμα, μέσα από τα μάτια ενός παπαγάλου ο οποίος "ξεχάστηκε" εκεί, ενώ οι κάτοικοι την εγκατέλειψαν για να σωθούν. Τέλος, άλλα διηγήματα της αθωότητας, τρυφερά, αληθινά, έξυπνα, ακόμα και μαθηματικά αποφορτίζουν εντελώς το κλίμα της πρώτης ενότητας.

Φυσορρόος: λέξη συνθηματική, που λέγεται από γητευτή για εκδίωξη κάποιου κακού (από το φυσώ+ρέω).


Αλέξανδρος Δαμουλιάνος, School of Philosophy, BA in Literature at National and Capodistrian University of Athens

17 Φεβ 2020

Ο ΦΥΣΟΡΡΟΟΣ ΣΤΗΝ "ΠΡΩΤΗ ΓΡΑΜΜΗ"




Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ: «Φυσορρόος»
Διηγήματα του σπαραγμού
της 
Χρυσοθέμιδος Χατζηπαναγή

 [Ο Φιλελευθερος, Πρώτη Γραμμή, σελ. 21, 17 Φεβρουαρίου 2020]
 
Μια άρτια επιμελημένη συλλογή διηγημάτων ήρθε στο φως περί το τέλος του περσινού έτους από τις αθηναϊκές εκδόσεις Βακχικόν, που την υπογρά­φει ο γνωστός πέραν των κυπριακών συνόρων ποιητής και διηγηματογράφος Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ. Προτού όμως σε συνεπάρει η ευανάγνωστη γοητεία αιχμαλω­τίζοντας σε με ευρηματικούς αιφνιδιασμούς στη σαγήνη μιας άκρως ενδιαφέρουσας γραφής, στέκεσαι στο καλαίσθητο κυανωπό εξώφυλλο. Το αψιδωτό σχέδιο, με το ζωηρό φύλλωμα τα πολύχρωμα σχηματοποιημένα λουλού­δια κι ανάμεσά τους η κιτρινόμαυρη φτε­ρούγα, σαν άνθος κι αυτή, του μπλε περι­στεριού, δεν παραπέμπει μόνο σε αφηγη­ματικό στιγμιότυπο του δεύτερου στη σειρά διηγήματος, αλλά και στις κεντημέ­νες ή ξυλόγλυπτες διακοσμήσεις των κυ­πριακών παραδοσιακών σπιτιών· ενώ στο μαυρόασπρο οπισθόφυλλο τού προφα­νούς συμβολισμού τα συνοπτικά σχόλια προϊδεάζουν το περιε­χόμενο ορισμένων συ­γκλονιστικών διηγημά­των, εμπνευσμένων από την τραγωδία του 1974.
Οι 180 σελίδες του βιβλίου, συμπερι­λαμβανομένου και χρηστικού γλωσσαρίου, διαρθρώνονται σε τρεις θεματικές ενότητες με 13,12 και 8 διηγήματα αντιστοίχως, που σύμφωνα με τον κεντρικό νοηματικό τους άξονα επιγρά­φονται «Του σπαραγμού», «Της αθωότητας» και «Άλλα διηγή­ματα». Σημειώνεται επίσης ότι πρόκειται για μια συναγωγή ανθολόγησης από τις δύο προηγούμενες διηγηματικές συλλογές του συγγραφέως, «Η κόρη του δραγουμάνου (2003) και «20 Διηγήματα» (2014), καθώς και από άλλες κατά καιρούς δημοσιεύσεις σε λογοτεχνικά περιοδικά.
Οι διηγηματικοί ήρωες της πρώτης ενότητας, αυθύπαρ­κτοι αλλά και υποταγμένοι στην ταυτόσημη τραγική μοίρα του τόπου τους, που συνυφαίνει αυτοτελείς και συγχρόνως συνε­χόμενες τις ιστορίες της ζωής τους από την πρώτη μέχρι τη δεύτερη τουρκοκρατία, κομίζουν τις οδυνηρές συνέπειες στις ρωγμές του ψυχισμού και στο αποτύπωμα του χαρακτήρα τους: αισθήματα οργής και αγανάκτησης ενάντια στον ίδιο αιμοβόρο κατακτητή και στους μισητούς συνεργούς του, τον σπαραγμό του ανεπούλωτου τραύματος, της πίκρας για το άδικο και τον καημό για τον ξεριζωμό της προσφυγιάς, την αιχμαλωσία και την εναγώνια αναμονή των αγνοούμενων, τον εφιάλτη του θανάτου και του ψυχοσωματικού ακρωτηριασμού μαζί με τον ασίγαστο πόθο τής επιστροφής στη γη που τους γέννησε και τους έθρεψε. Κατ' αρχάς, «Η κόρη του δραγουμάνου», η άλλοτε Ωραία Ελένη, είναι η εκατόχρονη γριά στη γειτονιά του συγγραφέως-αφηγητή, που μια μεταγενέστερη ανακάλυψη του σε δημοσίευμα παλιάς κυπριακής εφημερίδας τη συνδέει με τη γυναίκα «εν τω χωρίω Βασιλικά». Τον Οκτώβριο του 1883 ένας Τούρκος με δεκαοχτώ οπλισμένους ομόθρησκους του εισβάλ­λουν έφιπποι στο χωριό για να την απαγάγουν με τη βία, αλλά οι συγχωριανοί της και αρκετοί κάτοικοι των γύρω χωριών τούς αναγκάζουν να φύγουν ντροπιασμένοι. Για να γλυτώσει από μελλοντικές επιθέσεις, ο κύρης της την παίρνει στον δραγομάνο στο Τρίκωμο, που την έχει υπό την προστασία του επί δεκα­οχτώ μήνες, εξ ου και το τιμητικό της προσωνύμιο. Η λεπτομέρεια, ωστόσο, της είδησης ότι μια χριστιανή αγάπησε Οθωμανό διαψεύδεται από την αφήγηση της ίδιας της γριάς στο γειτονό­πουλό της, καθώς τον μόνο που αγάπησε ήταν τον άντρα της, τον Δημητρό. Οι αλληγορικοί συνειρμοί του διηγήματος απη­χούν την τουρκική εισβολή, τον βιασμό και την άλωση των εδαφών μας από τα στρατεύματα του Αττίλα.
Θύμα των τραγικών δρωμένων του 74 ο ήρωας του πρώτου διηγήματος και ακριβολογικά ένας από τους ανώνυμους ήρωες του Πενταδάκτυλου, του οποίου η ασθματική συνεχής αφήγηση σε έναν παραληρηματικό μονόλογο συνάδει με τον φερώνυμο τίτλο «Η ζωή συνεχίζεται». Και συνεχίζεται αγόγγυστα και χωρίς να μετανιώνει για το θυσιαστικό του χρέος προς την πατρίδα, παρά την αναπηρία που του άφησε ο πόλεμος, προσβλέποντας στο δικαίωμα για ένα καλύτερο ειρηνικό αύ­ριο. Έτσι που να μη διαταράσσεται ο ψυ­χικός και διανοητικός κόσμος των ανθρώ­πων, αναβιώνοντας το αποτρόπαιο φάσμα της προδοσίας και του εκτοπισμού, όπως συμβαίνει με τον ήρωα του «Σταυρόλε­ξου» σε αντιπαράθεση με την παχυδερμία της αδιαφορίας και της αλλοτρίωσης, που ενσαρκώνει ο τμημα­τάρχης. Και όπως με εμφαντικές κινηματογραφικές εικόνες μάς παρουσιάζει ο συγγραφέας το δράμα μιας μάνας αγνοούμενου, που καθισμένη στο παγκάκι κάτω από το χιονόνερο και περι­μένοντας «Το λεωφορείο» για το χωριό της το σκοτάδι του νου της την ταξιδεύει μέσα από γνώριμα τοπία, παρακείμενα χωριά και εκκλησιές μέχρι να φτάσει στο σπίτι της, όπου την περιμένει ο Γαβρίλης της. Μα παράλληλη σύλληψη υποβλητικής σκηνο­θεσίας με το διήγημα «Αλλοφροσύνη» του Γιώργου Φιλίππου Πιερίδη. Η νοσταλγία του σπιτιού και η νοερή επιστροφή σε αγαπημένους τόπους, καθώς και σε αξέχαστα νεανικά στέκια ξετυλίγουν το νήμα της διηγηματικής πλοκής, χαρτογραφώντας μνήμες οδοιπορικών και βηματισμούς έντονων παιδικών ανα­μνήσεων, ονειρικές διαδρομές και ανατάσεις εφηβικών βιωμά­των, που φιλοτεχνούν αριστοτεχνικά τα διηγήματα «Το Βένετο ξωπόρτι», «Η κιθάρα», «Επιστροφή στην ευτυχία» και «Η πόλη όλη». Ειδικότερα στο τελευταίο ο ξεχασμένος παπαγάλος του κήπου μπροστά στα προπύλαια του Γυμνασίου μάς οδηγεί στην Αμμόχωστο μέσα από την έρημη λεωφόρο Δημοκρατίας και τα βουβά κτήρια μέχρι τη λυπημένη της θάλασσα μετά την πανι­κόβλητη φυγή των κατοίκων της.
Στο διήγημα «Κομπολόι από κουκούτσια ελιάς» ζού­με τις 37 μέρες δοκιμασίας του πατέρα του συγγραφέως και άλλων αιχμαλώτων συγχωριανών τους στην κόλαση των φυλακών του Αττίλα. Ενώ στο διήγημα «Ως τρέχει ο ήλιος» ο γερο-πρόσφυγας και άλλοτε αγροφύλακας στο χωριό τους, όπως θεράπευε με τη μαγική του τέχνη τις αρρώστιες, θέλει να εξαφανίσει τις κόκκινες σημαίες από τον Πεντα­δάκτυλο, ξορκίζοντας το κακό και προφέροντας στη γητειά του τη λέξη «Φυσορρόος», που ευστόχως δανείζει στη συλλογή τον τίτλο.


[ο ΦΙΛΕΛΕΥΘΕΡΟΣ, Πρώτη Γραμμή, σελ. 21, Δευτέρα, 17 Φεβρουαρίου 2020]




15 Φεβ 2020

Ο ΦΥΣΟΡΡόΟΣ στη ...ΣΚΟΠΙΑ


Ο ΦΥΣΟΡΡόΟΣ απόψε πάει... σκοπιά... 
...παρέα με τα φανταράκια μας, που θα ακούσουν από την οικοδέσποινα της εκπομπής τού πρώτου προγράμματος του ΡΙΚ, κυρία Λίτσα Μαυρίδου "ΣΤΗ ΣΚΟΠΙΑ ΤΟ ΣΑΒΒΑΤΟΒΡΑΔΟ", δύο διηγήματα της συλλογής: "Ως τρέχει ο ήλιος" και "Το λεωφορείο". Συντονιστείτε στις 7:05 απόψε στους 97.2 ή διαδικτυακά στην ιστοσελίδα του ΡΙΚ.
---------------------------------------------------------------------------
 Όσοι φίλοι το έχασαν μπορούν να ακούσουν τα διηγήματα από στον πιο κάτω σύνδεσμο: 
ΕΔΩ

Η ΕΚΠΟΜΠΗ 

Ευχαριστώ από καρδιάς την κυρία Μαυρίδου και το ΡΙΚ.

14 Φεβ 2020

ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟΥ 13 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ 2020


Παγκόσμια Ημέρα Ραδιοφώνου
(ανάμνηση) 
 
Δεκέμβριος 1960. Η καινούργια μου ζωή στην Αμμόχωστο ήτανε θαυμάσια. Γνωρίσαμε και μας γνώρισαν οι φιλικοί καθηγητές μας στο Γυμνάσιο. Ουδέν πρόβλημα. Τα απογεύματα της Κυριακής κατεβαίναμε στην οδό Δημοκρατίας, για την απογευματινή παράσταση της Κυριακής, που παίζονταν δύο έργα κι ύστερα κάναμε άπειρες διαδρομές από την Ερμού μέχρι εκεί που αργότερα ήταν το Έντελβαϊς. Χαζεύαμε και σχολιάζαμε τις φωτογραφίες των ταινιών «προσεχώς», τρώγοντας φυστίκια, που παίρναμε από το καροτσάκι του υπαίθριου πωλητή έξω ακριβώς από το σινεμά «Χατζηχαμπής». Καμιά φορά ‒πολύ αραιά‒ σταματούσαμε στην «Κυψέλη» για κανένα γλυκό αλλά και για ν’ ακούσουμε από το τζουκ μποξ τις τελευταίες επιτυχίες. Λίγο πιο κάτω από τη διασταύρωση με την Ευαγόρου, πάντα κάναμε σταθμό και ακούγαμε από τους πιο μεγάλους κανέναν ποδοσφαιρικό αγώνα. Αυτοί είχαν μικρά τρανσιστοράκια που «έπιαναν» Ελλάδα. Ωραία ζωή! 
 
Μου κόλλησε κι ήθελα κι εγώ ένα ραδιοφωνάκι. Δεν τολμούσα όμως, να το ζητήσω από τον πατέρα μου. Ήταν σίγουρη η άρνησή του, όχι τόσο για το ποσό, που δεν ήταν και ευκαταφρόνητο, αλλά γιατί το ραδιόφωνο θα με απορροφούσε και δεν θα διάβαζα τα μαθήματά μου. Γνώριζα πώς σκεφτόταν.
 
Μια μέρα τόλμησα και «επισκέφτηκα» τον θείο Πέτρο, που εργαζόταν καμιά πενηνταριά μέτρα μακριά από το κατάστημα ηλεκτρικών ειδών «Ζαβός». «Πώς απ΄εδώ;» με ρώτησε με περιέργεια. Δεν του κρύφτηκα: «θέλω ένα μικρό ραδιοφωνάκι και θα πάω εκεί…» είπα, κι έδειξα προς το κατάστημα. «Να σε συνοδεύσω τότε. Πάμε».
 
Μέσα σε δέκα λεπτά είχαμε τελειώσει! Στα χέρια μου είχα ένα τρανσιστοράκι με δερμάτινο μαύρο κάλυμμα, όσο ένα πακέτο τσιγάρα, κι ήμουν ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος του κόσμου. «Θα πληρώνεις κάθε μήνα πέντε σελίνια, στον κύριο Γιώργο, μέχρι να αποπληρώσεις την αξία του που είναι πέντε λίρες», είπε ο θείος και γέλασαν κι οι δύο, γιατί ήταν αστείο, βέβαια. Δεν τέθηκε ποτέ τέτοιο θέμα. Κόντευαν Χριστούγεννα.
 
Τι θαύμα ήταν αυτό! Έβαζα τα ακουστικά και ταξίδευα σε άλλους κόσμους «έπιανα» μακρινούς σταθμούς: «Εδώ ραδιοφωνικός σταθμός Καΐρου», «Εδώ Βουκουρέστι» κι ύστερα από μια χοντρή φωνή ακουγόταν «Ράδιο Μόσχα». Μαγεία! Κάποτε έστειλα ένα γράμμα στο «Ράδιο Μόσχα» κι ύστερα από λίγες μέρες πήρα έναν φάκελο με πάρα πολλά γραμματόσημα, καρτ ποστάλ και πολλές καρφίτσες για το πέτο, με δορυφόρους και κεφάλια κάποιων ανδρών. Νομίζω και του Γκαγκάριν.
 
Τώρα που είμαι μεγάλος, και κάποτε επισκέπτομαι τους ραδιοθαλάμους του ΡΙΚ, νιώθω πάντα την ίδια συγκίνηση, όπως τότε, που πήρα στα χέρια μου το μικρό ραδιοφωνάκι. Και δεν είναι μόνο οι ραδιοθάλαμοι και το περιβάλλον που με συγκινούν, είναι και οι άνθρωποι του ραδιοφώνου. Με τη ζεστή φωνή τους, που ταξιδεύει μέσα από τα ερτζιανά κύματα σε όλο τον κόσμο, κατορθώνουν να έρθουν πιο κοντά στους ακροατές τους και να τους κάνουν να τους αναζητήσουν ξανά και ξανά.
 
Δυο πολύ επιτυχημένες φωνές του ραδιοφώνου, ζεστές φωνές του ΡΙΚ είναι και οι φίλες μου Όλγα Πιερίδου και Λίτσα Μαυρίδου. Αν διαβάσουν αυτό το κείμενο σίγουρα θα καταλάβουν γιατί κάθε φορά που τυγχάνει να βρεθώ εκεί είμαι τόσο συγκινημένος.
 
 
 
ΣΧΟΛΙΑ ΣΤΟ FACEBOOK:
    Tatiana Milioni
    εξοχο,κάτι μου θυμίζει...
    1

    •  · 
      Απάντηση
    •  · 14 ώρ.
  • Litsa Mavrides
    Γλυκέ μου αγαπημένε Νίκο!Τί έξοχη η γραφή σου!Το "ταξιδιάρικο" σου ύφος...Σ' ευχαριστούμε για όλα όσα γράφεις.Σ' ευχαριστούμε που ΕΣΥ ,ως συγγραφέας,καλλιτέχνης κι ακροατής,δίνεις το πραγματικό νόημα της λέξης "ραδιόφωνο".Κι εμείς που το υπηρετούμε,ταπεινοί του υπηρέτες και λάτρεις του,νοιώθουμε ευλογημένοι.Έτσι νοιώθω κι εγώ αφού όντας μαθήτρια στην Αμμόχωστο λάτρευα τις στιγμές που είχα για να ακούω το ραδιόφωνο του ΡΙΚ και να ..."ταξιδεύω"...
  • 1

    •  · 
      Απάντηση
    •  · 10 ώρ.
    • Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ
      Litsa Mavrides
      Εμείς ευχαριστούμε, Λίτσα μου! Τα συρτάρια του γραφείου μου είναι γεμάτα με πάσης φύσεως μικρά ραδιοφωνάκια. Στις εκδρομές και στα ταξίδια μου όλο και κάτι παίρνω μαζί μου, παρόλο που δεν χρειάζονται γιατί όλα τα έχουμε στα κινητά μας. Ναι, όλα εκτός λίγη από τη «μαγεία» που μίλησα στο κείμενό μου.

  •  · 
    Απάντηση
  •  · 10 ώρ.

KOUKIDAKI [ΜΙΚΡΕΣ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ ΜΕΓΑΛΩΝ ΒΙΒΛΙΟΤΑΞΙΔΙΩΝ]




ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗ ΤΖΕΝΗ ΚΟΥΚΙΔΟΥ ΚΑΙ ΣΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΚΟΥΚΙΔΑΚΙ
Μικρές συνεντεύξεις 
μεγάλων βιβλιοταξιδιών 
και ακροστιχίδα
ΕΔΩ
▼ 



Τι σας ώθησε  να γράψετε αυτό το βιβλίο;


Θέλω κι ἐγὼ γιὰ λογικὰ νὰ πῶ καὶ ἄλογα

Γιὰ σπίνους καὶ τζιτζίκια καὶ σγαρτίλια

Θέλω κι ἐγὼ τὸν τόπο αὐτὸ τὸν ζηλευτὸ

Καὶ τὶς κρυμμένες του ὀμορφιὲς νὰ τραγουδήσω



Μὰ ἡ φωνή μου ἀκούγεται πικρή, λυπητερὴ

Γιατὶ ἡ μεγάλη συμφορὰ καὶ τ᾿ ἄδικο μὲ πνίγει

Κι ἀντὶ νὰ τραγουδῶ γλυκὰ σὰν τὰ πουλιὰ

Θαρκοῦμαι ἀνακαλιοῦμαι.



Αν θα έπρεπε να το περιγράψετε με μία μόνο λέξη, ποια θα ήταν αυτή;

Φυσορρόος!

[είναι ο τίτλος του βιβλίου, λέξη συνθηματική, που λέγεται από γητευτή για εκδίωξη κάποιου κακού]


Τι θα συμβουλεύατε εκείνον που επρόκειτο να το διαβάσει;

…θα τον ρωτούσα, λοιπόν, αν πιστεύει στο δίκαιο, αν πιστεύει στην ελευθερία, την κατανόηση, την αλληλεγγύη, αν πιστεύει στον άνθρωπο, αν είναι έτοιμος να αγωνιστεί, να πονέσει, να καταγράψει ανεξίτηλα στη μνήμη του, όχι μόνο τα ευχάριστα αλλά και τις ντροπιαστικές στιγμές, που έφεραν καταστροφή στον τόπο, γιατί ένας τόπος, ένα έθνος χωρίς ΜΝΗΜΗ δεν έχει μέλλον. Αν έπαιρνα θετικές απαντήσεις τότε μόνο θα τον συμβούλευα να ταξιδέψει μέσα στις σελίδες του βιβλίου μου.     


Αν το βιβλίο σας ήταν/γινόταν  ένα κανονικό ταξίδι κάπου στον κόσμο, που θα πηγαίναμε και πόσες μέρες θα κρατούσε;

Το βιβλίο μου είναι ένα ταξίδι. Ένα ταξίδι που κρατάει ένα καλοκαίρι και μια αιωνιότητα! Ένα κανονικό ταξίδι στην κατεχόμενη Κύπρο, την πανέμορφη κατεχόμενη Καρπασία και στον Πενταδάκτυλο. Εκεί, όπου έζησα τα όμορφα παιδικά μου χρόνια της αθωότητας, τα χρόνια που μου κλέψανε. Η τρυφερή σχέση ενός παιδιού με ένα άλογο, η αγάπη ενός παιδιού για μια καρδερίνα… Εκεί, όπου ακούγεται το αντιπολεμικό παραλήρημα ενός βαριά τραυματισμένου στρατιώτη του 1974. Εκεί, όπου η πρόσφυγας μάνα του αγνοούμενου «επιστρέφει» στο σπίτι της με έναν συγκλονιστικό τρόπο. Εκεί, όπου ένας αιχμάλωτος περνάει σπαρακτικές μέρες στα μπουντρούμια του Αττίλα. Εκεί, όπου ένας «ξεχασμένος» παπαγάλος, μας ξεναγεί στην Αμμόχωστο, την πόλη φάντασμα. Εκεί, όπου ένας γέρο-γητευτής προσπαθεί με γητειές να ξορκίσει το κακό που χτύπησε τον τόπο του. 


Κλείστε τη μίνι συνέντευξη με μία φράση/παράγραφο από το βιβλίο

«…τώρα τα ήξερα όλα. Ο γέρος ήθελε να χρησιμοποιήσει την τέχνη του –την τέχνη του γόη–  για να εξαφανίσει αυτά τα κόκκινα στίγματα, αυτές τις κόκκινες σημαίες στον Πενταδάκτυλο. Δεν του χαλάω χατίρι. Κάθε φορά που γεμίζει το φεγγάρι και φαίνονται τα πρώτα αστέρια ανοίγω το τσαλακωμένο χαρτί και διαβάζω την ανορθόγραφη γραφή του: Σουρουπάτ σελάμ σαραχετέμε, κυπτού φιλουτουχάμ βεηνέζι βερβισολύν βεσφισούν. Ο Θεός, Ο Θεός, ο την βάτον φυτεύσας σβέσον παν πύρωμα, εχεντροπύρωμα, όφεων πύρωμα, σκοταδοπύρωμα, αλλά προ πάντων κοκκινοπύρωμα, χαλίνωσον και εξολόθρευσον αυτά από του βουνού τούτου. Φύσαρρος, Φυσορρόος. Ως τρέχει ο ήλιος, ως τρέχουσιν οι αστέρες, ως τρέχει το ύδωρ έτσι να τρέξει το κακόν από το Βουνό τούτο. Έτσι να τρέξει το κακόν και να χαθεί από την Νήσον μας».

 ΕΔΩ





ΑΚΡΟΣΤΙΧΙΔΑ


Φως
Υπέρτατον
Σε
Ολοσκότεινα
Ρουμάνια
Ρέει,
Όλβος
Ουρανόσταλτος
Συμπαντικός