25 Αυγ 2020

ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ... η πόλη που ήξερε να κοιτάζει μπροστά.

 

Η ΠΟΛΗ ΠΟΥ ΗΞΕΡΕ ΝΑ ΚΟΙΤΑΖΕΙ ΜΠΡΟΣΤΑ...
...λίγες μόνο πινελιές από την πνευματική Αμμόχωστο

Συνέντευξη στον ΑΠΟΣΤΟΛΟ ΚΟΥΡΟΥΠΑΚΗ


[ Apostolis Kouroupakis, Καθημερινή (κυπρ.), 15-16, Αυγούστου 2020, Ζωή, σελ.1]

Πέρασαν σαράντα έξι χρόνια από τον Αύγουστο του 1974, όταν η Αμμόχωστος, η πόλη του Ευαγόρα, αφέθηκε στη φθορά του χρόνου, προδομένη και αυτή, όπως και ολόκληρη η Κύπρος, από τα συμφέροντα των ολίγων, που όμως όρισαν το μέλλον χιλιάδων άλλων. Δημοτική Βιβλιοθήκη και Πινακοθήκη Αμμοχώστου, Γυμνάσιο Αμμοχώστου, Αρχαίο Θέατρο Σαλαμίνας, Γ.Φ. Πιερίδης, Γ. Πολ. Γεωργίου, Θεοδόσης Νικολάου, Ζυμπουλάκης, Περσεφόνη Παπαδοπούλου με τις «Εστιάδες», Δημ. Ν. Μαραγκός, Ν. Βραχίμης, Κυριάκος Χατζηιωάννου, Μαρία Ιωάννου, Κυριάκος Χαραλαμπίδης, και τόσες/τόσοι άλλες/οι ζωγράφισαν, διάβασαν, άκουσαν την πόλη και αυτός ο απόηχος φτάνει στις μέρες μας τυλιγμένος με την αχλή του ένδοξου παρελθόντος και του άδηλου μέλλοντος, της πόλης όμως δεν της πρέπει να μένει άπυστη και άιστη. Για την Αμμόχωστο των Γραμμάτων και των Τεχνών μίλησα με τον συγγραφέα Νίκο Νικολάου-Χατζημιχαήλ, ο οποίος αφότου τελείωσε το δημοτικό σχολείο στο Βασίλι της Καρπασίας, μετέβη στην Αμμόχωστο ώστε να συνεχίσει τις εγκύκλιες σπουδές του. Τελευταίο βιβλίο του η συλλογή διηγημάτων «Φυσορρόος», από τις εκδόσεις Βακχικόν, Αθήνα 2019.

-Κύριε Νικολάου, τι είναι για εσάς η Αμμόχωστος;

-Η Αμμόχωστος είναι ο τόπος όπου έμαθα γράμματα, ερωτεύτηκα για πρώτη φορά και τελικά η ίδια η πόλη έγινε έρωτας, που όσο περνούν τα χρόνια γίνεται και πιο σφοδρός, αλλά, δυστυχώς, σε συνθήκες, που μου δημιουργούν συναισθήματα οδύνης και πόνου αβάστακτου.

-Μάθατε γράμματα μου λέτε, ποιοι σας τα έμαθαν;

-Όταν τελείωσε ο απελευθερωτικός αγώνας, στη νεαρή Κυπριακή Δημοκρατία μας υπήρξε ενθουσιασμός και μεγάλη δραστηριότητα. Άρχισαν να εφαρμόζονται σχέδια ανάπτυξης σε όλους τους τομείς. Τα σχολεία δημιουργούσαν επεκτάσεις με πολλές νέες αίθουσες ή χτίζονταν καινούργια για να δεχτούν χιλιάδες μαθητές, που ήταν διψασμένοι για μόρφωση. Το φημισμένο Ελληνικό Γυμνάσιο Αμμοχώστου ήταν στις δόξες του κι εμείς τα δωδεκάχρονα υπήρξαμε πολύ τυχεροί, γιατί ένα εκλεκτό επιτελείο καθηγητών, κάτω από το αυστηρό βλέμμα του δρος Κυριάκου Π. Χατζηιωάννου, ξεκίνησαν αμέσως δουλειά όχι μόνο για να μας μάθουν γράμματα αλλά, κυρίως, για να μας κάνουν ελεύθερα σκεπτόμενους ανθρώπους, να γνωρίσουμε ποιοι είμαστε, από πού καταγόμαστε και πού πηγαίνουμε. Και όπως λέει σε ένα ποίημα του ο ίδιος, «είμαστε ευλογημένοι γιατί πήραμε από τη νήσο Σαλαμίνα τη θεϊκή καταγωγή, από τους Αθηναίους τη σοφία, απ’ τους Αργείους τη βασιλική μεγαλοπρέπεια, από τους Αρκάδες την τέχνη που τα όρη γίνονται πεδιάδες». Θυμάμαι ήταν πολύ μεγάλες οι ανάγκες σε διδακτικό προσωπικό και έτσι προσλαμβάνονταν ως καθηγητές, ακόμα και φοιτητές που δεν είχαν τελειώσει τις πτυχιακές τους εξετάσεις στο Πανεπιστήμιο, όπως ο Κυριάκος Πλησής, ο πρώτος μας φιλόλογος. Ονόματα όπως οι προαναφερθέντες, και οι Θεοδόσης Νικολάου, Παναγιώτης Σέργης, Νίκος Χατζημιχαήλ, Παναγιώτης Μιχαήλ και οι εξ Ελλάδος καθηγητές Γιάννης Αναγνωστόπουλος, Χριστόφορος Μηλιώνης, Γιώργος Παπαδόπουλος, ο Γιώργος Μπισκίνης ‒γιος του ακαδημαϊκού ζωγράφου Δημήτρη Μπισκίνη‒ και τόσοι άλλοι, λάμπρυναν το σχολείο μας με τις γνώσεις, τον ενθουσιασμό και τη μεθοδικότητα τους.

-Πολιτιστικός φάρος το Γυμνάσιο σας...

-Το σχολείο μας αποτελούσε για την πόλη το σπουδαιότερο πνευματικό κέντρο, αλλά διακρινόταν και σε άλλους τομείς όπως στον αθλητισμό, όπου ξεχώριζε σε πανελληνίους αγώνες στίβου. Με πρωτοστάτη τον δρα Χατζηιωάννου ιδρύθηκε ο Επιστημονικός Φιλολογικός Σύλλογος Αμμοχώστου ‒ο περίφημος ΕΦΣΑ‒ που έδωσε στην πόλη πραγματική πνευματική ζωή και κίνηση. Παρακολουθούσαμε όχι μόνο τους καθηγητές μας, αλλά και πολλούς διακεκριμένους ανθρώπους από τον ελλαδικό χώρο, να δίνουν ανοικτές για το κοινό διαλέξεις, λογοτεχνικού και επιστημονικού ενδιαφέροντος. Δίνονταν παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, είτε μπροστά από τα αρχαιοπρεπή προπύλαια του γυμνασίου μας είτε στο αρχαίο θέατρο της Σαλαμίνας, παραστάσεις που ξεπερνούσαν τα μαθητικά επίπεδα.

-Το θέατρο της Σαλαμίνας πεδίον δόξης λαμπρόν... μαγιά πολιτιστική...

-Το θέατρο κατακλυζόταν και από τους μαθητές και από τον κόσμο. Ο Παναγιώτης Σέργης ήταν ο εμπνευστής, ο διδάξας, η ψυχή αυτών των παραστάσεων. Παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας για το κοινό αλλά και για τους μαθητές έδωσαν και άλλα σχήματα, όπως το Εθνικό Θέατρο της Ελλάδας, το Θέατρο Τέχνης και άλλοι. Ήταν μια μαγική εποχή για την Αμμόχωστο, συνέχεια μιας άλλης προηγούμενης εποχής, εξ ίσου ενδιαφέρουσας, και μέσα σε τούτο το δημιουργικό κλίμα μπολιάστηκαν από τη μαγιά της πολλά παιδιά, που αργότερα διακρίθηκαν και πέραν της Κύπρου ως θεατράνθρωποι, ηθοποιοί, σκηνογράφοι κτλ. Στην Αμμόχωστο, υπήρχαν και άλλα σχήματα με σημαντική πολιτιστική δραστηριότητα, όπως το Λύκειο Ελληνίδων. Στην πόλη από το 1955 είχε ιδρυθεί, η Δημοτική Βιβλιοθήκη με πλούσια δραστηριότητα σε σχέση με το Γυμνάσιο, και αργότερα, το 1960, ιδρύθηκε η Δημοτική Πινακοθήκη, με σημαντική συλλογή έργων Τέχνης Κυπρίων και Ελλαδιτών ζωγράφων. Ένα μέρος αυτής της συλλογής εκτίθεται αυτή την εποχή στη Λευκωσία με τίτλο «Ξαναγέννηση», με έργα που επέστρεψε στους ιδιοκτήτες τους, το κατοχικό καθεστώς, μέσω ενός προγράμματος ανταλλαγής.

-Ακόμη ένας πολιτιστικός φάρος η Βιβλιοθήκη;

-Στη βιβλιοθήκη πηγαίναμε για διάβασμα μόνοι μας αλλά και ομαδικά κατά τάξεις. Μια φορά πήγαμε για να παρακολουθήσουμε, αν θυμάμαι καλά, μια ταινία με θέμα «Ο άνθρωπος στο διάστημα». Γινόταν πολλή φασαρία και ο διευθυντής, ο κ. Γιώργος Πιερίδης ‒που πάντα είχε πολύ αυστηρό ύφος‒ προσπαθούσε να επιβάλει την τάξη. Μας έλεγε πως «εδώ είναι βιβλιοθήκη, και ο πρώτος κανόνας της βιβλιοθήκης είναι η σιωπή». Κοντά και ο Στέφανος Ζυμπουλάκης ‒ένας χρόνος τώρα που μας έφυγε‒ τον βοηθούσε διακριτικά. Κι εδώ επικρατούσε δημιουργική δραστηριότητα. Δίνονταν διαλέξεις για το κοινό από σπουδαίους ανθρώπους του πνεύματος, και τα κείμενα τους εκδίδονταν σε δελ¬τίο ή σε αυτόνομες εκδόσεις, όπως γινόταν και με τον ΕΦΣΑ. Είχα την τύχη να συνεργαστώ με τον φίλο Ζυμπουλάκη μετά την εισβολή στην πνευματική ομάδα του σπουδαίου περιοδικού τού Φοίβου Σταυρίδη «ο Κύκλος». Μαζί μας ήταν και ο Θεοδόσης Νικολάου. Το ίδιο το Γυμνάσιο μας είχε τη δική του περίφημη βιβλιοθήκη με χιλιάδες τόμους βιβλίων, δωρεά του Ν. Δ. Μαραγκού. Η βιβλιοθήκη μας «δεν ήταν μια νεκρή βιβλιοθήκη όπου κατέφευγαν οι μονήρεις», όπως είπε ο Χριστόφορος Μηλιώνης, «αλλά ήταν λειτουργική, γιατί οι καθηγητές φρόντιζαν να κρατούν τους μαθητές σε επαφή με τη βιβλιοθήκη».

-Τώρα, τι σκέφτεστε για την Αμμόχωστο;

-Θλίβομαι γιατί βρίσκονται συμπατριώτες μας, που πιστεύουν πως δεν αξίζει στους Αμμοχωστιανούς να τους επιτραπεί η επιστροφή στην πόλη τους, και άλλοι πάλι, εκτοξεύουν ασταμάτητα κατηγορίες πως δεν έχουμε αίσθηση πατρίδας. Θλίβομαι για την ανικανότητα των πολιτικών κομμάτων, θλίβομαι για την ακόρεστη δίψα του χρυσαφιού, για τη διαφθορά και την ατιμωρησία στον τόπο, γιατί όλα αυτά οδηγούν στην κούραση και την αδιαφορία. Τι να πω, θλίβομαι και διερωτώμαι κι εγώ, όπως ο δρ Χατζηιωάννου, ο γυμνασιάρχης μας, που κάποτε, ολοκλήρωσε μια διάλεξη του με τα λόγια αυτά: «Τώρα βλέπουμε την πόλη μας στα όνειρα μας και με πόνο αναρωτιόμαστε: Ήταν άραγε ένα φωτεινό μετέωρο που έσβησε για πάντα από το ουράνιο στερέωμα της Κύπρου, ή θα ξαναλάμψει και πάλι, όπως πριν;»

 

 

 

 

3 Αυγ 2020

ΘΕΜΑΤΑ: ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟΝ ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗ


Μόλις κυκλοφόρησε το υπέροχο διπλό τεύχος των "Θεμάτων",
 με σπουδαία κείμενα εκλεκτών μελετητών,
 για τον σπουδαίο ποιητή μας 
Κυρ. Χαραλαμπίδη
 
 *****

Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ


Εν δορί κεκλιμένος[i]

σχόλιο για τον τίτλο ενός βιβλίου



Ένα πρωτόγονο ανθρωποειδές, πριν από μερικά εκατομμύρια χρόνια, στην καθημερινή του περιδιάβαση για αναζήτηση τροφής, παρατηρούσε τα κοχύλια, τα όστρακα και κάθε τι που είχε παράξενο σχήμα, ιδιάζουσα επιφάνεια και πρωτόγνωρο χρώμα. Τα έπαιρνε στο χέρι του, τα παρατηρούσε με μεγάλη περιέργεια και κάποτε τα κουβαλούσε στη σπηλιά του. Κάθε μέρα τα περιεργαζόταν, άπλωνε τα χέρια δείχνοντάς τα στους αδιάφορους συγκατοίκους του, μα κάποια μέρα, μετά από πολύν καιρό, τα έβαλε στη σειρά και με πολλές προσπάθειες βρήκε τρόπο και τα κρέμασε στον λαιμό του. Τότε μια παράξενη χαρά τον πλημμύρισε. Ένα ψέλλισμα ευχαρίστησης βγήκε από τα σωθικά του, καθώς στα χείλη του χαρασσόταν ένα χαμόγελο[ii]. Κάτι είχε αλλάξει: από τροφοσυλλέκτης κι ύστερα κυνηγός έγινε και κυνηγός της ομορφιάς. Έγινε άνθρωπος …και τότε, κάθε πράγμα, κάθε σχήμα, κάθε χρώμα απόκτησε πια το όνομά[iii] του. Και από τότε, κονταροχτυπιέται όχι μόνο για την εξασφάλιση της τροφής του, αλλά κονταροχτυπιέται και με τον ίδιο τον εαυτό του ακόμα∙ κονταροχτυπιέται για την ομορφιά.


Το δόρυ, από τα πρώτα και πιο σημαντικά εργαλεία που επινόησε ο άνθρωπος, αρχικά χρησιμοποιήθηκε για την απόκτηση της τροφής του, κυνηγώντας ζώα ή ψαρεύοντας μ’αυτό, ύστερα όμως, το χρησιμοποίησε ως πολεμικό εργαλείο∙ για άμυνα κι επίθεση. Είναι γνωστό το δόρυ του Αχιλλέα, καμωμένο από τον Κένταυρο Χείρωνα από ξύλο μελίας το δέντρο αυτό, η πασχαλιά, στην Κύπρο το λέμε μαυρομάτα, ή γιασεμί. Ήταν ένα ευθύβολο κοντάρι (μελίην ιθυπτίωνα[iv]) όπως διασώζει ο Όμηρος[v]. Πολύ σοφά, λοιπόν, ο αρχαϊκός λυρικός Αρχίλοχος, ο ελεγειακός ποιητής και ιαμβογράφος του 7ου π.Χ. αιώνα, μας έδωσε τούτους τους στίχους[vi]: ν δορ μν μοι μζα μεμαγμνη͵ ν δορ δ’ ονος  / σμαρικς· πνω δ’ ν δορ κεκλιμνος. Δηλαδή[vii], με το δόρυ μου έχω ψωμί, με το δόρυ μου και το ισμαρικό[viii] κρασί∙ το πίνω γερμένος στο δόρυ μου. Και βέβαια, είναι γερμένος στο δόρυ του, γιατί ποτέ δεν το αποχωρίζεται, εξάλλου θα τον κρατήσει ολόρθο, γιατί το κρασί  που ρουφάει είναι πολύ δυνατό.  


Έτσι κι ο ποιητής: όπως τον άνθρωπο που έβαλε σε τάξη τις χάντρες και πέρασε στον λαιμό του το περιδέραιό του, έτσι κι αυτός βάζει σε τάξη τις δικές του χάντρες∙ δεν αφήνει ψίχουλο να πέσει κάτω. Κι αυτά τα ψίχουλα, οι λέξεις δηλαδή, τοποθετούνται με μαεστρία στη θέση που επιλέγει και τα μετατρέπει σε πετράδια, που λάμπουν πια σε περίτεχνα κοσμήματα∙ τα κοσμήματα του Λόγου. Το σύνολό τους αποτελεί τον αμητό της σοφίας όχι μόνο της δικής του, αλλά και της σοφίας, γενικότερα, του ανθρώπου, από την εποχή της εξανθρώπισής του. Το δικό του δόρυ δεν είναι από το ξύλο της εύκαμπτης μελίας αλλά από διαλεχτές λέξεις, τοποθετημένες με τέτοιον τρόπο στη σειρά ώστε να σημαίνουν βαθύτερα νοήματα, να τις οδηγεί πιο πέρα∙ το δικό του δόρυ είναι το σώμα του Λόγου του. Μιλώ, βέβαια, για τον ποιητή μας, τον Κυριάκο Χαραλαμπίδη, τον κεκλιμένο στο δόρυ του, στο δόρυ που τόσοι και τόσοι επαΐοντες μίλησαν με θαυμασμό. Τον ευχαριστούμε, που μοιράζεται μαζί μας το δυνατό κρασί του, ακολουθώντας τη λόγια παράδοση αιώνων, που φτάνει μέχρι τον Όμηρο, που όντας τυφλός, είναι κι αυτός εν δορί κεκλιμένος.


Μάιος 2020





[i] Κυριάκος Χαραλαμπίδης, Εν δορί κεκλιμένος, δοκίμια, μελέτες, άρθρα και συνεντεύξεις, εκδόσεις Σοκόλη 2019. Το βιβλίο αυτό αποτελεί συνέχεια του δίτομου έργου του ποιητή Ολισθηρός Ιστός, με τον ίδιο υπότιτλο, που έγινε στην Αθήνα από τις εκδόσεις Άγρα το 2009. Και τα δύο έργα δείχνουν τη σχέση τού ποιητή με τους ανθρώπους και τα πράγματα του πνεύματος, που τον άγγιξαν για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο του μισού αιώνα.


[ii] Ο Κ. Χαραλαμπίδης, στην πρώτη του ποιητική συλλογή, Πρώτη Πηγή, 1961, προτάσσει στα ποιήματα: «εν αρχή ο Θεός εποίησεν ένα χαμόγελο».


[iii] Γιώργος Σεφέρης, Δοκιμές, Ίκαρος, Δ΄ έκδοση, σελ. 139: Στερνός σκοπός του ποιητή δεν είναι να περιγράφει τα πράγματα αλλά να τα δημιουργεί ονομάζοντάς τα∙ είναι νομίζω και η πιο μεγάλη χαρά του.


[iv] Όμηρος, Ραψωδία Φ, 169.


[v] Ο Όμηρος στη Ραψωδία Φ (στη μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη) αναφέρεται πολλές φορές στο «πηλιορείτικο (το έφτιαξε ο Χείρων), φράξινο (από το ελαφρό και εύκαμπτο ξύλο μελίας, fraxinus) δόρυ» του Αχιλλέα, ο οποίος πνιγμένος από θυμό μετά τον θάνατο του φίλου του Πατρόκλου, συγκρούεται και σκοτώνει πράξη που απεύφευγε προηγουμένως διάφορους Τρώες, μεταξύ αυτών και τον αδελφό τού Έκτορα, ο οποίος είχε σκοτώσει τον φίλο του.
 

[vi] Οι στίχοι, οι οποίοι έδωσαν και τον τίτλο του βιβλίου του Κ. Χαραλαμπίδη, αναφέρονται στο κείμενό του, (σελ. 132), που έγραψε για τον φιλόλογο Ανδρέα Βοσκό.


[vii] Πολλοί έχουν μεταφράσει τους στίχους αυτούς, ανάμεσά τους, ο Σ. Μενάρδος, Γ. Δάλλας, Ι. Κακριδής, αλλά και ο Κ. Χαραλαμπίδης, με τούτη εδώ τη μετάφραση: στο δόρυ μου στηρίζω το ψωμί μου, / στο δόρυ το θρακιώτικο κρασί μου, / και το ρουφώ στο δόρυ μου γερμένος.  




[viii]  Ίσμαρος, ήταν θρακική πόλη, ονομαστή για το δυνατό κρασί της.