Συνάντησα έναν ζευκαλάτη σήμερα, στο πρωινό μου περπάτημα στο Δάσος της Αθαλάσσας. Γκρίζος και ωραίος, έκανε τα παιχνίδια του! Δεν είναι σπουδαία η φωτογραφία που του πήρα, ήταν μακριά, αλλά ήμουν τυχερός που τον πέτυχα σε μια φωτεινή λωρίδα φωτός. Συγκινήθηκα γιατί ήταν σαν να συνάντησα έναν παιδικό μου φίλο!
Θυμήθηκα εικόνες του πανέμορφου γενέθλιου τόπου μου. Θυμήθηκα τον τρυπομάζη, το σγαρτιλάκι, τη σκαλιφούρτα, την αφτοτζηνάρα...
[Ζευκαλάτης, από τον ζευγολάτη, δηλαδή τον άνθρωπο που οργώνει τη γη με ζεύγος ζώων (ζεύγος και ελαύνω). Στην Ελλάδα είναι γνωστό το πουλί ως σουσουράδα]
Ἐμμονή
Ἦρθε ἕνα κῦμα ὅλο σκοτάδι
Ἀπὸ τὴν ἄλλη θάλασσα
Καὶ σκέπασε τούτη τὴ γῆ.
Ἔπνιξε τὶς μαργαρίτες καὶ τὰ γεράνια
Ἔπνιξε τὶς παπαροῦνες καὶ τὰ κυκλάμινα
Ἔπνιξε τοὺς λαζάρους καὶ τῆς θαλάσσου τὰ κρινάκια
Κι ὅμως, δὲν μπόρεσε νὰ καλύψει
Τὶς καρβατσίνες
Ποὺ ὅλο σηκώνουν τὸ κεφάλι
Κι ἄρωμα στέλλουνε μεθυστικό.
Ἔπνιξε τὸν σπίνο καὶ τὸν σπουργίτη
Ἔπνιξε τὴν τριβιτούρα, τὸν τρυπομάζη
Ἔπνιξε τὴ σκαλιφούρτα καὶ τὸ σγαρτίλι
Κι ὅμως, δὲν μπόρεσε νὰ καλύψει
Τὶς καρβαρίνες
Ποὺ τόσο πολὺ ἐπιμένουν
Στὸν ἴδιο πάντα σκοπὸ νὰ κελαηδοῦν.
Ἔπνιξε τὰ πεῦκα καὶ τὶς σκινιὲς
Ἔπνιξε τὶς χαρουπιὲς καὶ τὶς ἀγριελιὲς
Ἔπνιξε τὶς μοσφιλιὲς καὶ τὰ ψηλὰ κυπαρίσσια
Κι ὅμως, δὲν μπόρεσε νὰ καλύψει
Τὰ καρβαρίσσια
Ποὺ μὲ μυστικὸ τρόπο δικό τους
Ὅλο ψηλότερα πᾶνε καὶ καρτεροῦν.
[Από τη συλλογή μου "Διθαλάσσου", 2012]