2 Ιουλ 2017

ΔΙΑΛΟΓΟΣ, ΤΟ ΝΗΣΙ

..όλο κακά μας φέρνει αυτός ο Ιούλιος... δεν θέλω να τα θυμάμαι πια, μα πρέπει... σήμερα, ίσως φέρει κι ένα σαραντατριάρι... πάλι θα μας κάψει ...και βλέπουμε.
...εγώ ...στον ποιητικό κόσμο μου... μετά τη ΜΕΣΟΓΕΙΟ και την ΠΑΓΓΑΙΑ δίνω τον ΔΙΑΛΟΓΟ και ΤΟ ΝΗΣΙ... Η Μεσόγειος μιλά με τους ανθρώπους των βουνών, ένα νησί μιλά με τη θάλασσα... ίσως σας προσφέρουν λίγη δροσιά.
ΔΙΑΛΟΓΟΣ
Ἐσεῖς ποὺ ζεῖτε στὰ βουνὰ ἀφῆστε τὰ κοπάδια
Τὸ κρύο κόκκαλα τρυπᾶ μὰ ἐγὼ σᾶς δίνω χάδια
Σὰν τί μᾶς θέλεις θάλασσα καὶ μᾶς καλεῖς κοντά σου;
Τὸ γάλα μας καὶ τὸ μαλλὶ νὰ χάσουμε φαντάσου
Ἐλᾶτε ᾽δῶ στὰ χαμηλὰ κι ἀκοῦστε ὑμνωδίες
Τραγούδια τῶν βοτσάλων μου κυμάτων μελωδίες
Γαλανομάτα θάλασσα ποθεῖς νὰ μᾶς πλανέψεις
Τραγούδια ἐμεῖς δὲν θέλουμε χοροὺς νὰ μᾶς χορέψεις
Τῶν δελφινιῶν πετάγματα πρώτη φορὰ σὰν δεῖτε
Στοῦ ἥλιου τὸ ἀγκάλιασμα ἄφοβα νὰ δοθεῖτε
Μ᾽ ὁλόγλυκο σιτόμελο στὸν τόπο μας μεθοῦμε
Ἔστω κι ἂν μὲς στὴ χειμωνιὰ τὰ πάνδεινα τραβοῦμε
Ἐλᾶτε στὴν ἀγκάλη μου καὶ μὲ κρασὶ μεθῦστε
Κι ὅλες τὶς πίκρες τῆς ζωῆς στὰ τάρταρα γκρεμίστε
Τὸ κρύο στὰ ψηλὰ βουνὰ τὰ κόκαλα τσακίζει
Πές μας, ἐκεῖ ἡ αὔρα σου τὰ μάτια τὰ δροσίζει;
Ἐλᾶτε μὴ διστάζετε ἐδῶ ὁ ἥλιος καίει
Ἡ αὔρα μου παραμυθοῦ πάντα γελᾶ και πνέει
Τὸν ἥλιο δὲν φοβόμαστε οὔτε καὶ τὰ σκοτάδια
Μὰ πάλι, ἂν σπίτια χάσουμε, μένει ἡ καρδιά μας ἄδεια
Θά ᾽χετε σπίτι στὸ νερὸ γιὰ μακρινὰ ταξίδια
Στὸ διάβα του οἱ ἄνεμοι θὰ παίζουνε παιχνίδια
Μὰ ποιός γνωρίζει ποῦ τραβᾶ τὸ ξύλινο τὸ σπίτι
Χωρὶς φωλιὰ δὲν κάνουμε ζοῦμε σὰν τὸν σπουργίτη
Τριάντα δυὸ λεβέντες μου τὸ πᾶνε ὅπου θέλει
Κι ἂν γιὰ νερὸ διψάσετε, πιεῖτε θαλασσομέλι.
---------------------------------
σημ: "σιτόμελο", ποτό, ἀπὸ σιτάρι καὶ μέλι, τῶν ὑπερβορείων [στὴν ἀρχαία Θούλη τοῦ Πυθέα].

ΤΟ ΝΗΣΙ
Σ᾽ αὐτὸ τὸ ἀρχιπέλαγο γεννήθηκα μὲ χάρη
Κι ὁ ἥλιος λέει πὼς κάποτε μαζί του θὰ μὲ πάρει
Γελᾶ καὶ κοντοστέκεται κάνει νὰ μοῦ μιλήσει
Δὲν μὲ χορταίνει καὶ ξεχνᾶ πὼς πρέπει καὶ νὰ δύσει
Θέλει παιχνίδια ἐρωτικὰ ποὺ μόνο ἐκεῖνος ξέρει
Ὅλα τὰ λούλουδα τῆς γῆς σὲ μένα ἔχει φέρει
Πίνουμε οἶνον ἄκρατο μεθοῦμε καὶ γελοῦμε
Μὲς στὴ ζεστή του ἀγκαλιὰ γλυκὰ ἀποκοιμοῦμαι
Ὅταν ξυπνάω χάνεται βυθίζεται στὸ γέρμα
Κι ἀφήνει τὰ ματάκια μου μὲς στὸ σκοτάδι ἔρμα
Ὕστερα ἔρχεται Βοριᾶς μὲς στὰ μαλλιὰ φυσάει
Στὰ μπράτσα του τ᾽ ἀτσάλινα τὸ σῶμά μου κρατάει
Ἔρχεται Γραῖγος δυνατὸς τὴν τέχνη του κατέχει
Στέκεται ἐκεῖ ἀγέρωχος ξέρει νὰ μὲ προσέχει.
*****
Ξάφνου νιώθω νὰ καίγομαι τὸ αἷμα παραβράζει
Τρέμουν τὰ πόδια μου πολὺ τὸ σῶμα ἀνατριχιάζει
Στὴν ἀγκαλιά σου χάνομαι βλέπω μαῦρα σημάδια
Τὰ στήθια μου ταράζονται σὲ ἄγρια σκοτάδια
Τί νά ᾽ναι αὐτὸ ποὺ ἀκούγεται βαθιὰ στὰ σωθικά μου
Κάποιο κακὸ εἶναι σίγουρα χάνω τὰ λογικά μου.
*****
Ἐκεῖνο ποὺ φοβήθηκα ἦρθε πρὶν ξημερώσει
Μοῦ τίναξε τὰ σπλάχνα μου πῆγε νὰ μὲ σκοτώσει
Τοῦ ἥλιου χάθηκε τὸ φῶς μαυρίλα ἔχει πέσει
Πυκνὸς καπνὸς μὲ ἔπνιξε χωρίστηκα στὴ μέση
Χαμένη μὲς στὰ σκοτεινὰ τὸν ἥλιο νὰ προσμένω
Μὲ τὸ κορμὶ τώρα μισὸ τριγύρω σκορπισμένο
Ὁ ἔρωτας κι ὁ θάνατος πλαγιάζουνε σιμά μου
Θέλω νὰ ζήσω ἔστω μισὴ στὴ ζεστασιὰ τῆς ἄμμου.
*****
Γλυκοχαράζει ἡ αὐγὴ ζωγραφιστὴ κροκάτη
Βγαίνει ὁ ἥλιος λαμπερὸς κλείνει ξανὰ τὸ μάτι
Παίζει μαζί μου τραγουδᾶ πάλι ξεχνᾶ νὰ δύσει
Τραγούδια τῆς Ἀνατολῆς παιχνίδια ἀπὸ τὴ Δύση.

[από τη συλλογή μου "Ύδατα Υδάτων", Κάρβας 2016]