«Η
Τέχνη θα μας ενώσει όλους μια μέρα, με μυστηριακή ένωση, χωρίς να
λογαριάζει, ποιοι είμαστε, ποια είναι η πολιτική μας τοποθέτηση, η
θρησκεία, οι πεποιθήσεις και τα πιστεύω μας».
Αυτά τα λόγια στριφογύριζαν στο μυαλό μου χθες καθώς διάβαζα με μεγάλη συγκίνηση την είδηση για την επιστροφή έργων Τέχνης Ελληνοκυπρίων καλλιτεχνών μέσα από ένα πρόγραμμα ανταλλαγής, που είχαν συμφωνήσει οι δύο ηγέτες, και είναι λόγια του μεγάλου τέκνου της Κύπρου Γ. Πολ. Γεωργίου. Η συγκίνησή μου ήταν μεγάλη, γιατί τα μάτια μου δεν έλεγαν να ξεκολλήσουν από τη φωτογραφία που συνόδευε την είδηση, πίνακα τον οποίο αναγνώρισα αμέσως∙ ως εκείνη τη στιγμή τον γνώριζα μόνο μέσα από μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του και δεν χόρταινα τώρα να τον βλέπω με τα χρώματά του: «Η Ξαναγέννηση της Κύπρου» -Ένα νέο κράτος γεννιέται, έργο τού Γεωργίου. Στο επεξηγηματικό του κείμενο, στην πρώτη δημοσίευση τού πίνακα στον λονδρέζικο Observer, τον Ιούλιο του 1960, έγραφε: Ένα νέο κράτος γεννιέται για τους Έλληνες και Τούρκους της Κύπρου, από τον σταυρό της Αγάπης και του Μαρτυρίου ανάμεσα από ερείπια ελληνικά, βυζαντινά, γοτθικά και απομεινάρια προαιώνιων κατακτήσεων και έρχεται μέσα στην κοινωνία των Εθνών με τη Μαγεία τριών ξένων Πρωθυπουργών.
Ο Γεωργίου ζωγράφισε δυο ζευγάρια Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων το καθένα να τραβάει τον δικό του δρόμο, κάτω από μια σημαία που δεν είναι ούτε γαλάζια ούτε κόκκινη, αλλά ζωγράφισε και τους Δούρειους ίππους, που άφησαν εδώ κι εκεί οι Βρετανοί, υποστέλλοντας τη σημαία τους από το Κυβερνείο. Η εγκυμονούσα Ελληνίδα χωρική (αριστερά), ακουμπά το κεφάλι στον άντρα της, που έχει υψωμένο το χέρι στον γαλάζιο ουρανό και την (ελπίδα στην καρδιά πως «κάποια μέρα θα γυρίσει ο τροχός»). Χαμηλά είναι η τεράστια αφύσικη πατούσα της γυναίκας. Συμβολίζει τις ρίζες, τον δεσμό της με τη γη. Οι αρχαίες κολόνες, το κυπριακό σπίτι, ένα παλιό φανάρι, ο Δούρειος Ίππος και ο Έλληνας στρατιώτης ολοκληρώνουν το μέρος αυτό της σύνθεσης. Στο άλλο μέρος είναι ένας Τούρκος στρατιώτης με τη σημαία του, ένας μιναρές, άλλος Δούρειος Ίππος και ένα τούρκικο ζευγάρι που αργοκινείται νανουρισμένο από τη φωνή που ακούγεται από τον μιναρέ.
Δεν είναι τυχαίο που το έργο αυτό χαρακτηρίστηκε ως η «Γκερνίκα» της Κύπρου, και δεν έχουν άδικο αυτοί που έδωσαν αυτό τον χαρακτηρισμό γιατί έχει πράγματι τις αναλογίες του μεγάλου έργου. Ο Πικάσο μας φανέρωσε όλη την παραφροσύνη που υπάρχει στον κόσμο και όλη τη φρίκη του πολέμου. Ο Γεωργίου με τη «Ξαναγέννηση της Κύπρου» μάς έδειξε τον συγκλονισμό και τη συντριβή του από τη μοίρα της μικρής του πατρίδας.
Έρχομαι τώρα σε κάτι άλλο που διάβασα στην είδηση και με συγκίνησε. Είναι μια φράση ενός Τουρκοκύπριου ζωγράφου, του Ουμίτ Ινατσί, μιλώντας στην εφημερίδα που είχε την είδηση: «για μένα» είπε, «η επιστροφή των έργων αυτών δεν ήταν θέμα καλής πράξης αλλά θέμα ηθικής. Αρθρογράφησα πρόσφατα, και παλιότερα προσπαθούσα να πείσω τους ανθρώπους στα κέντρα αποφάσεων ότι οι πίνακες έπρεπε να παραδοθούν στους νόμιμους δικαιούχους τους. Με ενόχλησε, που αυτά τα έργα Τέχνης των Ελληνοκυπρίων επιστρέφονται με διαδικασία ανταλλαγής».
Καθαρή και έντιμη δήλωση, ‒για μένα η σωστή επαναπροσέγγιση‒ που έφερε στο μυαλό μου τα λόγια του Γεωργίου: «Η Τέχνη θα μας ενώσει όλους μια μέρα, με μυστηριακή ένωση…». Η Τέχνη όμως, θα μας ενώσει πράγματι κάποια μέρα; Όχι, βέβαια, μοναχή της. Χρειάζεται και κάτι άλλο. Χρειάζεται και η βαθιά πίστη σε πανανθρώπινες αξίες, όπως η Ελευθερία, η Εντιμότητα, ο Σεβασμός. Η άλλη επαναπροσέγγιση ‒το ύπουλο και αχρείαστο δημιούργημα των άσσων στη διαίρεση των λαών Βρετανών (βλέπε διακοινοτικές ταραχές του 1955-59, και των Αμερικανών (βλέπε George Ball, υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ), που έκαναν τα πάντα για να διχοτομήσουν την Κύπρο για τα δικά τους συμφέροντα, τάχατες ότι οι Έλληνες και οι Τούρκοι δεν μπορούν να συμβιώσουν (όπως διαδίδει άλλωστε και η Τουρκία), δεν είναι αποδεχτή, είναι φτιαχτή, κόντρα στην ιστορική πραγματικότητα που είναι άλλη: οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι μπορούν να συμβιώσουν, όπως παλιά, αρκεί να σβήσει για πάντα εκείνο το μίασμα από τον Πενταδάκτυλο.
Αυτά τα λόγια στριφογύριζαν στο μυαλό μου χθες καθώς διάβαζα με μεγάλη συγκίνηση την είδηση για την επιστροφή έργων Τέχνης Ελληνοκυπρίων καλλιτεχνών μέσα από ένα πρόγραμμα ανταλλαγής, που είχαν συμφωνήσει οι δύο ηγέτες, και είναι λόγια του μεγάλου τέκνου της Κύπρου Γ. Πολ. Γεωργίου. Η συγκίνησή μου ήταν μεγάλη, γιατί τα μάτια μου δεν έλεγαν να ξεκολλήσουν από τη φωτογραφία που συνόδευε την είδηση, πίνακα τον οποίο αναγνώρισα αμέσως∙ ως εκείνη τη στιγμή τον γνώριζα μόνο μέσα από μια ασπρόμαυρη φωτογραφία του και δεν χόρταινα τώρα να τον βλέπω με τα χρώματά του: «Η Ξαναγέννηση της Κύπρου» -Ένα νέο κράτος γεννιέται, έργο τού Γεωργίου. Στο επεξηγηματικό του κείμενο, στην πρώτη δημοσίευση τού πίνακα στον λονδρέζικο Observer, τον Ιούλιο του 1960, έγραφε: Ένα νέο κράτος γεννιέται για τους Έλληνες και Τούρκους της Κύπρου, από τον σταυρό της Αγάπης και του Μαρτυρίου ανάμεσα από ερείπια ελληνικά, βυζαντινά, γοτθικά και απομεινάρια προαιώνιων κατακτήσεων και έρχεται μέσα στην κοινωνία των Εθνών με τη Μαγεία τριών ξένων Πρωθυπουργών.
Ο Γεωργίου ζωγράφισε δυο ζευγάρια Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων το καθένα να τραβάει τον δικό του δρόμο, κάτω από μια σημαία που δεν είναι ούτε γαλάζια ούτε κόκκινη, αλλά ζωγράφισε και τους Δούρειους ίππους, που άφησαν εδώ κι εκεί οι Βρετανοί, υποστέλλοντας τη σημαία τους από το Κυβερνείο. Η εγκυμονούσα Ελληνίδα χωρική (αριστερά), ακουμπά το κεφάλι στον άντρα της, που έχει υψωμένο το χέρι στον γαλάζιο ουρανό και την (ελπίδα στην καρδιά πως «κάποια μέρα θα γυρίσει ο τροχός»). Χαμηλά είναι η τεράστια αφύσικη πατούσα της γυναίκας. Συμβολίζει τις ρίζες, τον δεσμό της με τη γη. Οι αρχαίες κολόνες, το κυπριακό σπίτι, ένα παλιό φανάρι, ο Δούρειος Ίππος και ο Έλληνας στρατιώτης ολοκληρώνουν το μέρος αυτό της σύνθεσης. Στο άλλο μέρος είναι ένας Τούρκος στρατιώτης με τη σημαία του, ένας μιναρές, άλλος Δούρειος Ίππος και ένα τούρκικο ζευγάρι που αργοκινείται νανουρισμένο από τη φωνή που ακούγεται από τον μιναρέ.
Δεν είναι τυχαίο που το έργο αυτό χαρακτηρίστηκε ως η «Γκερνίκα» της Κύπρου, και δεν έχουν άδικο αυτοί που έδωσαν αυτό τον χαρακτηρισμό γιατί έχει πράγματι τις αναλογίες του μεγάλου έργου. Ο Πικάσο μας φανέρωσε όλη την παραφροσύνη που υπάρχει στον κόσμο και όλη τη φρίκη του πολέμου. Ο Γεωργίου με τη «Ξαναγέννηση της Κύπρου» μάς έδειξε τον συγκλονισμό και τη συντριβή του από τη μοίρα της μικρής του πατρίδας.
Έρχομαι τώρα σε κάτι άλλο που διάβασα στην είδηση και με συγκίνησε. Είναι μια φράση ενός Τουρκοκύπριου ζωγράφου, του Ουμίτ Ινατσί, μιλώντας στην εφημερίδα που είχε την είδηση: «για μένα» είπε, «η επιστροφή των έργων αυτών δεν ήταν θέμα καλής πράξης αλλά θέμα ηθικής. Αρθρογράφησα πρόσφατα, και παλιότερα προσπαθούσα να πείσω τους ανθρώπους στα κέντρα αποφάσεων ότι οι πίνακες έπρεπε να παραδοθούν στους νόμιμους δικαιούχους τους. Με ενόχλησε, που αυτά τα έργα Τέχνης των Ελληνοκυπρίων επιστρέφονται με διαδικασία ανταλλαγής».
Καθαρή και έντιμη δήλωση, ‒για μένα η σωστή επαναπροσέγγιση‒ που έφερε στο μυαλό μου τα λόγια του Γεωργίου: «Η Τέχνη θα μας ενώσει όλους μια μέρα, με μυστηριακή ένωση…». Η Τέχνη όμως, θα μας ενώσει πράγματι κάποια μέρα; Όχι, βέβαια, μοναχή της. Χρειάζεται και κάτι άλλο. Χρειάζεται και η βαθιά πίστη σε πανανθρώπινες αξίες, όπως η Ελευθερία, η Εντιμότητα, ο Σεβασμός. Η άλλη επαναπροσέγγιση ‒το ύπουλο και αχρείαστο δημιούργημα των άσσων στη διαίρεση των λαών Βρετανών (βλέπε διακοινοτικές ταραχές του 1955-59, και των Αμερικανών (βλέπε George Ball, υφυπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ), που έκαναν τα πάντα για να διχοτομήσουν την Κύπρο για τα δικά τους συμφέροντα, τάχατες ότι οι Έλληνες και οι Τούρκοι δεν μπορούν να συμβιώσουν (όπως διαδίδει άλλωστε και η Τουρκία), δεν είναι αποδεχτή, είναι φτιαχτή, κόντρα στην ιστορική πραγματικότητα που είναι άλλη: οι Ελληνοκύπριοι και οι Τουρκοκύπριοι μπορούν να συμβιώσουν, όπως παλιά, αρκεί να σβήσει για πάντα εκείνο το μίασμα από τον Πενταδάκτυλο.