ΑΠΑΡΑΜΙΛΛΟ
ΠΑΤΡΙΔΟΛΑΤΡΙΚΟ ΠΑΘΟΣ
ΠΑΤΡΙΔΟΛΑΤΡΙΚΟ ΠΑΘΟΣ
Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ: Ύδατα Υδάτων, Κάρβας 2016
του
Γιώργου Φράγκου
[ο Φιλελεύθερος, Πολιτισμός, σελ.20, Δευτέρα 18 Σεπτ. 2017]
Τη μεγάλη έφεσή του στα σύνθετα ποιήματα, τις ποιητικές συνθέσεις και τις συμπαγείς θεματικές ενότητες αναδεικνύει ο Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ και με την τρίτη ποιητική συλλογή του που φέρει τίτλο: «Ύδατα Υδάτων» και κυκλοφόρησε το 2016 από τις εκδόσεις «Κάρβας». Αυτή η έφεση ήταν προφανής τόσο με τη συλλογή «Διθαλάσσου» του 2012, όσο και με τη συλλογή «Πικρόλιθος» του 2014.
Ο ποιητής συνεχίζει την κατάδυσή του στον αρχαίο κόσμο, στον ελληνικό κόσμο και πιο ειδικά στην αρχαϊκή Κύπρο, από εκεί που την άφησε στην προηγούμενη συλλογή του, τον «Πικρόλιθο». Αυτή δε τη φορά, πιστεύω πως ο ποιητής επιχειρεί να γίνει πιο συμπαντικός και σε σημαντικό βαθμό το καταφέρνει.
Πάντα η ματιά του ποιητή, κυρίως στον εναρκτήριο λόγο, διακρίνεται από μια ευρύτητα και καθολικότητα που εντυπωσιάζουν με το ύψος αλλά και το βάθος της πρόσληψής τους. Ο Ν.Ν-Χ. σε κάθε ποιητική συλλογή, ξεκινά από το γενικό και το ευρύ για να καταλήξει στο ειδικό και το συγκεκριμένο. Συνάμα, και ως εικαστικός δημιουργός, είναι και βαθύτατα εικονοποιός, ιματζινιστής σε όλους του τους στίχους: «Ποτάμι εκατόβρυσο / Τον κόρφο σου ποτίζει / Ένδυμα χαλκοπράσινο / Στο σώμα ανεμίζει / Αλλάζει γίνεται ασημί / γίνεται χαλί χρυσό / Κάτω από γαλάζιο θόλο. / Στην υδάτινη αγκαλιά μου / Το ομορφότερο πλάσμα του κόσμου / Στην αγκαλιά της Πανθαλάσσου / Γεννιέσαι». (σελ 17)
Και σε αυτή τη συλλογή τα διακείμενα του Ν.Ν-Χ. είναι ιδιαίτερα ευδιάκριτα και προφανώς παρατεθειμένα με ειλικρίνεια. Π.χ. στο ποίημα «Μεσόγειος» ο ποιητής συνομιλεί με τον Ρίτσο και τον «Επιτάφιό» του. Και η συνομιλία αυτή είναι τόσο μετρική όσο και υφολογική: «Όσ΄ άστρα έχει ο ουρανός τόσα και τα φιλιά μου / Μελωδικό πολύφλοισβον κρύβει η αγκαλιά μου / Μας βλέπουνε από ψηλά που σε φιλώ στο στόμα / Πέφτουνε μέσα στο μαλλιά στο μελιχρό σου σώμα». (σελ.18)
Στο ίδιο ποίημα απαντάται και μια νοερή στιχομυθία με τον Ελύτη: «Εδώ φυσά ο Ζέφυρος, ο Κάρβας ο Απηλιώτης / Από ψηλά χαμογελά ο ήλιος φωτοδότης». (σελ. 19)
Η ανάγκη της ρίμας, της ομοιοκαταληξίας και του παραδοσιακού στίχου καθιστούν τους «απόηχους» και τα διακείμενα του Ν.Ν-Χ. σαφώς πιο ευδιάκριτα απ΄ ότι συνέβαινε στις προηγούμενες συλλογές του που ήταν γραμμένες σε ελεύθερο στίχο. Π.χ. σε μελοποιημένους στίχους του Βαγγέλη Γκούφα παραπέμπει το δίστιχο: «Του ήλιου χάθηκε το φως μαυρίλα έχει πέσει / Πυκνός καπνός με έπνιξε χωρίστηκα στη μέση» (σελ.28). Στο ίδιο ποίημα και μια φράση που θυμίζει τους «Μοιραίους» του Κώστα Βάρναλη: «Γλυκοχαράζει η αυγή ζωγραφιστή κροκάτη / Βγαίνει ο ήλιος λαμπερός κλείνει ξανά το μάτι».
Οι στίχοι του Ν.Ν-Χ. συχνά αναδίνουν μια γλυκύτητα, ένα ρομαντισμό και ένα απαράμιλλο πατριδολατρικό πάθος. Είναι όμως ταυτόχρονα και στίχοι στέρεοι που πατούν γερά στη γη, από αυτήν ελαύνονται και σε αυτήν απολήγουν, έστω κι αν πολύ συχνά ή σχεδόν κατά κανόνα, απογειώνονται με τα φτερά της φαντασίας: «Επάνω στο κορμάκι μου ποτάμια μεθυσμένα / Τρέχουνε γάργαρα νερά• και φέρνουνε σε σένα / Νάματα κι έρωτα μαζί μυστήριο και πάθη / Το σώμα μου σ΄ αναζητά ρωτά θέλει να μάθει». (σελ.20)
Συχνά, το πατριωτικό ρίγος του Ν.Ν-Χ. δεν συνυφαίνεται μόνο με τον ρομαντισμό και τη φαντασία, αλλά και με στοιχεία μεταφυσικής. Ακόμα και η φύση αντιστέκεται στις ξένες επιβουλές, στους επίδοξους κατακτητές: «Το κύμα μου πρωτεϊκό φτάνει στο περιγιάλι / Χορεύει με τα βότσαλα και με την αύρα ψάλλει / Κάποτε γίνεται άγριο θαλασσινούς φοβίζει / Κι αν έχουνε κακό σκοπό στα βράχια τους τσακίζει». (σελ. 24)
Ωστόσο, το κύριο χαρακτηριστικό της υπό παρουσίαση συλλογής είναι η αφηγηματικότητα και πολύ φοβάμαι ότι αυτή ενδεχομένως και να λειτουργεί διαβρωτικά ή έστω περιοριστικά για την ποιητική λειτουργικότητα, την ποιητικότητα των στίχων του Ν.Ν-Χ. Κι αυτό διότι ακριβώς η αφηγηματικότητα, μοιραία, προσδίδει στους στίχους του ποιητή μίαν επίπεδη ροή, χωρίς ανατροπές και υπερβατικές μεταφορές, χωρίς αναχρονισμούς και άλλα ευφυή στοιχείο της προηγούμενης ποιητικής και αισθητικής του.
Ένα ενδεικτικό παράδειγμα ποιήματος άκρας αφηγηματικότητας που διαβρώνει το αισθητικό αποτέλεσμα, αφού «στεγνώνει» το δημιούργημα από τους «χυμούς» του είναι, κατά τη γνώμη μου, το ποίημα «Μαρτύριο», (σελ. 37) από τις στιγμές του βιβλίου που ελέγχονται ιδιαιτέρως.
Από την άλλη, θα χαρακτήριζα γόνιμη και θετική τη θεματική επιστροφή του Ν.Ν.Χ. στην αρχαία ελληνική ιστορία, στον Όμηρο αλλά και στους ελληνιστικούς χρόνους. Θεματικά πάντα ο Ν.Ν.Χ ενεργοποιεί εκ νέου τους μύθους του ελληνισμού, όχι μόνο τους αρχαίους αλλά και τους βυζαντινούς. Ενδεικτική η μνεία στον μαρμαρωμένο βασιλιά: «Δεν τον ξανάδε πια κανείς• έγινε φως! / Έγινε φως που απλώθηκε / Σ΄ όλη την οικουμένη». (σελ. 36)
Ωστόσο, μάλλον ατελής ή έστω περιοριστική, πάντα κατά τη γνώμη μου, αποδεικνύεται η μετρική επιστροφή στον παραδοσιακό ομοιοκατάληκτο στίχο, κυρίως στον ζευγαρωτό δεκαπεντασύλλαβο. Έχω την εντύπωση ότι εάν αποφευγόταν αυτή η δέσμευση, το αισθητικό αποτέλεσμα θα ήταν ακόμη πιο καλό...