ΑΝΟΙΞΗ
Η ξερολιθιά στον τόπο μας ανθοφορεί την άνοιξη Και τραγουδά με χίλια χρώματα.
Το φίδι προβάλλει το κεφάλι
Αναδιπλώνει τη φρίκη της μελανής ομορφιάς του
Και κάθε τόσο αλλάζει το πουκάμισο του
Καθώς γίνεται βαρύ από το φορτίο των αρωμάτων.
Η ανεμώνη με σοφία επιμηκύνει το λιγνό στέλεχός της
Βρίσκει το δρόμο της μεσ΄ από το λαβύρινθο του
ακανθώδους θάμνου
Και διαστέλλει τα πέταλά της στον γλυκό αγέρα της ζωής.
Και συλλογίζομαι αν θα μπορέσουμε κι εμείς
Να βρούμε τον δικό μας δρόμο
Μέσ΄ από τον σκοτεινό λαβύρινθο της αιχμαλωσίας μας
Χτισμένο με τόση μαστοριά και ακανθώδη τέλια
Συλλογίζομαι αν θα μπορέσουμε καμμιά φορά
Να σηκωθούμε πιο ψηλά από το χώμα
Και να χαιρετίσουμε την ανατολή της Άνοιξης.
[Θεοδόσης Νικολάου, Πεπραγμένα, ποιήματα, Κύπρος 1980, σελ. 45]
[Φωτογραφίες: ΝΝ-Χ]