10 Ιουν 2025

ΠΑΥΛΟΥ ΠΑΣΙΟΥΡΤΙΔΗ, "ΟΤΑΝ ΣΩΠΑΣΑΝ ΤΑ ΠΟΥΛΙΑ"

 


Παύλος Πασιουρτίδης

Νίκου Νικολάου- Χατζημιχαήλ
Όταν σωπάσαν τα πουλιά

[ΑΝΕΥ, τχ.94, Άνοιξη 2025, σελ.76] 


Είναι με μεγάλο ενδιαφέρον που διάβασα τη νέα δουλειά του Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ. Ο συγγραφέας δεν είναι η πρώτη φορά που εισέρχεται στον λογοτεχνικό χώρο. Στις προηγούμενες τέσσερις δεκαετίες -από το 1984 μέχρι το 2024- έχει παρουσιάσει τέσσερις ποιητικές συλλογές και τρεις συλλογές με διηγήματα. Η συλλογή του «Η Κόρη του Δραγουμάνου» τιμήθηκε με Κρατικό Βραβείο διηγήματος. Αυτή τη φορά όμως μας εξέπληξε ευχάριστα με ένα ενδιαφέρον μυθιστόρημα. Πρόκειται για το βιβλίο του με τίτλο «Όταν σωπάσαν τα πουλιά». Μια όμορφη και προσεγμένη έκδοση 260 περίπου σελίδων από τις (αυτο)εκδόσεις του «Κάρβας». Το εξώφυλλο του βιβλίου είναι μια λεπτομέρεια από τον πίνακα του Ολλανδού μυστικιστή ζωγράφου Ιερώνυμου Μπος «Ο κήπος των επίγειων απολαύσεων και η κόλαση». Προφανώς υπάρχει κάποιος συσχετισμός και υπαινιγμός για δρώμενα που θα συναντήσει ο αναγνώστης αργότερα στο κείμενο.

Κατά τον ψυχίατρο Καρλ Γιούνγκ, φαίνεται πως τίποτε στον κόσμο μας δεν είναι τυχαίο. Τα γεγονότα όπου και να εξελίσσονται συνδέουν με κάποιο τρόπο τις ανθρώπινες ψυχές, και αυτό αντιπροσωπεύει τις σημαντικές συμπτώσεις που μας συμβαίνουν. Αυτό θα το ανακαλύψει σύντομα ο συγγραφέας, όταν μερικές φωτοτυπίες από μια αγγλόφωνη εφημερίδα, που του χάρισε ο στενός φίλος του Φοίβος Σταυρίδης, περιείχαν αναφορές για το χωριό του Βασίλι, και πιο συγκεκριμένα για έναν ιερέα, που από μικρό παιδί είχε ακούσει να λέγονται πολλά από τους συγχωριανούς του. Αυτό ήταν για τον συγγραφέα μια μεγάλη ανακάλυψη αλλά και ταυτόχρονα μια πρόκληση που αποφάσισε να αποδεχτεί. Αρχίζει λοιπόν την αναζήτησή του, όπως μας λέει στο επιμύθιό του, μέσα από τις ρίζες τις οικογένειάς του. Ανασκαλίζει μνήμες από παλιές ιστορίες, ανθρώπινες και αληθινές. Ψάχνει σε εφημερίδες και περιοδικά, αναζητά επίσημα έγγραφα και οικογενειακές σημειώσεις. Αλλά και η «καλή πλευρά του διαδικτύου» θα βοηθήσει σημαντικά. Έτσι σιγά σιγά φωλιάζει στο μυαλό του η ιδέα για να γράψει «ένα μυθιστόρημα που θα συνδύαζε την ιστορική αλήθεια, εμβολιασμένη με την οικογενειακή προφορική παράδοση, αντί άλλης μυθοπλασίας

Διαβάζοντας κανείς το βιβλίο αυτό, του Ν.Ν-Χ, γρήγορα θα καταλάβει, πως πρόκειται για ιστορικό μυθιστόρημα, με υπαρκτούς ανθρώπους και αληθινές ιστορίες, που άφησαν τα ίχνη τους στην περίοδο μεταξύ 1879 και 1921 που απασχολεί τον συγγραφέα. Η ιστορία εξελίσσεται στην αγαπημένη του γενέθλια γη, την περιοχή Καρπασίας, στο μικρό χωριό Βασίλι, καθώς και στα γύρο χωριά και την πόλη της Αμμοχώστου. Η Κύπρος οδηγείται από την Τουρκοκρατία στην Αγγλική κυριαρχία. Η νέα αλλαγή δίνει χαρά και ελπίδα στους Ελληνοκύπριους κατοίκους του νησιού. Θα αξιωθεί άραγε να δει καλύτερες μέρες ο δύσμοιρος τούτος τόπος από τον νέο του αφέντη; Κεντρικός ήρωας στο μυθιστόρημα ένας νεαρός ιερέας ο Παπαγιάννης ή Παπασπάθας, όπως τον αποκαλούν οι συγχωριανοί του. Λεβέντης σωστός. Ακούραστος, γεμάτος ζωή, δύναμη και με νέες ιδέες. Άνθρωπος των πράξεων και όχι των λόγων. Καλλιεργεί τη γη του, φυτεύει δέντρα και αμπέλια, κτίζει νέα εκκλησία και σχολείο. Καβάλα στο άσπρο του άλογο τον Πήγασο, αγέρωχος, ευθυτενής, αποφασιστικός, ίδιος ο «Αη Γιώργης» έτοιμος να παλέψει με κάθε εμπόδιο που θα του έκλεινε το δρόμο. Παντρεύεται την όμορφη Ρουμπίνη του με το γλυκό χαμόγελο που σύντομα μένει έγκυος. Τα πάντα φαίνονται σαν παράδεισος για το νεαρό ιερέα. Το όμορφο χωριό, το περιβόλι με το μπόλικο νερό, τα αμπέλια και ο μύλος που λειτουργεί μια χαρά, το παιδί που σύντομα θα έλθει. Τι άλλο να ζητήσει κάποιος από τη ζωή; Δυστυχώς όμως, για την πρόσκαιρη ανθρώπινη ευτυχία, δεν ξέρουμε ποιος θεός, ποια μοίρα, η ποιο φθονερό μάτι, επεμβαίνει ξαφνικά και τα πάντα μετατρέπονται από τη μια στιγμή στην άλλη σε ερείπια, σε αβάστακτον πόνο και ανείπωτη δυστυχία. Στην Ελληνική Μυθολογία αλλά και σε όλες τις Τραγωδίες κανένας θεός δεν μπορούσε να απαλλάξει τον άνθρωπο από την τύχη του. Η υπέρβαση των ορίων είναι αδύνατη. Ο υπέρτατος Νους δεν ανέχεται αταξία στο σύμπαν γι’ αυτό η θέληση των θεών και η δύναμη της μοίρας γίνονται ένα και το αυτό. Ο Παπαγιάννης δεν θα αποτελέσει εξαίρεση. Λίγοι μήνες τον χωρίζουν από τον παράδεισο στην κόλαση. Η γυναίκα του η Ρουμπίνη μερικές μέρες μετά που θα γεννήσει τη κόρη τους τη Μαρία θα πεθάνει αφήνοντας τον Παπαγιάννη μόνο να αντιμετωπίσει ένα σωρό προβλήματα και με ένα βρέφος που «χρειάζεται τη βοήθεια του». Στο κλάμα και τα δυνατά «Γιατί; Γιατί; Θεέ μου Γιατί; ο Κυρίος δεν του απάντησε. Η αυστηρή ματιά του σαν να του έλεγε πως «έπρεπε μοναχός να βρει τη δύναμη να σταθεί όρθιος σε τούτη τη ζωή».

Η ζωή συνεχίζεται και ο νεαρός ιερέας είναι αναγκασμένος να την ακολουθήσει. Οι γεωργικές ασχολίες πρέπει να συνεχίσουν, τα προϊόντα πρέπει να πάνε στην αγορά. Μεταβαίνει πιο τακτικά τώρα στην αγορά της Αμμοχώστου. Εκεί συναντά παλιούς φίλους και συγγενείς. Μερικοί μάλιστα από αυτούς είναι σημαντικά πρόσωπα στο χώρο της πολιτικής, της διοίκησης, καθώς και στα εκκλησιαστικά πράγματα του τόπου. Η αγάπη του για την Κύπρο αλλά και το χωριό του δεν τον αφήνει αδιάφορο. Έτσι με την πρόθεση των Άγγλων να δημιουργήσουν το Νομοθετικό Συμβούλιο, «ένα μικρό αλλά ελεγχόμενο βήμα ελευθερίας» των Κυπρίων αρχίζουν οι κομματικές και εκκλησιαστικές διεργασίες για την ανάδειξη βουλευτών. Ο Παπαγιάννης υποστηρίζει τον Άγγλο Διοικητή Αμμοχώστου Αρθούρο Γιαγκ που έχει υποσχεθεί να κάνει μεγάλα έργα στην πόλη αλλά και στην περιοχή Καρπασίας. Αυτό εκλαμβάνεται από τους εκκλησιαστικούς και άλλους παράγοντες σαν πράξη προδοσίας, γιατί θεωρούν πως είναι τέχνασμα των Άγγλων να υφαρπάξουν μια βουλευτική έδρα από τους Ελληνοκυπρίους. Ο κόσμος διχάζεται και ο νεαρός ιερέας βρίσκεται στο κέντρο μεγάλης δικαστικής διαμάχης και άλλων σοβαρών καταστάσεων. Από τη διαδικασία της δίκης αυτής μπορούμε να πληροφορηθούμε άγνωστα γεγονότα με αρκετές λεπτομέρειες. Στο μεταξύ την περίοδο αυτή, η νεαρή βοηθός του Παπαγιάννη η Αρχοντού μένει έγκυος. Τα καθημερινά κουτσομπολιά που πάνε και έρχονται συνεχώς, φτάνουν πολύ σύντομα στην Αρχιεπισκοπή. Η ηθική είναι μια έννοια ρευστή. Μεταβάλλεται συνεχώς μέσα στον χρόνο ανάλογα με την κοινωνική, θρησκευτική και πνευματική μας διεύρυνση. Για την εκκλησία όμως το Δόγμα και η Παράδοση είναι αμετάβλητα. Ο Παπαγιάννης έρχεται σε σύγκρουση με την εκκλησιαστική αρχή τόσο για τις διαφορετικές απόψεις του για το Νομοθετικό Συμβούλιο όσο και για τις «απαράδεκτες ερωτικές του δραστηριότητες» Τιμωρείται για τα «αμαρτήματα» αυτά δυο φορές με αργία. Ο φανατισμός και το μίσος που ακολουθεί τις Αρχιεπισκοπικές εκλογές της εποχής, μας υπενθυμίζουν πως τα πράγματα δεν αλλάζουν με το πέρασμα του χρόνου αλλά ανακυκλώνονται με διαφορετικά ονόματα.

Με το βιβλίο του «Όταν σωπάσαν τα πουλιά» ο Ν. Ν-Χατζημιχαήλ βάζει το δικό του αποτύπωμα στον χώρο του Κυπριακού Ιστορικού Μυθιστορήματος. Τολμά να συνδέσει την ιστορία και την παράδοση του νησιού με γεγονότα και χαρακτήρες βγαλμένα μέσα από την καθημερινή ζωή της οικογένειάς του. Δύσκολο εγχείρημα αλλά τα καταφέρνει πολύ καλά. Με το δικό του απλό και χωρίς υπερβολές ύφος, κρατάει σταθερά το ενδιαφέρον του αναγνώστη από την πρώτη μέχρι την τελευταία σελίδα.

Πυργά Λάρνακας, Ιανουαρίου 16, 2025