17 Δεκ 2015

ΚΑΛΕΣ ΓΙΟΡΤΕΣ

[ΝΝ-Χ: Η εκκλησία της Παναγίας της Κανακαρίας, 1983, ακρυλικό, 90Χ90 εκ.]

Σας εύχομαι καλά Χριστούγεννα
ευτυχισμένο και δημιουργικό
τον καινούργιο χρόνο 2016




Καρπασία


Κάθε πρωὶ
Ἀκονίζω τὴ μνήμη μου
Κι ἕνα μαχαίρι
Ἀνάμεσα σὲ θάλασσες ποὺ ματώνουν
Σὲ δυὸ κομμάτια μὲ χωρίζει.

Τὰ παιδικά μου χρόνια μὲ συνθλίβουν…

Προσπαθῶ νὰ ταιριάξω φωνήεντα
Στὰ ʺξὶʺ καὶ ʺζήταʺ
Καθὼς στὸν ἥλιο διάπλατα
Ἡ μάνα ψιθυρίζοντας
Τὸ σπίτι ἀνοίγει.

Στὴν πρωινὴ καταχνιὰ
Τριάστρι, Ποαλέτρικα καὶ ἄλλοι ἀστερισμοὶ
Δὲν μποροῦν νὰ σηκώσουν τὸ βάρος τῶν βλεφάρων μου.
Κυνηγώντας τὴ σκιά μας ἀνάμεσα στὰ καπνόφυτα
Μὲ τὴν πίσσα στὰ χέρια καὶ στὰ ροῦχα μας
Ἀποχωρίζουμε τσὰκ τσὰκ τὰ νοτισμένα φύλλα
Κι ἐνῶ τὸ χρυσαφὶ ρουφάει τὸ πράσινο
Ὁ ἥλιος ἀνεβαίνει
Καὶ οἱ μακριὲς αὐλακιὲς
Μικραίνουν στὸ μέτωπο τοῦ πατέρα
Μετρώντας τον μὲ κοντάρια.

Μὰ ἕνας ρόδακας
Ὁλοένα γυρίζει μιὰ μπροστὰ καὶ μιὰ πίσω
Ἐπιστρέφοντας εἰκόνες τοῦ παλιοῦ καιροῦ
Καὶ δείχνοντας τὶς ἄλλες
Ποὺ συνθέτουν οἱ μέρες ποὺ θά ᾿ρθουν.
Ἂς ἀρχίσει λοιπὸν ὁ ἀγῶνας
Κι ἂς μὴν εἶναι διὰ τὴν δόξαν
Ἂς εἶναι γιὰ τὰ καπνολούλουδα
Καὶ τὶς σκορπισμένες ψηφίδες
Τῆς διθαλάσσου πεφιλημένης πατρίδας.


[Από τη ποιητική μου συλλογή Διθαλάσσου, εκδόσεις Κάρβας 2012]


ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:

Καρπασία

Ἡ χερσόνησος Καρπασία (ἡ ἀρχαία Βοὸς Οὐρά) καὶ ἡ ἀρχαία πόλη Καρπασία (κοντὰ στὸν Ἅγιο Φίλωνα) πῆραν τὸ ὄνομά τους ἀπὸ τὸ φυτὸ κάρπασος ποὺσήμαινε τὸ βαμβάκι, ἀλλὰ ἦταν καὶ εἶδος λιναριοῦ ἐκλεκτῆς ποιότητας.

Ποαλέτρικα: ἡ ἀλετροπόδα, ὁ ἀστερισμὸς τοῦ Ὠρίωνα,τριάστρι: τὰ τρία φωτεινὰ ἀστέρια ποὺ ἀποτελοῦν τὴζώνη τοῦ Ὠρίωνα. Στὶς 20 Ἰουλίου 1974, τὴν ὥραἀκριβῶς ποὺ ξεκινοῦσε ἡ βάρβαρη εἰσβολή, μόλις είχαν ἀνατείλει τὰ τρία ἀστέρια τῆς ζώνης τοῦ Ὠρίωνα, σημάδι γιὰ ξεκίνημα τῆς ζωῆς στὴν Καρπασία.

μὰ ἕνας ρόδακας: τὸ κόσμημα στὸ εξώφυλλο, ρόδακας σὲ μαρμάρινο πάτωμα στὸν Ἅγιο Φίλωνα στὴν Καρπασία. Κοσμοῦσε τὸ χαρτονόμισμα τῆς κυπριακῆς λίρας.

διὰ τὴν δόξαν: Ἀνδρέα Κάλβου, Ὠδὴ Β΄, Εἰς Δόξαν, κε’.

σκορπισμένες ψηφίδες: Ἀναφορὰ στὰ περίφημα ψηφιδωτὰ τῆς Παναγίας Κανακαριᾶς τοῦ 5ου αἰῶνα μ.Χ. ποὺ τοῦρκοι ἀρχαιοκάπηλοι ἔκλεψαν καὶ ἐμπορεύτηκαν. Ὁ Διευθυντὴς Ἀρχαιοτήτων εἶχε καταγγείλει τοὺς βανδάλους, στὶς 12 Ἰουλίου 1980, στὰ ἁρμόδια ὄργανα τῆς UNESCO [Ζυγός, Ἀρ. 42, Ἰούλιος-Αὔγουστος 1980]. Τὰ ψηφιδωτὰ ἐντοπίσθηκαν καὶ μετὰ ἀπὸ δίκη στὴν Ἰνδιανάπολη τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν τὸ 1991 ἐπιστράφηκαν στὴν Ἐκκλησία τῆς Κύπρου. Τώρα βρίσκονται στὸ Βυζαντινὸ Μουσεῖο τοῦ Ἱδρύματος Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ’ στὴ Λευκωσία.Ἡ περιπέτεια τῶν ψηφιδωτῶν περιγράφεται στὸ βιβλίο τοῦ Dan Hofstadter, Goldberg’s Angel, ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Farrar Straus Giroux, New York, 1994.

Παναγία ἡ Κανακαριά: Μοναστήρι στὴν Καρπασία. Ἔξω ἀπὸ τὸν ναό, ὑπὸ τὴν προστασία τοῦ προπυλαίου, ὑπάρχει μιὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας, γιὰ τὴν ὁποία ἡ παράδοση λέγει ὅτι ἕνας Ἀγαρηνὸς ἢ Σαρακηνὸς ποὺ περνοῦσε ἀπ᾿ ἐκεῖ ἐξετόξευσε τὴν εἰκόνα, ἀλλὰ τὸ βέλος ἐπέστρεψε καὶ τὸν τραυμάτισε στὸ γόνατο. Αὐτός, ἔντρομος, πῆγε σὲ μιὰ βρύση ἐκεῖ κοντά, τὰ πλυντήρκα, γιὰ νὰ πλύνει τὴν πληγὴ καὶ ξεψύχησε ἐκεῖ. Σύμφωνα, ὅμως, μὲ μιὰν ἄλλη μαρτυρία, αὐτὴ τοῦ Δαμασκηνοῦ τοῦ ὁσιοδιακόνου καὶ στουδίτου τὸν ιστ’ αἰῶνα, εἶναι ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας ποὺ αἱμορραγοῦσε.