Όταν σωπάσαν
τα πουλιά
το μυθιστόρημα του Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ,
εκδόσεις Κάρβας, Λευκωσία 2024
[Περισσότερα βιογραφικά στοιχεία στον πιο κάτω σύνδεσμο:
ΠΟΛΥΓΝΩΣΗ
πιο κάτω, μικρά αποσπάσματα
από εκτεταμένη κριτική παρουσίαση του βιβλίου:
Καθώς ακουμπάς βιβλία του Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ, δεν
μπορείς, παρά να σταματήσεις έστω για λίγο, για να θαυμάσεις την εξωτερική τους
εμφάνιση. Να απολαύσεις την αισθητική τους. Ο Νίκος είναι πολυτάλαντος, και κομμάτι
από το ταλέντο του αποτυπώνεται κάθε φορά και στα βιβλία του. Εξακολουθώ να
μιλώ για την όψη του βιβλίου. Μάστορας καθώς είναι στη φωτογραφική και στην
εικόνα γενικά, αντιμετωπίζει το αντικείμενο «βιβλίο» με στοργή σαν ένα παιδί
δικό του. Με μάτια και με χέρια το κανακεύει, ωσότου εξέλθει της πύλης του
τυπογραφείου, αλλά και πέραν αυτής. Δεν ξέρω αν είναι πολύ εύκολο ή πολύ
δύσκολο το έργο του τυπογραφείου μαζί του, σίγουρα όμως δεν θα είναι κάτι από
τα ίδια, τα συνηθισμένα.
.......
Το βιβλίο του παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, πέρα από
τις λογοτεχνικές του αρετές, και για το γεγονός ότι μέσα απ’ αυτό αναδεικνύεται
μια μορφή από τις ελάσσονες, όχι, δηλαδή, προβεβλημένη και γνωστή, «αιρετική»
εν πολλοίς, που έδρασε στα μεταβατικά χρόνια από την τουρκοκρατία στην
αγγλοκρατία. Κι αυτό το πρόσωπο έτυχε να είναι προπάππος του συγγραφέα από τη
μητέρα του, πράγμα που έδωσε την ώθηση στον συγγραφέα να συγκεντρώσει τις
σκόρπιες κουβέντες του οικογενειακού περιβάλλοντος, να ερευνήσει και μελετήσει σε
βάθος τα πού και πότε και πώς και γιατί των πραγμάτων, και με πολλή αγάπη και
μεράκι να μετουσιώσει το υλικό του σε έργο λογοτεχνικό.
.....
Ο κεντρικός ήρωας, λοιπόν, είναι ο Παπαϊωάννης
Παπαθεοδούλου, ο Παπαγιάννης, άλλως Παπασπάθας, ιερέας του χωριού Βασίλι της
Καρπασίας. Πατέρας του ήταν ο καλοφωνάρης Παπαθεόδουλος και μάνα του κόρη του καδή
Χατζηλοΐζου από την Αμμόχωστο. Έμαθε γράμματα στο σχολείο του ιερομόναχου Δοσίθεου
στην Αμμόχωστο. Νυμφεύτηκε τη Ρουμπίνη, μια όμορφη συγχωριανή του με καμπόση
περιουσία, που προστέθηκε στην επίσης μεγάλη δική του, η οποία πέθανε στη γέννα
της, χαρίζοντάς του μια κόρη, τη Μαρία. Η ζωή του κυλούσε στο χωριό του και στη
γύρω περιοχή, στα κτήματα και τις καλλιέργειές του, καβάλα στον Πήγασό του πεταγόταν
κάποτε στο Βαρώσι για διάφορες δουλειές και για να δει τους προύχοντες
συγγενείς του της γνωστής οικογένειας Λουΐζου, να τους συμβουλευθεί
για κάτι που τον απασχολούσε ή να συμμετάσχει σε χαρές και λύπες τους. Δεν
παρέλειπε να επισκέπτεται και το καφενείο στην Αγία Ζώνη, καθώς και το χάνι,
όπου μάθαινε και πολλά τρέχοντα νέα, αλλά και το σπίτι του κουμπάρου του, όπου
καμιά φορά διανυκτέρευε κιόλας. Στη Λευκωσία ελάχιστες φορές χρειάστηκε να
πάει, όχι, βέβαια, με τον Πήγασο, αλλά με άμαξα, είτε για να συναντήσει τον
αρχιεπίσκοπο Σωφρόνιο για τα παραπτώματα και την τιμωρία του, όπως θα δούμε,
είτε για να συμμετάσχει στην ενθρόνιση του αρχιεπισκόπου Κυρίλλου Β΄. Γυρνώντας
πίσω στα του Βαρωσιού και στις επισκέψεις και διανυκτερεύσεις στου κουμπάρου
του, σημειώνω πως αυτά έδωσαν τροφή για σχόλια γύρω από την ερωτική ζωή του, η
οποία εμπλουτίστηκε με πιο σταθερό δεσμό στο χωριό του με την Αρχοντού, με την
οποία απέκτησε και μια κόρη.
.....
Με γλώσσα λιτή, αλλά καλοδουλεμένη, ακολουθώντας
ευθύγραμμη διήγηση, ο συγγραφέας ξεδιπλώνει τα γεγονότα και ταυτόχρονα τον
χαρακτήρα του κεντρικού του ήρωα κυρίως, και με απλές πινελιές αποτυπώνει πρόσωπα
και πράγματα από τον περίγυρο του βασικού ήρωα, τόσο τον στενό όσο και τον
ευρύτερο. Με άλλα λόγια θεωρητικά ο μικρόκοσμος του Παπαγιάννη εντάσσεται στο
όλο, αλλά στην πράξη ο φακός του συγγραφέα κατά κανόνα εστιάζει στο μέρος, στα
έργα και τις ημέρες του Παπασπάθα, και
τα μείζονα γεγονότα εμφανίζονται κατά κάποιον τρόπο ως φόντο, ωσάν σχόλια στα
δρώμενα του παπά.
....
Με λόγο άμεσο, όπως έχουμε ήδη πει, χωρίς δολιχοδρομίες
και αχρείαστους υπαινιγμούς, που δεν συνάδουν, άλλωστε με το ύφος και ήθος του
κεντρικού ήρωα, χωρίς τεχνικές περίτεχνες ούτε καν την απλή της αναδρομής (flashback), ο συγγραφέας αφηγείται
μια ενδιαφέρουσα ιστορία, την οποία κεντά σ’ ένα καμβά, όπου αποτυπώνονται
προσωπικότητες της Κύπρου πολιτικές και εκκλησιαστικές, απλοί άνθρωποι, τόποι
και χωριά, ζώα και φυτά, εκκλησιές και μοναστήρια, πανηγύρια, καφενεία και
χάνια, μέσα μεταφοράς, ασχολίες των ανθρώπων, τρόποι διασκέδασης, πάθη και
εγκλήματα, αρχαιότητες και σκεύη της εποχής, ένας κόσμος ζωντανός, ο κόσμος της
Κύπρου μιας συγκεκριμένης εποχής.
Με αυτό το υλικό, και με σύνεργα τη μαστοριά του ο Νίκος
Νικολάου-Χατζημιχαήλ κατόρθωσε να αποκρυσταλλώσει ένα έργο, λογοτεχνικό και
ιστορικό εν ταυτώ, που διαβάζεται εύκολα, ευχάριστα και προσπορίζει στον
αναγνώστη αισθητική συγκίνηση και ψυχική ικανοποίηση.
Νίκος
Παναγιώτου
3/9/2025