Αιμίλιος Σολωμού
Το σκιάχτρο
[Εκδόσεις Πατάκη, 2018, σελίδες 122]
του
Νίκου Νικολάου-Χατζημιχαήλ
[από το ιστολόγιό μου ΝΑ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ:
http://naenavivlio.blogspot.com/2019/09/blog-post_26.html ]
[από το ιστολόγιό μου ΝΑ ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ:
http://naenavivlio.blogspot.com/2019/09/blog-post_26.html ]
Υπάρχει καλή
λογοτεχνία, που γράφεται από Κύπριους; Ό,τι και να υποστηρίζεται από αυτούς που
θέτουν το ερώτημα, πρέπει να σταματήσει αμέσως, γιατί κάθε συζήτηση δεν έχει,
πια, καμιά έννοια. Υπάρχει η απάντηση και είναι μία: ναι, υπάρχει αξιόλογη
λογοτεχνία, που μπορεί να σταθεί επάξια όχι μόνο δίπλα στο έργο Ελλαδιτών συναδέλφων
τους αλλά και δίπλα στο έργο λογοτεχνών άλλων χωρών. Απόδειξη δεν είναι μόνο οι
πέντε συμπατριώτες μας, οι οποίοι βρέθηκαν φέτος στις μικρές λίστες, με έργα
τους να διεκδικούν κρατικό βραβείο στην Ελλάδα, αλλά και πολλοί άλλοι, που
έχουν καταξιωθεί και τιμηθεί στο παρελθόν, τόσο με κρατικά βραβεία όσο και με
βραβεία της Ακαδημίας Αθηνών.
Ένας από αυτούς είναι και ο Αιμίλιος
Σολωμού με πέντε σημαντικά έργα στο ενεργητικό του, από το 2000 μέχρι σήμερα,
βραβευμένος με το κρατικό βραβείο μυθιστορήματος το 2007, για το μυθιστόρημά
του Ένα τσεκούρι στα χέρια σου, αλλά
κάτοχος και του «Βραβείου Λογοτεχνίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης» για το έργο του Ημερολόγιο μιας απιστίας το 2013, το
πολυμεταφρασμένο σε πολλές χώρες μυθιστόρημά του. Εκτός, όμως, από αυτά τα
πέντε μυθιστορήματα, έχει γράψει και αρκετά πολύ καλά διηγήματα, τα οποία
βρήκαν στέγη σε λογοτεχνικά περιοδικά και ανθολογίες. Ελπίζω, κάποτε, να τα
δούμε και σε μια καλαίσθητη έκδοση, όπως είναι και άλλες εκδόσεις του.
Η πρώτη μου γνωριμία με το έργο του
Αιμίλιου Σολωμού έγινε με το Ημερολόγιο
μιας απιστίας, που με ενθουσίασε και αργότερα με ένα δύο διηγήματά του, τα
οποία, επίσης, με ενθουσίασαν. Τόσο στα διηγήματά του όσο και στα μυθιστορήματά
του, σε καμία περίπτωση δεν πρόσεξα να έχει περιπέσει στο σφάλμα που κάνουν
αρκετοί, αποκαλύπτοντας, από κεκτημένη ταχύτητα, πληροφορίες στον αναγνώστη,
όχι στην ώρα τους, πράγμα που ο αναγνώστης, εντοπίζει αμέσως και έτσι μειώνεται
η διάθεσή του για συνέχιση της ανάγνωσης. Γιατί ο συγγραφέας, κάποτε και ως Θεός
παντογνώστης, γνωρίζει την ιστορία από την αρχή μέχρι το τέλος, γνωρίζει όλες
τις σκέψεις των ηρώων του∙ τα πάντα. Είναι αυτό που λέμε αφήγηση με εστίαση μηδέν. Γνώρισα και τον ίδιο τον συγγραφέα, που
με προμήθευσε με παλαιότερες εκδόσεις κάποιων έργων του, τα οποία απόλαυσα όλα
μαζί στις διακοπές μου, το καλοκαίρι που ακολούθησε, και δεν το κρύβω: θα ήθελα
να είχα γράψει το πρώτο κεφάλαιο όλων των βιβλίων του. Τον θεωρώ σπουδαίο
λογοτέχνη και πιστεύω πως έχει, ακόμα, να δώσει πολλά στην λογοτεχνία του τόπου.
Όλοι μας έχουμε μια ή πολλές
ιστορίες να διηγηθούμε. Όμως, αν αυτά τα γεγονότα, βιωματικά, τραγικά ή
συγκλονιστικά δεν μπορέσουν να ενταχθούν στον χώρο της Τέχνης, τότε δεν θα
πρέπει να μιλούμε για διήγημα ή μυθιστόρημα, για λογοτεχνία δηλαδή, αλλά για
απλές περιγραφές γεγονότων, καλές ή κακές. Θα αναφέρω ένα παράδειγμα από τη
ζωγραφική για να φανεί καλύτερα αυτό που θέλω να πω. Το θέμα «ο αποκεφαλισμός
του Ιωάννη του Προδρόμου», ένα πολύ αποτρόπαιο θέαμα ‒αβάσταχτο να βλέπεις ένα αποκεφαλισμένο σώμα λουσμένο στα
αίματα‒, μέσω της βυζαντινής Τέχνης έχει μετατραπεί σε έργο
Τέχνης. Οι πιστοί, χωρίς να ενοχλούνται, προσκυνούν με ευλάβεια τη σχετική
εικόνα. Είναι εδώ, λοιπόν, που οι άριστοι λογοτέχνες διακρίνονται από τους
υπόλοιπους. Κατορθώνουν να μετατρέψουν την απλή ιστορία, το βίωμά τους, σε έργο
της Τέχνης του λόγου∙ σε λογοτεχνία. Είναι αυτό που ξεχωρίζει τον Αιμίλιο Σολωμού:
τα μυθιστορήματά του είναι δομημένα σωστά, είναι άριστος γνώστης της γλώσσας και
γνωρίζει πώς να αναβαθμίζει το ενδιαφέρον του αναγνώστη σε κάθε σελίδα.
Θα ήθελα να πω δυο λόγια για το τελευταίο του βιβλίο, το Σκιάχτρο, που είχα την τύχη να
ξαναδιαβάσω τον περασμένο Απρίλιο, όταν μου το είχε αποστείλει, αλλά το διάβασα
και σήμερα το απόγευμα. Λέω, «να ξαναδιαβάσω», γιατί το πρωτοδιάβασα, ένα
καλοκαίρι πριν τέσσερα χρόνια, όπως είπα προηγουμένως, από μια αυτοέκδοση που
είχε γίνει το 2000. Και σκόπιμα ξαναδιαβάζω τη δεύτερη έκδοση και γράφω τούτο
το κείμενο έξι σχεδόν μήνες μετά, για να είμαι όσο το δυνατό πιο μακριά από την
πρώτη εκείνη αυτοέκδοση και έτσι να χαρώ την τελική μορφή της.
Η νέα έκδοση μάς έρχεται από τις
εκδόσεις Πατάκη, έχει πολύ ωραίο εξώφυλλο, είναι διαστάσεων 14Χ21 εκ.,
αναπτύσσεται σε 122 σελίδες και ο συγγραφέας του ισχυρίζεται ότι είναι νεανικό
μυθιστόρημα και μπορεί να διαβαστεί από παιδιά δέκα χρονών. Ο Δάσκαλός μου, ο
Θεοδόσης Νικολάου, μου έλεγε ότι τα παραμύθια δεν είναι μόνο για παιδιά, είναι
και για τους μεγάλους. Ανάμεσα στις δεκάδες βιβλία που μου έχει χαρίσει,
υπάρχει και ένας τόμος των εκδόσεων Αστήρ,
με τα ωραιότατα παραμύθια του Όσκαρ Ουάιλντ. Και τις τέσσερις φορές που διάβασα,
λοιπόν, το Σκιάχτρο δεν είχα την
αίσθηση ότι διάβαζα ένα παιδικό βιβλίο. Διάβαζα απλώς ένα ποίημα. Ένα μικρό
αριστούργημα.
Η δεύτερη αυτή έκδοση εκτείνεται σε
έντεκα λιγοσέλιδα κεφάλαια και διαφέρει από την πρώτη έκδοση στο ότι έχουν
αφαιρεθεί μερικές σελίδες με αχρείαστες περιγραφές, που όχι μόνο δεν αλλοιώνουν
την ιστορία αλλά την τελειοποιούν. Τι είναι όμως, το Σκιάχτρο; Ας διαβάσουμε τι γράφει στο οπισθόφυλλο: είναι ένα σκιάχτρο! Ένα σκιάχτρο
καλοφτιαγμένο στη μέση της ερημιάς. Ένα βράδυ με φεγγάρι θα ξυπνήσει. Θα
αποκτήσει ζωή. Σύντομα θα γνωρίσει τον τόπο γύρω του, το αγόρι, το κορίτσι και
τον γεωργό. Θα γίνει φίλος με τον τζίτζικα. Και μαζί θα πάνε στο χωριό, όπου θα
συναντήσει κι άλλους ανθρώπους και θα ερωτευτεί ένα κορίτσι. Μια καλοκαιρινή
ιστορία φτιαγμένη με τη μαγεία του φεγγαριού και του μεσημεριανού ήλιου στον
κάμπο, τα σταροχώραφα και τα μποστάνια. Ένα υπέροχο μυθιστόρημα.
Ας το δούμε, όμως, λίγο πιο
αναλυτικά: το πρώτο κεφάλαιο ξεκινά με υπέροχες εικόνες, όπως σε μια
κινηματογραφική ταινία, οι οποίες ζωντανεύουν τον χώρο μέσα στον οποίο
διαδραματίζεται ολόκληρη η ιστορία. Παρακολουθούμε την κατασκευή του σκιάχτρου στο
χωριό μέχρι την τοποθέτησή του στο κέντρο του μποστανιού, έξω στους αγρούς, σαν ολομόναχο καράβι στην απεραντοσύνη της
θάλασσας. Γνωρίζουμε και τους βασικούς χαρακτήρες: τον γεωργό, το αγόρι και
τον Όρφ, τον σκύλο. Μέχρι εδώ, τίποτε δεν μας ξενίζει, υπάρχει μόνο η
πραγματικότητα. Προχωρώντας, όμως, στο δεύτερο κεφάλαιο, μας περιμένει μια
έκπληξη: το σκιάχτρο αρχίζει να αποκτά κάποιου είδους ζωή. Αρχίζει η φαντασία του
συγγραφέα να καλπάζει, όχι όμως με εξωπραγματικές περιγραφές. Αν υπήρχε μια
κάμερα να καταγράφει χωρίς ήχο, θα βλέπαμε πραγματικές εικόνες. Ζώα να
πλησιάζουν το σκιάχτρο και να φεύγουν τρομαγμένα, να μετακινείται πηδώντας στο
μοναδικό του ποδάρι και να τρομάζει τον τρελό, ένα καινούργιο τώρα πρόσωπο στην
ιστορία μας.
Από το σημείο αυτό και μετά, αρχίζει
και η δική μας καρδιά να χτυπά. Τι σκιάχτρο αποχτά συναισθήματα, τα οποία
εξωτερικεύει με τη βοήθεια του τζίτζικα, του νέου φίλου του. Το σκιάχτρο αποκτά
σιγά σιγά έναν ανθρώπινο εσωτερικό κόσμο. Ο συγγραφέας δεν σκαρφίζεται σημεία
και τέρατα για να εντυπωσιάσει, αλλά μένει στα ανθρώπινα. Το δημιούργημά του, το
σκιάχτρο δηλαδή, χαίρεται, φοβάται, λυπάται και τέλος οδηγείται σε ένα κορίτσι
το οποίο ερωτεύεται. Έτσι, μετατρέπει τις σελίδες αυτές του βιβλίου σε έναν
ύμνο για το ερωτικό σκίρτημα, χωρίς ωστόσο να υπάρχει κάτι επιλήψιμο, γιατί ο
συγγραφέας με μαεστρία επιλέγει τις λέξεις του, τις φράσεις του και δεν αφήνει τον
αναγνώστη του να παρασυρθεί πιο μακριά απ΄εκεί που ακούγεται το τικ-τακ της
καρδιάς του σκιάχτρου. Αν ο Γλάρος
Ιωνάθαν είναι ένας ύμνος προς στην ελευθερία, το Σκιάχτρο είναι ένας ύμνος προς στη ζωή. Ένας ύμνος για όλα τούτα
τα θαυμαστά πράγματα που συμβαίνουν στο σκιάχτρο και στους φίλους του κάτω από
τον ίδιο ουρανό, τον ήλιο και το φεγγάρι.
Κάθε κεφάλαιο ξεκινά με μια περιγραφή. Αυτό όμως, δεν
γίνεται για χάρη της περιγραφής, αλλά για να φωτίσει όλα εκείνα τα σημεία που
χρειάζονται για να προχωρήσει η ιστορία με τρόπο που ο αναγνώστης να μη
μπορέσει να εγκαταλείψει την ανάγνωση, από έλλειψη ενδιαφέροντος. Όπως είπα και
αλλού, ο συγγραφέας πρέπει συνεχώς να ανανεώνει το ενδιαφέρον του αναγνώστη,
αλλά με επιδέξιο τρόπο. Ο καλός λογοτέχνης δεν θα ανάψει τον προβολέα στο
σκοτεινό δωμάτιο που βρίσκεται ο αναγνώστης του ο οποίος μόλις έχει αρχίσει την
ανάγνωση, αλλά θα του ανάψει ένα σπίρτο. Και τότε αυτός μπορεί να δει ένα
κεράκι, θα το ανάψει, το φως θα γίνει πιο πολύ και εύκολα πια θα δει τον
διακόπτη και θ’ ανάψει την ηλεκτρική λάμπα, για να πλημμυρίσει το δωμάτιο φως και
η καρδιά του αναγνώστη να πλημμυρίσει από χαρά. Όποιος κλειστεί σε ένα σκοτεινό
δωμάτιο για πολύ λίγα λεπτά, θα καταλάβει τι εννοώ.
Τα δύο τελευταία κεφάλαια, είναι από τα πιο όμορφα του
βιβλίου. Φτάνεις εκεί μέσα από αλλεπάλληλες εκπλήξεις και ανατροπές. Ο
συγγραφέας δεν μένει σε απλές περιγραφές γεγονότων. Με τέχνη, όπως κάνει πολύ
συχνά σε όλο το βιβλίο θα μιλήσει και για το «επέκεινα». Στον χώρο δηλαδή, όπου
υπάρχουν αρχές και στάσεις ζωής. Δεν θα μείνει στις απλές περιγραφές. Θα
μιλήσει για τους ανθρώπους, το άδικο που επικρατεί στον κόσμο, τη φιλία, την
αγάπη, τον έρωτα, και πολλά άλλα ακόμα∙ την ίδια ζωή. Και κάτι πολύ σημαντικό:
δεν υπάρχει τίποτε που να προδιαθέτει ή να οδηγεί σε κάτι το προβλέψιμο στην
ανάπτυξη της ιστορίας∙ και αυτή είναι η ομορφιά αυτού του βιβλίου.
Και όπως η ζωή, σε τούτο τον κόσμο, αρχίζει με τη γέννηση
και τελειώνει με τον θάνατο, έτσι και η χρονική διάρκεια του βιβλίου ξεκινάει κάποια
Άνοιξη, με τους φίλους του Σκιάχτρου να ζουν, στη συνέχεια, ένα υπέροχο μακρύ Καλοκαίρι,
να προβληματίζονται το Φθινόπωρο και τελειώνει τον Χειμώνα μέσα σε μια
κοσμοχαλασιά, που παρασύρει τον άτυχο τζίτζικα, για να μας υπενθυμίζει ότι
υπάρχουν και δυνάμεις ανώτερες από τις δικές μας, που όσο και να προσπαθήσουμε
δεν μπορούμε να τις νικήσουμε. Έτσι τελειώνει. Ένας ύμνος για όλα τούτα τα
θαυμαστά πράγματα που συμβαίνουν στο σκιάχτρο και στους φίλους του κάτω από τον
ίδιο ουρανό, τον ήλιο και το φεγγάρι.
Κλείνοντας, θα επαναλάβω αυτό που είπα στην αρχή αυτού
του κειμένου: στον τόπο μας γράφεται και πολύ καλή λογοτεχνία και ένας από τους
πιο αξιόλογους αντιπροσώπους της είναι ο Αιμίλιος Σολωμού, που τιμά επάξια τον
τόπο του και στο εξωτερικό.
25 Σεπτεμβρίου 2019
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ