20 Δεκ 2017

Αδαμάντιος Διαμαντής, Λεύκες

 Νίκος Νικολάου-Χατζημιχαήλ
 Για τη λέξη «ύλαντρον» του Βασίλη Μιχαηλίδη

Με την έκδοση του επικού ποιήματος  «Η 9η Ιουλίου του 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)» του Βασίλη Μιχαηλίδη είχαν ξεκινήσει και οι έριδες ή έστω προσπάθειες εξήγησης ή ετυμολόγησης της λέξης ύλαντρον ή ίλαντρον, που αναφέρεται μόνο μια φορά στο ποίημα και ενδεχομένως σε ολόκληρο το σώμα τής ποίησής του. Έχουν δοθεί μέχρι τώρα πάμπολλες διαφορετικές εξηγήσεις, αλλά η λέξη εξακολουθεί να απασχολεί τους αναγνώστες και μελετητές του έργου του Μιχαηλίδη. Κάποιες από τις εξηγήσεις είναι αντιφατικές μεταξύ τους, κάποιες αναιρέθηκαν από τους ίδιους τους εισηγητές, υιοθετώντας αργότερα άλλην άποψη, ενώ κάποιες άλλες εμφανώς δεν μας πείθουν. Ιδού μερικές από τις εξηγήσεις: Γ. Λεύκης: «απ’ τη ρίζα, σύρριζα», και «παχύκορμη [λεύκα]», Α. Κ. Ιντιάνος: «μεγάλο, αντρειωμένο δέντρο»,  Α. Πανάρετος: «κάθε νεαρό δέντρο που υλομανεί», Κ. Μ. Καραμάνος: «το δασοφουντωμένο δέντρο», Α. Περνάρης: «γεράνδρυον / γέρανδρυς = παμπάλαιον», Κ. Α. Πιλαβάκης: «αρρωστημένο, γέρικο», Κ. Π. Χατζηιωάννου: «από γης» και αργότερα ότι η λέξη προέρχεται από το «γέραντρον»,  και άλλοι, που είπαν: «το πολύ ζωηρόν και άκαρπον δένδρον», ή «το γεμάτο ζωτικότητα» κτλ. [βλέπε: Κ. Ιωάννου, για τη λέξη «ίλαντρον» της «9ης Ιουλίου 1821 εν Λευκωσία (Κύπρου)», Αλήθεια, 29/6/2017 και, του ιδίου: «Η παράδοση και τα εκδοτικά προβλήματα του ποιητικού έργου του Βασίλη Μιχαηλίδη […], Εκδόσεις Επιφανίου, 2017, σσ. 895-899 ].

Η ενότητα των στίχων στην οποία περιέχεται η λέξη «ύλαντρον» είναι η πιο κάτω:

            Σφάξε μας ούλους τζ΄ ας γενεί το γαίμαμ μας αυλάτζιν,
            κάμε τον κόσμον ματζελειόν τζαι τους ρωμηούς τραούλια, 
            αμμά ξερε πως ύλαντρον όντας κοπεί καβάτζιν
            τριγύρω του πετάσσουνται τρακόσια παραπούλια.
            Το ‘νιν αντάν να τρω την γην, τρώει την γην θαρκιέται,
            μα πάντα τζείνον τρώεται τζαι τζείνον καταλυέται.

Θα ήθελα να δώσω και τη δική μου εξήγηση ή καλύτερα μαρτυρία, γιατί πιστεύω πως πολλές φορές, μεγάλες αλήθειες κρύβονται πίσω από τα πιο απλά πράγματα.

Έτυχε, λοιπόν, να ζήσω την παιδική μου ηλικία, στην Καρπασία, την εποχή, που υπήρχε, ακόμα, η βράκα και το ησιόδειο άροτρο με τα «βούδκια».  Ο Πιέρας Χατζημιχαήλ, ένας από τους τρεις αδελφούς του παππού μου -που δεν γνώρισα καθώς είχε πεθάνει στα είκοσι εφτά του χρόνια- και που είχε γεννηθεί πριν από το 1900, άνθρωπος που δούλευε τη γης, όπως και τ’ αδέλφια του, ζούσε ακριβώς με τον ίδιο τρόπο, όπως έζησαν οι δικοί του παππούδες και προπάπποι δεν ξέρω κι εγώ πόσους αιώνες πριν.  

Όταν αλώνιζε, μας ανέβαζε στη «βουκάνη» και όταν όργωνε μας επέτρεπε να βάλουμε το χέρι στον "άθθρωπο" του αρότρου για να οδηγήσουμε για λίγο. Έτσι, μια μέρα, που έτυχε να οργώνει κοντά στο σπίτι μου και όχι στους κάμπους, όπου πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του, μου έμαθε τα μέρη του αρότρου: «αυτό εδώ που κρατάς είναι ο «άθθρωπος», ετούτα είναι τα «φτερά», μέσα στο χώμαν εν΄ το «’νιν», εκείνος είναι ο «ζυός» κι ετούτο δώ το «ύλαντρον» του αλέτρου». Και λέγοντας τα τελευταία λόγια χτύπησε με τη βουκέντρα του δυο φορές το μακρύ ξύλο που σήμερα αναφέρεται σαν σταβάρι. Ο παππούς αυτός, ασφαλώς ούτε είχε διαβάσει ούτε είχε ακούσει για τον Βασίλη Μιχαηλίδη και αμφιβάλλω αν είχε ακούσει, ακόμα, και ραδιόφωνο.    

Για μένα δεν υπάρχει άλλη εξήγηση: «ύλαντρον» είναι ο κομμένος κορμός της λεύκας. Ο κομμένος κορμός της λεύκας για να γίνει το σταβάρι στο ησιόδειο άροτρο των παππούδων μας είτε κάτι άλλο για παρεμφερή χρήση. Το θεωρώ πολύ λογικό αυτό, γιατί το σταβάρι έπρεπε να ήταν ευθύ, στέρεο και ελαφρύ ξύλο και ο κορμός της λεύκας προσφέρεται θαυμάσια για τον σκοπό αυτό.

Στην εξήγηση αυτή οδηγεί και η σύνταξη του στίχου. Δηλαδή, το ύλαντρον είναι ουσιαστικό και όχι επίθετο της λέξης «καβάτζιν». Έτσι, η ερμηνεία των στίχων δεν πρέπει να είναι άλλη παρά η πιο κάτω:

να ξέρεις, πως όταν η λεύκα κόβεται για να γίνει ύλαντρον,
τριγύρω της ξεπετάγονται τριακόσια παραπούλια.

Αν η λέξη «ύλαντρον» ήταν επίθετο στη λέξη «καβάτζιν» ο Βασίλης Μιχαηλίδης πολύ εύκολα θα μπορούσε να γράψει τον στίχο κάπως έτσι: «αμμά ξερε όντας κοπεί το ύλαντρον καβάτζιν», που ομοιοκαταληκτεί θαυμάσια με προηγούμενον στίχο ή θα έγραφε κάτι άλλο παρόμοιο και δεν θα άλλαζε τη σύνταξη για να προσθέσει ενδιάμεσα εκείνο το «όντας κοπεί».

Και τέλος, κάτι που ενισχύει την άποψη ότι «ύλαντρον» είναι ο κομμένος κορμός της λεύκας για να γίνει μέρος του αρότρου, είναι και το γεγονός ότι οι επόμενοι δύο στίχοι αναφέρονται πάλι στο ησιόδειο άροτρο και πιο συγκεκριμένα στο «υνί». Τι πιο φυσιολογικό ο ποιητής να εμπνέεται από το «ύλαντρον» και να στιχουργεί, αλλά η σκέψη του να μην απομακρύνεται και να τριγυρίζει και σε άλλα μέρη του αρότρου όπως το «’νιν».
 

Εφημερίδα Αλήθεια, 18 Δεκεμβρίου 2017, πολιτισμός, σ.19